Εισαγωγή
1. Tο μείζον ενδιαφέρον της απόφασης ΣτΕ 293/2024 (όπως και των αποφάσεων ΣτΕ 310/2024 και 662/2024) έγκειται, φυσικά, στην κρίση περί αντισυνταγματικότητας των άρθρων 10 παρ. 1 περ. α΄, 15 παρ. 8 περ. γ΄ και δ΄, 19 παρ. 2 περ. α΄ και 25 παρ. 1 του Ν.Ο.Κ., δηλαδή του Ν. 4067/2012, και στην αναγκαία, σύμφωνα με το άρθρο 100 παρ. 5 του Συντάγματος, παραπομπή της υπόθεσης στην Ολομέλεια. Προκειμένου, όμως, να φτάσει στην εξέταση της ουσίας της υπόθεσης και να παρακάμψει τον σκόπελο του παραδεκτού, δηλαδή την ύπαρξη πράξης δεκτικής δικαστικής προσβολής, καθώς και την απαγόρευση της ενδοστρεφούς δίκης, το Δικαστήριο αντιλαμβάνεται διασταλτικά την εκτελεστή πράξη διοικητικής αρχής, η οποία προσαρμόζεται στις τεχνολογικές εξελίξεις και στην ανάγκη ταχείας διεκπεραίωσης των διοικητικών υποθέσεων. Επιπλέον, η απόφαση περιέχει ενδιαφέρουσες σκέψεις για τη δυνατότητα ή μάλλον την αδυναμία ελέγχου της συνταγματικότητας νομοθετικών διατάξεων από την ίδια τη Διοίκηση, αλλά και την υποχρέωσή της να αρνηθεί την έκδοση ή να ανακαλέσει την εκδοθείσα πράξη σε περίπτωση που η αντισυνταγματικότητα των διατάξεων στις οποίες στηρίζεται έχει διαγνωσθεί από τα αρμόδια δικαστήρια. Πρόκειται για σκέψη που για πρώτη φορά διατυπώνει ρητά και κατηγορηματικά το Δικαστήριο [υποχρέωση άρνησης έκδοσης διοικητικής πράξης], δεδομένου ότι δεν αναφέρεται στο πλαίσιο συμμόρφωσης της Διοίκησης σε ακυρωτική απόφαση αλλά σε αντισυνταγματικότητα που διαγνώσθηκε σε άλλη δίκη [“….η συνταγματικότητα των εφαρμοστέων διατάξεων δεν μπορεί κατ’ αρχήν να ελεγχθεί από τη Διοίκηση – πλην των περιπτώσεων που τα αρμόδια δικαστήρια έχουν ήδη κρίνει τις εφαρμοστέες διατάξεις νόμου ή άλλες ταυτόσημου περιεχομένου ως αντίθετες στο Σύνταγμα, …., ούτε μπορεί η εν λόγω υπηρεσία, η οποία δρα, εν προκειμένω, ασκώντας δεσμία αρμοδιότητα …. ή ο Δήμος να αρνηθούν την έκδοση της οικοδομικής άδειας ή να την ανακαλέσουν λόγω αντισυνταγματικότητας των εφαρμοστέων διατάξεων, πριν τουλάχιστον αυτή διαγνωσθεί από τα αρμόδια δικαστήρια”]. Η συλλογιστική του Δικαστηρίου αποτυπώνει την παραστατική διαπίστωση του Rivero για τη διοικητική δικαιοσύνη και, ιδίως, την αίτηση ακύρωσης: «…la justice est faite pour le justiciable et … sa valeur se mesure en termes de vie quotidienne. Ce n’est pas le développement du Droit qui nous intéresse, c’est la protection efficace qu’en tire le particulier» [1]. Εν προκειμένω, ο Δήμος Αλίμου άσκησε αίτηση ακύρωσης κατά οικοδομικής άδειας (κατηγορίας 3 χωρίς προέγκριση) της Υπηρεσίας Δόμησης (Υ.ΔΟΜ.) του ιδίου Δήμου, με την οποία επετράπη η ανέγερση νέας εξαώροφης οικοδομής βάσει των παραπάνω, αμφισβητούμενης συνταγματικότητας, διατάξεων του Ν.Ο.Κ. Το πρώτο ζήτημα, δικονομικής φύσης, που ανακύπτει είναι αν η υποβολή των δικαιολογητικών στην πλατφόρμα και η αυτόματη έκδοση της άδειας συνιστούν εκτελεστή πράξη και το δεύτερο αν ο Δήμος μπορεί να στραφεί κατά πράξης δικού του οργάνου, εν προκειμένω της Υ.ΔΟΜ. Ειδικότερα, στην ιδιομορφία της «πράξης», την οποία, κατά πλάσμα δικαίου, το Δικαστήριο αποδίδει στην Υ.ΔΟΜ., στηρίζει την παράκαμψη της κατ’ αρχήν απαγόρευσης της «ενδοστρεφούς δίκης». Αξίζει να σημειωθεί, παρεμπιπτόντως, ότι ανακύπτουν σοβαρά νομικά προβλήματα στο πεδίο δικαστικού ελέγχου της προσβαλλόμενης πράξης, παρά το γεγονός ότι πρόκειται για μια «αυτοματοποιημένη» διοικητική πράξη, που «εκδίδεται» κατά δέσμια αρμοδιότητα, δια της ηλεκτρονικής υποβολής των αναγκαίων δικαιολογητικών. Ευλόγως διερωτάται κανείς πόσο δυσχερής θα είναι η νομική αντιμετώπιση και η παροχή δικαστικής προστασίας κατά πράξεων διακριτικής ευχέρειας που θα στηρίζονται σε προωθημένα εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης καθώς και αν οι κλασικές έννοιες του διοικητικού δικαίου μπορούν να καλύψουν τέτοιες διαδικασίες [2]. Επιβάλλεται η υπόμνηση ότι, πριν από τη διαδικασία που αποτέλεσε αντικείμενο της απόφασης ΣτΕ 293/2024, το Δικαστήριο έχει επιληφθεί και άλλων παρεμφερών αυτοματοποιημένων πράξεων, με σημαντικότερη τη διαδικασία τακτοποίησης αυθαιρέτων και την απόφαση ΣτΕ Ολ 2210/2020 [3].
ΙΙ. H τακτοποίηση αυθαίρετων κατασκευών (ΣτΕ Ολ 2210/2020, 419/2021)
2. Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έχει ήδη εξετάσει την πράξη που «εκδίδεται» στο πλαίσιο μια άλλης αυτοματοποιημένης διαδικασίας, της τακτοποίησης αυθαίρετων κατασκευών του Ν. 4178/2013. Πράγματι, με την απόφαση ΣτΕ Ολ 2210/2020 που εκδόθηκε επί αίτησης ακύρωσης κατά δήλωσης ένταξης πολυκινηματογράφου στο ευνοϊκό πλέγμα διατάξεων του Ν. 4178/2013 για τις αυθαίρετες κατασκευές, δόθηκαν σημαντικές διευκρινίσεις όσον αφορά την έννοια της δεκτικής δικαστικής προσβολής διοικητικής πράξης. Ιδιαίτερη σημασία έχει, συναφώς, η σκέψη 9 της απόφασης ΣτΕ 2210/2020, όπου ερμηνεύονται οι σχετικές διατάξεις του Ν. 4178/2020, προκειμένου να εντοπιστεί το αντικείμενο ευθείας δικαστικής προσβολής στο πλαίσιο μιας διαδικασίας, η οποία περιλαμβάνει ενέργειες ιδιωτών (υποβολή αίτησης και δικαιολογητικών και καταβολή παραβόλου εκ μέρους του ενδιαφερομένου) και ενεργοποίηση του ευνοϊκού καθεστώτος του Ν. 4178/2013 χωρίς την έκδοση ρητής διοικητικής πράξης κατόπιν σχετικού ελέγχου. Το Δικαστήριο εντόπισε την προσβλητή πράξη στην αυτόματη αποδοχή της αίτησης-δήλωσης και του αιτήματος που αυτή περιέχει, αποδοχή η οποία δεν εκδηλώνεται κατά τρόπο ρητό και πανηγυρικό. Είναι αξιοσημείωτο ότι το Δικαστήριο δεν αναφέρει καν το διοικητικό όργανο από το οποίο προέρχεται η αποδοχή. Η αναφορά αυτή δεν είναι νομικώς αναγκαία, δεδομένου ότι εκτελεστό χαρακτήρα έχει η απόφαση ή η παράλειψη απόφανσης του ΣΥΠΟΘΑ (Συμβούλιο Πολεοδομικών Θεμάτων και Αμφισβητήσεων) επί της προσφυγής που ασκείται ενώπιόν του κατά της αίτησης-δήλωσης και εξετάζεται βάσει ειδικής διαδικασίας (υπηρεσιακή εισήγηση από την οικεία ΥΔΟΜ). Κατά ρητή παραδοχή του ίδιου του Δικαστηρίου, πρόκειται για διασταλτική ερμηνεία της έννοιας της διοικητικής πράξης, που αποσκοπεί στη διασφάλιση δικαστικής προστασίας. Η ως άνω σκέψη 9 διαλαμβάνει, ειδικότερα τα εξής:
IV. Η έκδοση οικοδομικών αδειών
Διαδικασία έκδοσης οικοδομικής άδειας κατά τον Ν. 4495/2017
7. Η παραπεμπτική στην Ολομέλεια απόφαση ΣτΕ 293/2024 αφορά αίτηση ακύρωσης κατά πράξης που εκδόθηκε κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 10 παρ. 1 περ. α΄ (αύξηση συντελεστή δόμησης έναντι μείωσης κάλυψης), 15 παρ. 8 (προσαύξηση ύψους λόγω φυτεμένου δώματος και μείωσης κάλυψης), 19 παρ. 2 περ. α΄.ii (χώρος κύριας χρήσης στο δώμα λόγω φύτευσης) και 25 παρ. 1 (αύξηση συντελεστή δόμησης λόγω ενεργειακής απόδοσης) του Ν.Ο.Κ. (Ν. 4067/2012). Η διαδικασία που τηρήθηκε για την έκδοση της εν λόγω πράξης εκτέλεσης οικοδομικών εργασιών προβλέπεται στον Ν. 4495/2017, «Έλεγχος και προστασία του δομημένου περιβάλλοντος κ.λπ.» (Α΄ 167), αρμόδιο δε όργανο είναι η Υπηρεσία Δόμησης (Υ.ΔΟΜ.) του οικείου Δήμου. Ειδικότερα, ο Ν. 4495/2017, στο μέτρο που ασκεί εν προκειμένω επιρροή, ορίζει τα εξής:
– αρμόδια όργανα για την έκδοση πράξεων εκτέλεσης οικοδομικών εργασιών είναι οι Υπηρεσίες Δόμησης (Υ.ΔΟΜ.) των δήμων (άρθρο 31 παρ. 1 Ν. 4495/2017 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 53 του Ν. 4759/2020)·
– η διαδικασία υποβολής, ελέγχου και έκδοσης οικοδομικών αδειών διενεργείται αποκλειστικά ηλεκτρονικά, μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας η υλοποίηση της οποίας μπορεί να ανατεθεί σε άλλον φορέα με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας (άρθρο 33 παρ. 1 Ν. 4495/2017, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 46 του Ν. 4811/2021)·
– οι άδειες κατηγορίας 3 χωρίς προέγκριση (δηλ. οι αφορώσες κτίρια εντός σχεδίου, επιφάνειας έως 2.000 τ.μ. με επικρατούσα χρήση κατοικίας) εκδίδονται αυτόματα, κατόπιν ηλεκτρονικής υποβολής της αίτησης που συνοδεύεται από φάκελο δικαιολογητικών, βεβαίωση της αρμόδιας Υ.ΔΟΜ. για τους ισχύοντες όρους δόμησης του ακινήτου και υπεύθυνη δήλωση του μελετητή περί μη μεταβολής αυτών (άρθρο 38 Ν. 4495/2017, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 120 παρ. 2 του Ν. 4819/2021)·
– ο αριθμός της οικοδομικής άδειας εκδίδεται ηλεκτρονικά, αναρτάται στο διαδίκτυο και επιτρέπει την άμεση έναρξη οικοδομικών εργασιών (άρθρο 38 παρ. 2 Ν. 4495/2017)·
– η αρμόδια Υ.ΔΟΜ. διενεργεί ανά εξάμηνο δειγματοληπτικό έλεγχο σε ποσοστό 30% τουλάχιστον των οικοδομικών αδειών που εκδόθηκαν το προηγούμενο εξάμηνο ως προς τη νομιμότητα των υποβληθέντων στοιχείων (άρθρο 38 παρ. 2 περ. β΄ Ν. 4495/2017), ενώ υποχρεωτικός έλεγχος διενεργείται μόνο μετά από καταγγελία τρίτου (παρ. 3), συνοδευόμενη από έκθεση μηχανικού (άρθρα 56 του Ν. 4759/2020 και 120 παρ. 2 Ν. 4819/2021)·
– η έναρξη οικοδομικών εργασιών είναι δυνατή αμέσως με τη λήψη του αριθμού της άδειας (το άρθρο 43 παρ. 1 του Ν. 4495/2017, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 89 παρ. 5 του Ν. 4685/2020)·
– προβλέπονται διάφοροι έλεγχοι της οικοδομής από Ελεγκτές Περιβάλλοντος ως προς την τήρηση της μελέτης (άρθρο 44 παρ. 1-2 του Ν. 4495/2017).
Ιδιομορφία της οικοδομικής άδειας
8. Ερμηνεύοντας τις διατάξεις του Συντάγματος και του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, με τις οποίες κατοχυρώνεται η προέχουσα θέση των Ο.Τ.Α. σε θέματα προστασίας του περιβάλλοντος, φυσικού, πολιτιστικού και οικιστικού, το Δικαστήριο έκρινε ότι ο Δήμος Αλίμου, εντός του οποίου ανεγείρεται η επίδικη οικοδομή, με έννομο συμφέρον ασκεί την κρινόμενη αίτηση εκπροσωπώντας το συλλογικό συμφέρον των δημοτών του και ενδιαφερόμενος για την προστασία του οικιστικού περιβάλλοντος και του επιπέδου ζωής των κατοίκων του, τα οποία, κατά τους ισχυρισμούς του, υποβαθμίζονται λόγω της αυξημένης δόμησης που επιτρέπουν οι διατάξεις των άρθρων 10, 15 παρ. 8, 19 και 25 του Ν.Ο.Κ., τη συνταγματικότητα των οποίων αμφισβητεί. Το Δικαστήριο αναγνωρίζει μεν ότι η Υ.ΔΟΜ. που εξέδωσε την προσβαλλόμενη οικοδομική άδεια αποτελεί υπηρεσία του αιτούντος Δήμου, κρίνει όμως ότι δεν τίθεται ζήτημα «ενδοστρεφούς δίκης» εν όψει της γενικής αρχής κατά την οποία ουδείς δικαιούται να στραφεί κατά των ιδίων αυτού πράξεων (ΣτΕ Ολ 2076/1978), λόγω των ιδιομορφιών της προσβαλλόμενης πράξης. Ανακύπτει το ερώτημα αν θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η Υ.ΔΟΜ., κατά τη θεωρία του «λειτουργικού διπλασιασμού» των οργάνων, είναι μεν, οργανικά, υπηρεσία του Δήμου, αλλά από λειτουργική σκοπιά ασκεί κρατικές αρμοδιότητες, όπως η προστασία του οικιστικού περιβάλλοντος.
Αυτόματη έκδοση της πράξης με πρωτοβουλία ιδιωτών
Κατά πλάσμα δικαίου λογίζεται η ΥΔΟΜ ως η εκδούσα την πράξη αρχή
Ανάγκη εξεύρεσης δεκτικής δικαστικής προσβολής πράξης λόγω ανεπάρκειας των διοικητικών ελέγχων
Παθογένειες της λειτουργίας των οργάνων ελέγχου της οικοδομικής άδειας – ταχυδακτυλουργικά “τρικ” του Δικαστηρίου
12. Το Δικαστήριο εντοπίζει περαιτέρω παθογένειες στη λειτουργία των σχετικών υπηρεσιών που επιτείνουν την έλλειψη ελέγχου και συνίστανται στο ότι δεν έχουν εκδοθεί οι αναγκαίες διοικητικές πράξεις για την οργάνωση και λειτουργία βασικών οργάνων ελέγχου που προβλέπονται στον νόμο, όπως οι Υ.ΔΟΜ. και τα «Παρατηρητήρια δομημένου περιβάλλοντος», η λειτουργία των οποίων είναι αναγκαία για την άσκηση του ελέγχου των Ελεγκτών Δόμησης. Ως εκ τούτου τα αντίστοιχα θέματα ρυθμίζονται με μεταβατικές διατάξεις ή με προβληματικού κύρους εγκυκλίους των εμπλεκόμενων Υπουργείων, με αποτέλεσμα τη σύγχυση αρμοδιοτήτων και την ασάφεια δικαίου, μεταξύ άλλων ως προς το ζήτημα ποιος μεταξύ των εμπλεκομένων (ο «διαχειριστής», η Υ.ΔΟΜ., το Τ.Ε.Ε., το Υ.Π.ΕΝ.) είναι ο «εκδότης» της άδειας και άρα νομιμοποιούμενος ως καθ’ ου διάδικος. Με τα ανωτέρω δεδομένα, η προσβαλλόμενη οικοδομική άδεια δεν μπορεί με ασφάλεια να λογισθεί ως πράξη της Υ.ΔΟΜ. ή του Δήμου και συνεπώς ο αιτών Δήμος δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι στρέφεται κατά «ιδίας αυτού πράξεως». Το Δικαστήριο έχει ήδη κρίνει ότι «τυπικώς η Υ.ΔΟΜ. θεωρείται, κατά πλάσμα δικαίου, ως εκδότρια της οικοδομικής άδειας», προκειμένου να προβεί σε ακυρωτικό έλεγχο αυτής, στη συνέχεια δε «σχετικοποιεί» την ανωτέρω κρίση, αναγνωρίζοντας ότι «η προσβαλλόμενη οικοδομική άδεια δεν μπορεί με ασφάλεια να λογισθεί ως πράξη της Υ.ΔΟΜ. ή του Δήμου», ούτως ώστε να παρακάμψει την απαγόρευση της ενδοστρεφούς δίκης. Η συλλογιστική του Δικαστηρίου δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως πρότυπο δογματικής συνέπειας, αλλά ως έκφανση νομικού εμπειρισμού à la Chenot [4], αναγκαίου, όμως, για την επίλυση της διαφοράς. Πάντως, ακόμη κι αν ο δικαστής δεν συμμερίζεται τις ανησυχίες της θεωρίας για τη συνοχή της νομολογίας του και τη νομική δογματική, διευκρινίζει, στην παρούσα τουλάχιστον υπόθεση, τους λόγους των επιλογών του.
Προβληματισμός ως προς τη νομιμότητα ανάθεσης διοικητικού έργου σε ιδιώτη
Προσωρινή προστασία
14. Με πολλές αποφάσεις της Επιτροπής Αναστολών (ΕΑ 101, 110, 111/2024) χορηγήθηκε αναστολή εκτέλεσης είτεαποφάσεων του Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής με τις οποίες ακύρωσε αποφάσεις δημοτικών συμβουλίων ή υπηρεσιακές εντολές Δημάρχων προς τις Υπηρεσίες Δόμησης των οικείων Δήμων να απέχουν από την έκδοση οικοδομικών αδειών (ή βεβαιώσεων όρων δόμησης ή προεγκρίσεων δόμησης) που εγκρίνουν την ανέγερση κτιρίων καθ’ υπέρβαση του επιτρεπόμενου κατά τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις ύψους και με χρήση των οικοδομικών κινήτρων που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 10 (παρ. 1), 15 (παρ. 8) και 19 (παρ. 2 περ. α) του Νέου Οικοδομικού Κανονισμού, είτε των ίδιων των οικοδομικών αδειών που στηρίχθηκαν στις διατάξεις περί “κινήτρων” των άρθρων 11 παρ. 6 δ΄, ιστ΄ και ιθ΄, 15 παρ. 8, 16 παρ. 5, 17 παρ. 6, 19 παρ. 2 περ. α ii και 25 του Ν.Ο.Κ. (ΕΑ 114, 143/2024).
15. Στην περίπτωση που αντικείμενο της αίτησης αναστολής ήσαν οι ίδιες οι οικοδομικές άδειες των Υ.ΔΟΜ. των καθών Δήμων, η ΕΑ δεν ασχολήθηκε με το ζήτημα του εκτελεστού χαρακτήρα τους και χορήγησε την αναστολή με το σκεπτικό ότι η εφαρμογή των όρων και κινήτρων του Ν.Ο.Κ., δυνάμει των εν λόγω προσβαλλόμενων οικοδομικών αδειών, θα επιφέρει σοβαρή βλάβη σε βάρος των επιδιωκόμενων από τα αιτούντα σωματεία σκοπών προστασίας του περιβάλλοντος, συνισταμένη στη δημιουργία πραγματικής κατάστασης μη αναστρέψιμης ή πάντως δυσχερώς επανορθώσιμης, κατά την έννοια του άρθρου 52 του π.δ/τος 18/1989.
16. Όσον αφορά, όμως, τις αποφάσεις δημοτικών συμβουλίων ή δημάρχων περί αποχής των Υ.ΔΟΜ. από την έκδοση οικοδομικών αδειών κατ’ εφαρμογή του Ν.Ο.Κ., η ΕΑ επισήμανε ότι δεν υφίσταται πάγια νομολογία του Δικαστηρίου ως προς το ζήτημα της εκτελεστότητας ή μη τέτοιων αποφάσεων καθώς και ότι δεν υπάρχει οριστική κρίση του Δικαστηρίου ως προς το ζήτημα του είδους και της έκτασης των αρμοδιοτήτων των αιρετών οργάνων διοίκησης των δήμων της Χώρας (δημάρχων, δημοτικών συμβουλίων) κατά την άσκηση των πολεοδομικών αρμοδιοτήτων από τις οικείες Υπηρεσίες Δόμησης (ΣτΕ 293/2024 παραπ. Ολομ. σκ. 6-8, ΣτΕ 625/2024 παραπ. στην επταμελή σύνθεση, ιδίως, σκ. 8). Ειδικότερα, δεν έχει κριθεί με απόφαση της Ολομελείας του Δικαστηρίου ή με πάγια νομολογία, αν διαταγή αιρετού οργάνου ΟΤΑ προς την ΥΔΟΜ αποτελεί πράξη εκτελεστή, σε παρεμφερείς δε περιπτώσεις έχει κριθεί είτε ότι έχει τον χαρακτήρα επιτακτικής εντολής (πρβλ. ΣτΕ 2056/2018 σκ. 8, 1862/2010 σκ. 4, 3058/1998, σκ. 3, 1328/1989, σκ. 4, 4031/1986, 2209/1982) είτε ότι αποτελεί αμιγώς εσωτερικό έγγραφο προς τα όργανα στα οποία απευθύνεται (πρβλ. ΣτΕ 2484/2021 σκ. 7, 1541/2008 σκ. 5, 1278/1995 σκ. 3, 2687/1992 σκ. 6, 1480/1985 κ.ά.), με την εντεύθεν συνέπεια η προσβληθείσα με την αίτηση ακυρώσεως απόφαση, εκδοθείσα στο πλαίσιο διαδικασίας ελέγχου νομιμότητας, να συνιστά, αντίστοιχα, πράξη εκτελεστού ή μη χαρακτήρα. Εξάλλου, υπό την εκδοχή ότι η διαταγή του Δημάρχου συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη (πρβλ. ΣτΕ 80/2021 σκ. 5, 152/2018 σκ. 6 κ.ά.) ανακύπτουν μεν αμφιβολίες ως προς το αν ο Δήμαρχος είναι κατά νόμο αρμόδιος να εκδίδει πράξεις, όπως οι εν προκειμένω ακυρωθείσες με την απόφαση του Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, τούτο, όμως, δεν καθιστά προδήλως απαράδεκτη την αίτηση ακυρώσεως των αιτούντων, ώστε η κρινόμενη αίτηση αναστολής να αποβαίνει εξ αυτού και μόνο του λόγου απορριπτέα. Με άλλα λόγια, η Επιτροπή Αναστολών αναγνωρίζει την αβεβαιότητα τόσο ως προς τον εκτελεστό ή όχι χαρακτήρα των «εντολών» του δημοτικού συμβουλίου ή του Δημάρχου προς την Υ.ΔΟΜ., όσο και ως προς το κατά πόσον οι πράξεις της Υ.ΔΟΜ. αποτελούν πράξεις του οικείου Δήμου, ζήτημα που απασχόλησε το Δικαστήριο στην απόφαση ΣτΕ 293/2024.
17. Η Επιτροπή Αναστολών επισημαίνει ότι μετά τη δημοσίευση των αποφάσεων ΣτΕ 294, 310 και 662/2024 του Δικαστηρίου, στις ΥΔΟΜ κατατίθενται αιτήσεις για την έκδοση οικοδομικής άδειας, με τις οποίες ορισμένοι από τους ενδιαφερομένους ζητούν την εφαρμογή των πολεοδομικών προσαυξήσεων («κινήτρων») δυνάμει των ανωτέρω διατάξεων του ΝΟΚ. Εντούτοις, εφόσον οι διατάξεις αυτές του ΝΟΚ κριθούν και οριστικά ως αντίθετες στο άρθρο 24 του Συντάγματος από την Ολομέλεια του Δικαστηρίου, η αθρόα, εν τω μεταξύ, έκδοση οικοδομικών αδειών και η ανέγερση κτιρίων βάσει των εν λόγω διατάξεων του ΝΟΚ, οι οποίες προβλέπουν αυξήσεις βασικών πολεοδομικών μεγεθών κατά τη χορήγηση της οικοδομικής άδειας, καθ’ υπέρβαση των αντίστοιχων πολεοδομικών μεγεθών που προβλέπονται στο ισχύον σχέδιο πόλεως της περιοχής, θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη στους αιτούντες Δήμους, συνισταμένη στη δημιουργία πραγματικών καταστάσεων που δυσχεραίνουν τον εν εξελίξει πολεοδομικό σχεδιασμό, σε αλλοίωση του οικιστικού περιβάλλοντος της περιοχής και της πολεοδομικής φυσιογνωμίας των οικισμών καθώς και σε επιδείνωση των όρων διαβίωσης των κατοίκων. Στην περίπτωση δε αυτή ενδέχεται να γεννηθεί επιπλέον και υποχρέωση ανάκλησης των σχετικών οικοδομικών αδειών ως παράνομων (βλ. αποφάσεις ΣτΕ Ολ 2176/2004, Ολ 2177/2004, 1036/2021 7μ., ανάκληση πράξεων ομοίων προς ακυρωθείσα), γεγονός που θα έχει ανυπολόγιστες συνέπειες για τους Δήμους και τους ενδιαφερομένους, αλλά και για τους καλόπιστους τρίτους οι οποίοι θα έχουν αποκτήσει στο ενδιάμεσο διάστημα εμπράγματα δικαιώματα στα ακίνητα που θα ανεγερθούν βάσει των εν λόγω οικοδομικών αδειών. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, σε περίπτωση κατά την οποία οι προαναφερθείσες διατάξεις του ΝΟΚ κριθούν και οριστικά ως αντίθετες προς το άρθρο 24 του Συντάγματος, η χορήγηση, μέχρι τη δημοσίευση απόφασης της Ολομελείας του Δικαστηρίου, πολεοδομικών προσαυξήσεων κατά την έκδοση των οικοδομικών αδειών με εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων του ΝΟΚ, θα προκαλέσει τη δημιουργία ευρείας έκτασης και μη αναστρέψιμων ή πάντως δυσχερώς επανορθώσιμων, πραγματικών καταστάσεων, διότι θα έχει ως αποτέλεσμα την ανέγερση κτισμάτων στην περιφέρεια των αιτούντων Δήμου, η νομιμοποίηση ή διατήρηση των οποίων μετά την 28.7.2011 δεν είναι πλέον συνταγματικώς ανεκτή (βλ. ΣτΕ 1858/2015 Ολομ.), για την άρση δε της βλάβης των αιτούντων Δήμων θα απαιτηθούν κατεδαφίσεις κτισμάτων (βλ. Ε.Α.101/2024). Υπό τα δεδομένα αυτά, η Επιτροπή έκρινε ότι συντρέχει λόγος αναστολής εκτέλεσης των προσβαλλόμενων αποφάσεων του Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, έως ότου εκδοθεί απόφαση επί της εκκρεμούς αίτησης ακυρώσεως, προκειμένου να αποτραπεί η δημιουργία πραγματικής κατάστασης, της οποίας η άρση θα ήταν δυσχερής σε περίπτωση ευδοκίμησης της αίτησης ακυρώσεως.
[1] J. Rivero, Le Huron au Palais Royal, ou réflexions naïves sur le recours pour excès de pouvoir D. 1962, σ. 40.
[2] Ν. Νικολάκης, Ο Δικαστικός Έλεγχος της Διοίκησης στην Εποχή του Ψηφιακού Κράτους, εις Το βιώσιμο κράτος. Τιμητικός Τόμος για την Κατερίνα Σακελλαροπούλου, Εκδ. Σάκκουλα, 2022, σ. 35.
[3] Για τις αποφάσεις ΣτΕ Ολ 2208/2020 και Ολ 2210/2020, βλ. Ευ. Κουτούπα-Ρεγκάκου, Σκέψεις για την έννοια της εκτελεστής διοικητικής πράξης, ΘΠΔΔ 4/2021, σ. 308-326 και Ε. Πρεβεδούρου, Νομολογιακές αποκλίσεις και αίτηση επανάληψης της ακυρωτικής δίκης, ΘΠΔΔ 4/2021, σ. 327-343.
[4] B. Chenot, La notion de service public dans la jurisprudence économique du Conseil d’Etat, EDCE, 1950, σ. 77· B. Chenot, concl., Conseil d’État, Sieur Gicquel, 10 fév. 1950, Lebon, p. 100.
[5] Στην αδυναμία δικαστικού ελέγχου καταλήγει η μειοψηφούσα άποψη που υιοθετεί την κλασική προσέγγισης και εμμένει στην απαγόρευση της ενδοστρεφούς δίκης. Κατά τη γνώμη αυτή, αίτηση ακυρώσεως που ασκείται από το Δημόσιο ή από ΝΠΔΔ κατά πράξης δικού του οργάνου, δημιουργούσα ενδοστρεφή δίκη, είναι απαράδεκτη, εκτός αν τούτο προβλέπεται ρητά από τον νόμο ή συνάγεται σαφώς από αυτόν (βλ. ΣτΕ Ολ 677/2005, σκ. 3 και 5, Ολ 2076/1978, 200/2012 σκ. 8, 1573/2010 σκ. 6, 2629/2001 σκ. 4, 3859/1994 σκ. 3). Επομένως, ο αιτών Δήμος, ελλείψει αντίθετης διάταξης νόμου, δεν νομιμοποιείται να ασκήσει αίτηση ακύρωσης κατά της προσβαλλόμενης άδειας που εκδόθηκε από την Υπηρεσία Δόμησης αυτού (ΣτΕ 2629/2001). Το γεγονός ότι η προσβαλλόμενη οικοδομική άδεια εκδόθηκε αυτομάτως από το ηλεκτρονικό σύστημα του Τεχνικού Επιμελητηρίου e-adeies με ευθύνη και υπογραφή του μηχανικού της κατασκευάστριας εταιρίας, σύμφωνα με ο άρθρο 38 παρ. 2 περ. β΄ του Ν. 4495/2017, δεν αναιρεί την ιδιότητα της οικείας Υ.ΔΟΜ. ως εκδότη της άδειας (άρθρο 31 παρ. 1), τα όργανα της οποίας υποχρεούνται, άλλωστε, σε έλεγχο της εκδοθείσας πράξης σε περίπτωση καταγγελίας, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 38, και είναι αρμόδια για την ανάκλησή της. Εξάλλου, στην έκδοση της προσβαλλόμενης οικοδομικής άδειας από την Υ.ΔΟΜ. του Δήμου Αλίμου, ήτοι από διοικητική αρχή, θεμελιώνεται τόσο η δικαιοδοσία για την εκδίκαση της αίτησης καθ’ ο μέρος στρέφεται κατά της πράξης αυτής, όσο και η ιδιότητα του Δήμου Αλίμου ως καθ’ ου.