ΣτΕ 82/2018: νομική φύση της πράξης που εκδίδεται επί αίτησης θεραπείας – μη νόμιμη συγκρότηση του ΕΣΡ λόγω λήξης της θητείας μέλους – όρια παράτασης
Η απόφαση ΣτΕ 82/2018 του Δ΄Τμήματος, που εκδόθηκε επί αίτησης ακύρωσης κατά πράξης του ΕΣΡ με την οποία επιβλήθηκε πρόστιμο σε τηλεοπτικό σταθμό, αξιοποιεί τη νομολογία σχετικά, αφενός, με την αίτηση θεραπείας και τη φύση της πράξης που εκδίδεται επ’αυτής και, αφετέρου, με τη διάρκεια της θητείας των μελών των ανεξάρτητων αρχών και τη συνταγματικώς επιτρεπτή δυνατότητα παράτασής της.
Αίτηση θεραπείας – νομική φύση της επ’αυτής εκδιδόμενης πράξης – μη εκτελεστή πράξη – έννοια εκτελεστής πράξης:
- Κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, η Διοίκηση δεν έχει, κατ’ αρχήν, υποχρέωση να ανακαλεί τις παράνομες πράξεις της, οι οποίες έχουν διαφύγει τον ακυρωτικό έλεγχο ως εκ της παρόδου άπρακτης της προθεσμίας για την κατ’ αυτών άσκηση αίτησης ακύρωσης (ΣτΕ 2632/2006, 4090/1987, 3602/1981, 1771/1976, 2176/2004, 2177/2004, 3372/1999, 5931/1996, 94/1985, 613/1988).
- Επομένως, η άρνηση εκ μέρους της Διοικήσεως να ανακαλέσει διοικητική πράξη κατόπιν υποβολής εκ μέρους του ενδιαφερομένου αιτήσεως θεραπείας, τότε μόνον έχει εκτελεστό χαρακτήρα, αν εκδηλωθεί μετά από νέα έρευνα του πραγματικού της υποθέσεως και αφού ληφθούν υπόψη νέα ουσιώδη στοιχεία (ΣτΕ 2237/2015).
- Περαιτέρω το γεγονός και μόνον ότι, προ της εκδόσεως της επί της αιτήσεως θεραπείας πράξεως του Ε.Σ.Ρ., εκπρόσωπος της αιτούσης παρέστη κατά τη σχετική συνεδρίαση … και εξέθεσε τις απόψεις του, δεν προσδίδει εκτελεστό χαρακτήρα στην πράξη αυτή. Και τούτο διότι η πλήρωση του τύπου της προηγούμενης ακροάσεως με την άσκηση αιτήσεως θεραπείας τότε μόνον αποτελεί νέο στοιχείο, που καθιστά εκτελεστή την εκδιδόμενη επί της αιτήσεως θεραπείας πράξη, όταν, εν πάση περιπτώσει, η πράξη αυτή εκδίδεται μετά νέα έρευνα του πραγματικού της υποθέσεως, προϋπόθεση που δεν συντρέχει εάν το ΕΣΡ ενέμεινε απλώς στα κριθέντα με την αρχική απόφαση περί επιβολής του προστίμου (ΣτΕ 4393/2013, 4749/2012, 2632/2006 ).
- Κατά συνέπεια, στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση ΣτΕ 82/2018, η απόρριψη με την προσβαλλόμενη πράξη της ασκηθείσης αιτήσεως θεραπείας εκδόθηκε χωρίς νέα κατ’ ουσίαν ουσιαστική έρευνα της υποθέσεως, δεδομένου ότι η Αρχή ενέμεινε σε όσα πραγματικά περιστατικά είχε δεχθεί με την ήδη προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 309/6.6.2012 απόφασή της, θεωρώντας ότι αυτά δεν αναιρούνται με βάση όσα εξέθεσε η αιτούσα με την αίτηση θεραπείας και το συναφές υπόμνημά της. Συνεπώς, η απόφαση του Ε.Σ.Ρ. επί της αιτήσεως θεραπείας δεν δύναται να λογισθεί ως συμπροσβαλλόμενη με την ήδη προσβαλλόμενη απόφαση πράξη διότι στερείται εκτελεστότητας (πρβλ. ΣτΕ 3170/2017, 2237/2015) και, ως εκ τούτου, όλοι οι λόγοι ακυρώσεως που στρέφονται ειδικώς κατά της τελευταίας αυτής αποφάσεως με το … δικόγραφο προσθέτων λόγων πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτοι. Πράγματι, για να θεωρηθεί μια διοικητική πράξη ως συμπροσβαλλόμενη με αίτηση ακυρώσεως που στρέφεται ρητώς κατ’ άλλης πράξεως, πρέπει να ασκείται παραδεκτώς η αίτηση ακυρώσεως κατά της ρητώς προσβαλλομένης πράξεως, προϋπόθεση που δεν συντρέχει, κατά τα προεκτεθέντα, στην προκειμένη περίπτωση (ΣτΕ 2632/2006).
- Τέλος, οι διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 1 και 5 παρ. 8 του ν. 2863/2000 (ΦΕΚ Α΄ 262), κατά τις οποίες «Το Ε.Σ.Ρ. ασκεί τον προβλεπόμενο στο Σύνταγμα άμεσο έλεγχο του Κράτους στον τομέα της παροχής ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών υπηρεσιών κάθε είδους, με την έκδοση εκτελεστών ατομικών διοικητικών πράξεων. …» και «Οι αποφάσεις του Ε.Σ.Ρ. … αποτελούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις, …», δεν έχουν ως σκοπό, ειδικώς για το ΕΣΡ, να τροποποιήσουν τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου και να καταστήσουν εκτελεστή διοικητική πράξη ακόμη και πράξη του εν λόγω οργάνου που δεν έχει τα χαρακτηριστικά της εκτελεστής διοικητικής πράξεως, δεν παράγει δηλαδή έννομες συνέπειες, όπως είναι η πράξη, με την οποία απλώς απορρίπτεται αίτηση ανακλήσεως προηγούμενης εκτελεστής πράξεως χωρίς νέα κατ’ ουσίαν έρευνα της υποθέσεως.
Θητεία μελών ανεξάρτητων αρχών – διάρκεια και όρια παράτασης – αρχή της συνέχειας:
- για να κρίνει τη νομιμότητα της απόφασης του ΕΣΡ περί επιβολής προστίμου, το Δ΄Τμήμα εξετάζει τη νομιμότητα της συγκρότησης, εφαρμόζοντας τη σχετική νομολογία όπως διαμορφώθηκε με την απόφαση ΣτΕ Ολ 3515/2013 και τις πρόσφατες αποφάσεις ΣτΕ Ολ 2583-2585/2017: σύμφωνα με το άρθρο 101Α του Συντάγματος, τα μέλη των συνταγματικώς κατοχυρωμένων ανεξαρτήτων αρχών (μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται, κατά το άρθρο 15 παρ. 2 του Συντάγματος, και το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης) απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας, πρέπει να έχουν ανάλογα με την αποστολή τους προσόντα και επιλέγονται από την Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής με ομόφωνη απόφαση ή, τουλάχιστον, με την αυξημένη πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων των μελών του οργάνου αυτού, ορίζονται δε με «ορισμένη θητεία». Κατά την έννοια της αυτής συνταγματικής ρυθμίσεως, η οποία προβλέπει συγκεκριμένη διαδικασία εντός ορισμένων χρονικών ορίων και καθιερώνει ρητώς «ορισμένη θητεία» των μελών των ανεξαρτήτων αρχών, είναι μεν ανεκτή η συνέχιση της λειτουργίας των εν λόγω αρχών μετά τη λήξη της θητείας των μελών τους και μέχρι την επιλογή των νέων, μόνον όμως για εύλογο χρονικό διάστημα, το οποίο κρίνεται κατά τις εκάστοτε συντρέχουσες περιστάσεις. Τούτου έπεται ότι, μετά την πάροδο του ευλόγου χρόνου, το Σύνταγμα δεν ανέχεται πλέον την παράταση της θητείας των μελών της ανεξάρτητης αρχής, η δε ανεξάρτητη αρχή δεν διαθέτει, από το χρονικό αυτό σημείο και εφεξής, νόμιμη συγκρότηση (ΣτΕ Ολ 3515/2013, Ολ 2583-5/2017). Τέτοια παράταση προβλέπει η μεταβατική διάταξη του άρθρου 110 παρ. 12 του Ν. 4055/2012 κατά την οποία, «[α]πό την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου λήγει η θητεία των μελών των προβλεπόμενων από το Σύνταγμα ανεξάρτητων αρχών, που έχουν επιλεγεί από τη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής και έχουν υπηρετήσει ως τακτικά ή αναπληρωματικά μέλη στην ίδια αρχή συνολικά για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της οκταετίας. Για όσα από τα υπηρετούντα μέλη δεν έχουν συμπληρώσει οκταετία, από την αρχική επιλογή τους, η θητεία τους παρατείνεται μέχρι τη συμπλήρωση της οκταετίας. Η αντικατάσταση των αποχωρούντων κατά τα ανωτέρω μελών πραγματοποιείται μέσα σε έξι (6) μήνες από την έναρξη ισχύος του νόμου. Μέχρι την αντικατάσταση παρατείνεται η θητεία των αποχωρούντων». Ειδικά για το ΕΣΡ, με την απόφαση ΣτΕ Ολ 2583/2017 κρίθηκε ότι 26 και πλέον μήνες συνιστούν χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τον εύλογο χρόνο, κατά τον οποίο θα ήταν συνταγματικώς ανεκτή η διά νόμου παράταση της ληξάσης θητείας των μελών.
- Με την απόφαση ΣτΕ 82/2018, το Δικαστήριο ερμηνεύει τη μεταβατική διάταξη υπό το πρίσμα της διάταξης του άρθρου 101 του Συντάγματος ως εξής: το πεδίο εφαρμογής της μεταβατικού χαρακτήρα διατάξεως του δευτέρου εδαφίου της παρ. 12 του άρθρου 110 του Ν. 4055/2012 ερμηνευομένης υπό το φως εκείνης του άρθρου 101Α του Συντάγματος, δεν καταλαμβάνει τις περιπτώσεις μελών των ως άνω ανεξαρτήτων αρχών, των οποίων ήδη πριν την έναρξη ισχύος (2.4.2012) του Ν. 4055/2012 αφενός μεν είχε λήξει η θητεία, αφετέρου δε είχε επιπλέον παρέλθει και ο εύλογος χρόνος κατά τον οποίο θα ήταν συνταγματικώς ανεκτή η παράταση της ληξάσης θητείας αυτών.
ΣτΕ 82/2018
- Επειδή, για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (3402732,1271758/2012 έντυπα παραβόλου, σειρά Α΄).
- Επειδή, με την αίτηση αυτή, όπως συμπληρώθηκε με τα από 24.10.2014 και 18.11.2016 δικόγραφα προσθέτων λόγων, ζητείται η ακύρωση της υπ’ αριθμ. 309/6.6.2012 αποφάσεως του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης (Ε.Σ.Ρ.), με την οποία επιβλήθηκε στην αιτούσα εταιρεία «ΙΚΑΡΟΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΠΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ Α.Ε.», ιδιοκτήτρια του τηλεοπτικού σταθμού με τον διακριτικό τίτλο «ΚΡΗΤΗ TV», η διοικητική κύρωση του προστίμου ποσού ύψους 15.000 ευρώ για παραβάσεις της ραδιοτηλεοπτικής νομοθεσίας. Με την ίδια απόφαση ορίσθηκε ότι η διοικητική κύρωση του προστίμου είναι εκτελεστή και κατά του δευτέρου των αιτούντων, υπό την ιδιότητά του ως νομίμου εκπροσώπου της αιτούσης εταιρείας.
- Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 23 παρ. 1 του π.δ/τος 109/2010 (Α΄ 190) [περί εναρμονίσεως της ελληνικής ραδιοτηλεοπτικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της οδηγίας 2010/13/ΕΕ (ΕΕ L 95)], η αναλογία του χρόνου μετάδοσης διαφημιστικών μηνυμάτων μέσα σε κάθε δεδομένη ωρολογιακή ώρα, δεν πρέπει να υπερβαίνει το 20% (12 λεπτά ανά ώρα).
- Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Ε.Σ.Ρ., ύστερα από παρακολούθηση της δωδεκάωρης ροής προγράμματος του τηλεοπτικού σταθμού ΚΡΗΤΗ TV, που μεταδόθηκε στις 3.3.2012, από ώρας 18:00 έως 24:00, επέβαλε σε βάρος της αιτούσης το ένδικο πρόστιμο για παράβαση της προπαρατεθείσης διατάξεως του άρθρου 23 παρ. 1 του π.δ/τος 109/2010, με την ακόλουθη αιτιολογία: «[…] ο τηλεοπτικός σταθμός προέβαλλε από 19:00 έως 20:00 ώρας διαφημίσεις διαρκείας 14 λεπτών και 57 δευτερολέπτων, από 20:00 έως 21:00 ώρας διαφημίσεις διαρκείας 14 λεπτών και 24 δευτερολέπτων, από 22:00 έως 23:00 ώρας διαφημίσεις διαρκείας 12 λεπτών και 41 δευτερολέπτων, και από 23:00 έως 24:00 ώρας διαφημίσεις διαρκείας 14 λεπτών και 41 δευτερολέπτων, καθ’ υπέρβαση του νομίμου ορίου των 12 λεπτών ανά ώρα. Για την εν λόγω εκτροπή ενδείκνυται όπως επιβληθεί στον τηλεοπτικό σταθμό η διοικητική κύρωση του προστίμου».
- Επειδή, μετά την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 223/30.4.2013 απόφαση του Ε.Σ.Ρ., με την οποία απορρίφθηκε η από 21.3.2013 αίτηση θεραπείας που άσκησε η αιτούσα κατά της προσβαλλόμενης αποφάσεως με την αιτιολογία ότι «δεν προσκομίστηκε κανένα αποδεικτικό στοιχείο που να αναιρεί τα δια της προσβαλλόμενης αποφάσεως γενόμενα δεκτά πραγματικά περιστατικά». Από το προεκτιθέμενο περιεχόμενο της ανωτέρω υπ’ αριθμ. 223/30.4.2013 αποφάσεως του Ε.Σ.Ρ. προκύπτει ότι η απόρριψη με αυτήν της ασκηθείσης αιτήσεως θεραπείας εκδόθηκε χωρίς νέα κατ’ ουσίαν ουσιαστική έρευνα της υποθέσεως, δεδομένου ότι η Αρχή ενέμεινε σε όσα πραγματικά περιστατικά είχε δεχθεί με την ήδη προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 309/6.6.2012 απόφασή της, θεωρώντας ότι αυτά δεν αναιρούνται με βάση όσα εξέθεσε η αιτούσα με την αίτηση θεραπείας και το συναφές υπόμνημά της. Συνεπώς, η ανωτέρω υπ’ αριθμ. 223/30.4.2013 απόφαση του Ε.Σ.Ρ. δεν δύναται να λογισθεί ως συμπροσβαλλόμενη με την ήδη προσβαλλόμενη απόφαση πράξη διότι στερείται εκτελεστότητας (πρβλ. ΣτΕ 3170/2017, 2237/2015) και, ως εκ τούτου, όλοι οι λόγοι ακυρώσεως που στρέφονται ειδικώς κατά της τελευταίας αυτής αποφάσεως με το από 24.10.2014 δικόγραφο προσθέτων λόγων πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτοι.
- Επειδή, στο άρθρο 101Α του Συντάγματος, το οποίο προσετέθη με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων (ΦΕΚ Α΄ 84/17.4.2001), ορίζονται, μεταξύ των άλλων, τα εξής: «1. Όπου από το Σύνταγμα προβλέπεται η συγκρότηση και λειτουργία ανεξάρτητης αρχής, τα μέλη της διορίζονται με ορισμένη θητεία και διέπονται από προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία, όπως νόμος ορίζει. 2. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την επιλογή και την υπηρεσιακή κατάσταση του επιστημονικού και λοιπού προσωπικού που οργανώνεται για την υποστήριξη της λειτουργίας κάθε ανεξάρτητης αρχής. Τα πρόσωπα που στελεχώνουν τις ανεξάρτητες αρχές πρέπει να έχουν τα ανάλογα προσόντα, όπως νόμος ορίζει. Η επιλογή τους γίνεται με απόφαση της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής και με επιδίωξη ομοφωνίας ή πάντως με την αυξημένη πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων των μελών της. Τα σχετικά με τη διαδικασία επιλογής ορίζονται από τον Κανονισμό της Βουλής. 3. …». Το δε άρθρο 14 του Κανονισμού της Βουλής των Ελλήνων, όπως τροποποιήθηκε με τις από 20.6.1996, 6.12.2001, 18.6.2003 και 14.4.2010 αποφάσεις της Ολομελείας της Βουλής (ΦΕΚ Α΄ 151, 284, 161 και 157, αντιστοίχως), ορίζει ότι η Διάσκεψη των Προέδρων επιλέγει με εισήγηση του Προέδρου της Βουλής, ομοφώνως, άλλως με πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων των μελών της, τα μέλη των κατά το άρθρο 101 Α του Συντάγματος ανεξάρτητων αρχών.
- Επειδή, με τον εκτελεστικό του άρθρου 101Α του Συντάγματος ν. 3051/2002 (ΦΕΚ Α΄ 220/20.9.2002) ορίσθηκε, στο άρθρο 1, ότι: «1. Στις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου υπάγονται τα μέλη και το προσωπικό των ανεξάρτητων αρχών των οποίων η συγκρότηση και η λειτουργία προβλέπεται στο Σύνταγμα. 2. Ως “μέλη ανεξάρτητης αρχής” για την εφαρμογή του παρόντος νόμου θεωρούνται ο Πρόεδρος ή το ανώτατο μονοπρόσωπο όργανο διοίκησής της, ο Αντιπρόεδρος και τα άλλα μέλη, καθώς και οι αναπληρωτές αυτών, σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν κάθε αρχή». Περαιτέρω, με το άρθρο 3 παρ. 2 του νόμου αυτού ορίσθηκαν τα ακόλουθα: «Τα μέλη των ανεξάρτητων αρχών και οι αναπληρωτές τους, όπου προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις, επιλέγονται από τη Βουλή σύμφωνα με το άρθρο 101Α παρ. 2 του Συντάγματος και την προβλεπόμενη από τον Κανονισμό της Βουλής διαδικασία, διορίζονται δε με απόφαση του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση σε αυτόν της απόφασης της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής. Η θητεία τους είναι τετραετής και ανανεώνεται με τρόπο που διασφαλίζει τη συνέχεια της λειτουργίας των ανεξάρτητων αρχών, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 5 του παρόντος. Ο Πρόεδρος της ανεξάρτητης αρχής γνωστοποιεί εγγράφως στον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων τα ονόματα των μελών της, των οποίων η θητεία λήγει. Η γνωστοποίηση γίνεται δύο (2) μήνες πριν από τη λήξη της θητείας αυτών. Σε περίπτωση θανάτου, παραίτησης ή έκπτωσης μέλους ανεξάρτητης αρχής, διορίζεται νέο μέλος για το υπόλοιπο της θητείας. Τα μέλη των ανεξάρτητων αρχών δεν επιτρέπεται να επιλέγονται για περισσότερες από δύο θητείες, διαδοχικές ή μη. Η θητεία των μελών των ανεξάρτητων αρχών παρατείνεται αυτοδικαίως μέχρι το διορισμό νέων». Εξ άλλου, οι διατάξεις του ανωτέρω ν. 3051/2002 τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν και με το άρθρο 61 («Τροποποίηση και συμπλήρωση της νομοθεσίας των συνταγματικά κατοχυρωμένων ανεξάρτητων αρχών») του ν. 4055/2012 (ΦΕΚ Α΄ 51/12.3.2012, με έναρξη ισχύος από 2.4.2012 σύμφωνα με το άρθρο 113 αυτού). Μεταξύ άλλων, με την παράγραφο 2 του ως άνω άρθρου 61 αντικαταστάθηκε η παράγραφος 2 του άρθρου 3 του ν. 3051/2002 ως εξής: «Τα μέλη των ανεξάρτητων αρχών και οι αναπληρωτές τους, όπου προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις, επιλέγονται με απόφαση της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής των Ελλήνων, σύμφωνα με το άρθρο 101Α του Συντάγματος, μετά από προηγούμενη εισήγηση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας κατά τα οριζόμενα στον Κανονισμό της Βουλής. Η απόφαση της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής κοινοποιείται αμελλητί στον αρμόδιο κατά περίπτωση Υπουργό, ο οποίος οφείλει να εκδώσει την πράξη διορισμού εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση. Η θητεία των μελών είναι εξαετής χωρίς δυνατότητα ανανέωσης. Ο Πρόεδρος της ανεξάρτητης αρχής ενημερώνει εγγράφως τον Πρόεδρο της Βουλής για τη λήξη της θητείας των μελών τρεις μήνες από την ημερομηνία λήξης της θητείας τους. Σε περίπτωση θανάτου, παραίτησης ή έκπτωσης μέλους ανεξάρτητης αρχής διορίζεται νέο μέλος για το υπόλοιπο της θητείας. Στις μονοπρόσωπες αρχές το μέλος διορίζεται για πλήρη θητεία. Η παραίτηση θεωρείται ότι έγινε αποδεκτή μετά την πάροδο τριών μηνών από την υποβολή της, εφόσον μέχρι την ημερομηνία αυτή δεν έχει εκδοθεί και κοινοποιηθεί η πράξη αποδοχής της παραίτησης. Η θητεία των μελών των ανεξάρτητων αρχών παρατείνεται αυτοδίκαια μέχρι τον διορισμό νέων. Ο χρόνος παράτασης της θητείας δεν μπορεί να υπερβεί σε κάθε περίπτωση τους έξι μήνες. Η ανεξάρτητη αρχή μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί όχι όμως πέρα από ένα εξάμηνο, εάν κάποια από τα μέλη της εκλείψουν ή αποχωρήσουν για οποιονδήποτε λόγο ή απολέσουν την ιδιότητα, βάσει της οποίας ορίστηκαν, εφόσον τα λοιπά μέλη επαρκούν για το σχηματισμό απαρτίας».
- Επειδή, εκτός από τις πάγιες διατάξεις του άρθρου 61, ο Ν. 4055/2012 περιέλαβε ρυθμίσεις σχετικές με τις συνταγματικά κατοχυρωμένες ανεξάρτητες αρχές και στις μεταβατικές διατάξεις του. Ειδικότερα, στην παράγραφο 12 του άρθρου 110 του ανωτέρω νόμου προβλέπονται τα ακόλουθα: «Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου λήγει η θητεία των μελών των προβλεπόμενων από το Σύνταγμα ανεξάρτητων αρχών, που έχουν επιλεγεί από τη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής και έχουν υπηρετήσει ως τακτικά ή αναπληρωματικά μέλη στην ίδια αρχή συνολικά για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της οκταετίας. Για όσα από τα υπηρετούντα μέλη δεν έχουν συμπληρώσει οκταετία, από την αρχική επιλογή τους, η θητεία τους παρατείνεται μέχρι τη συμπλήρωση της οκταετίας. Η αντικατάσταση των αποχωρούντων κατά τα ανωτέρω μελών πραγματοποιείται μέσα σε έξι (6) μήνες από την έναρξη ισχύος του νόμου. Μέχρι την αντικατάσταση παρατείνεται η θητεία των αποχωρούντων».
- Επειδή, σύμφωνα με το προπαρατεθέν άρθρο 101Α του Συντάγματος, τα μέλη των συνταγματικώς κατοχυρωμένων ανεξαρτήτων αρχών (μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται, κατά το άρθρο 15 παρ. 2 του Συντάγματος, και το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης) απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας, πρέπει να έχουν ανάλογα με την αποστολή τους προσόντα και επιλέγονται από την Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής με ομόφωνη απόφαση ή, τουλάχιστον, με την αυξημένη πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων των μελών του οργάνου αυτού, ορίζονται δε με «ορισμένη θητεία». Κατά την έννοια, εξ άλλου, της αυτής συνταγματικής ρυθμίσεως, η οποία προβλέπει συγκεκριμένη διαδικασία εντός ορισμένων χρονικών ορίων και καθιερώνει ρητώς «ορισμένη θητεία» των μελών των ανεξαρτήτων αρχών, είναι μεν ανεκτή η συνέχιση της λειτουργίας των εν λόγω αρχών μετά τη λήξη της θητείας των μελών τους και μέχρι την επιλογή των νέων, μόνον όμως για εύλογο χρονικό διάστημα, το οποίο κρίνεται κατά τις εκάστοτε συντρέχουσες περιστάσεις. Τούτου έπεται ότι, μετά την πάροδο του ευλόγου χρόνου, το Σύνταγμα δεν ανέχεται πλέον την παράταση της θητείας των μελών της ανεξάρτητης αρχής, η δε ανεξάρτητη αρχή δεν διαθέτει, από το χρονικό αυτό σημείο και εφεξής, νόμιμη συγκρότηση (ΣτΕ Ολομ. 3515/2013, Ολ. 2583-5/2017).
- Επειδή, το πεδίο εφαρμογής της μεταβατικού χαρακτήρα διατάξεως του δευτέρου εδαφίου της παρ. 12 του άρθρου 110 του ν. 4055/2012 ερμηνευομένης, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, υπό το φως εκείνης του άρθρου 101Α του Συντάγματος, δεν καταλαμβάνει τις περιπτώσεις μελών των ως άνω ανεξαρτήτων αρχών, των οποίων ήδη πριν την έναρξη ισχύος (2.4.2012) του ν. 4055/2012 αφενός μεν είχε λήξει η θητεία, αφετέρου δε είχε επιπλέον παρέλθει και ο εύλογος χρόνος κατά τον οποίο θα ήταν συνταγματικώς ανεκτή η παράταση της ληξάσης θητείας αυτών.
- Επειδή, εν προκειμένω, η προσβαλλομένη απόφαση ελήφθη κατά τη συνεδρίαση του Ε.Σ.Ρ. της 6ης Ιουνίου 2012 με τη συμμετοχή, ως μέλους, του Κ. Τσουράκη, ο οποίος έχει διορισθεί ως τακτικό μέλος της ανεξάρτητης αυτής διοικητικής αρχής με την 21432/24.10.2005 απόφαση του Υπουργού Επικρατείας (Φ.Ε.Κ. Β΄ 1548/9.11.2005), με τετραετή, κατά το άρθρο 3 παρ. 2 του ν. 3051/2002, θητεία. Από της λήξεως, όμως, της κατά τα άνω τετραετούς θητείας του εν λόγω μέλους μέχρι της ημερομηνίας (6.6.2012) κατά την οποία τούτο μετέσχε στην ανωτέρω συνεδρίαση του Ε.Σ.Ρ., μεσολάβησαν τριάντα ένας (31) και πλέον μήνες, δηλαδή χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τον εύλογο χρόνο, κατά τον οποίο θα ήταν συνταγματικώς ανεκτή η αυτοδίκαιη παράταση της θητείας αυτού. Συνεπώς, υπό τα ανωτέρω δεδομένα, το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη υπό μη νόμιμη συγκρότηση, όπως βασίμως προβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση. Δεν καθιστά δε νόμιμη τη συγκρότηση του Ε.Σ.Ρ. κατά την κρίσιμη ημερομηνία η διάταξη του δευτέρου εδαφίου της παρ. 12 του άρθρου 110 του ν. 4055/2012, δεδομένου ότι η διάταξη αυτή, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, δεν καταλαμβάνει το ανωτέρω μέλος της Αρχής Κ. Τσουράκη, ως προς τον οποίο ήδη κατά την έναρξη ισχύος του ν. 4055/2012 (2.4.2012) είχε παρέλθει ο εύλογος χρόνος (29 περίπου μήνες) κατά τον οποίο θα ήταν συνταγματικώς ανεκτή η παράταση της ληξάσης θητείας του στις 9.11.2009, όσα δε περί του αντιθέτου υποστηρίζει η Αρχή με την από 17.10.2014 έκθεση των απόψεών της είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.
- Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη, παρελκούσης ως αλυσιτελούς της εξετάσεως των λοιπών λόγων ακυρώσεως.