Στο δεύτερο φροντιστηριακό μάθημα του Γενικού Διοικητικού Δικαίου (εαρινό εξάμηνο 2014), που θα διεξαχθεί στις 8 Μαΐου 2014, ώρα 8.30 πμ, στην αίθουσα Κωνσταντόπουλος, θα αναλυθούν τα ακόλουθα πρακτικά:
I. Πρακτικό
Στο άρθρο 17 παρ. 1 του ν. 3054/2002, «Οργάνωση της αγοράς πετρελαιοειδών και άλλες διατάξεις», προβλέπεται ότι «με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, για κάθε παράβαση του νόμου αυτού και των κατ΄εξουσιοδότησή του εκδιδομένων πράξεων επιβάλλεται πρόστιμο από 15.000 έως 1.500.000 ευρώ, ανάλογα με τη συχνότητα και τη βαρύτητα της παράβασης». Κατ’εξουσιοδότηση του νόμου αυτού εκδόθηκε η Δ2/Φ.5/9477/2003 απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, η οποία ρυθμίζει περιπτωσιολογικά τις υποχρεώσεις που πρέπει να τηρούν κατά τον ν. 3054/2002 οι διακινούντες πετρελαιοειδή και, αντιστοίχως, τις επιβαλλόμενες διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 17 του ν. 3054/2002. Το άρθρο 18 του ν. 3054/2002 προβλέπει τη σύσταση, στο Υπουργείο Ανάπτυξης, Κλιμακίων Ελέγχου, Διακίνησης και Αποθήκευσης Καυσίμων, ως αρμόδιων για τη διενέργεια ελέγχων σε όλα τα στάδια της διακίνησης και εμπορίας πετρελαιοειδών προϊόντων. Κατ’εξουσιοδότηση της διάταξης αυτής εκδόθηκε η Δ2/1297/2003 απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, η οποία ορίζει ότι στο Υπουργείο Ανάπτυξης συνιστώνται Κλιμάκια Ελέγχου Διακίνησης και Αποθήκευσης Καυσίμων για τη «διενέργεια επιτόπιων ελέγχων σε εγκαταστάσεις διύλισης, αποθήκευσης, μεταφοράς, τελικής πώλησης και γενικότερα διακίνησης προϊόντων ιδίως όσον αφορά τον τύπο και ποιότητα των διακινούμενων προϊόντων», τα οποία συγκροτούνται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Ανάπτυξης για ορισμένη γεωγραφική περιοχή και απαρτίζονται από δύο έως τέσσερις υπαλλήλους των Υπουργείων Ανάπτυξης ή Οικονομίας και Οικονομικών. Εν προκειμένω, με την από 1.9.2003 απόφαση του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Ανάπτυξης, ως μέλη του 3ου Κλιμακίου προς διενέργεια ελέγχων, μεταξύ άλλων, στο πρατήριο υγρών καυσίμων του Χ, ορίσθηκαν οι υπάλληλοι Α, Β, Γ και Δ του Υπουργείου Ανάπτυξης. Κατά τη διάρκεια δειγματοληπτικού ελέγχου που διενεργήθηκε την 1.10.2003 στο πρατήριο του Χ, ανιχνεύθηκε σε δείγμα σούπερ αμόλυβδης βενζίνης ο ιχνηθέτης «κινιζαρίνη» σε ποσοστό 0.24 mg/L, κατά παράβαση του ν. 3054/2002 και των αποφάσεων που έχουν εκδοθεί προς εξειδίκευση και εκτέλεσή του. Βάσει της διαπίστωσης αυτής, επιβλήθηκε στον πρατηριούχο Χ με την από 23.10.2003 απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης πρόστιμο ύψους 33.700 ευρώ για την ως άνω παράβαση.
Ερωτάται:
Α) Ποιά η νομική φύση των αποφάσεων Δ2/Φ.5/9477/2003 και Δ2/1297/2003 του Υπουργού Ανάπτυξης καθώς και του επιβληθέντος προστίμου;
Β) Επηρεάζει τη νομιμότητα της από 1.9.2003 απόφασης του Γενικού Γραμματέα η έλλειψη δημοσίευσής της;
Γ) Ευσταθεί ο ισχυρισμός του Χ ότι τα κλιμάκια ελέγχου δεν είχαν επιβάλει στο παρελθόν πρόστιμα σε πρατήρια υγρών καυσίμων για την ίδια παράβαση;
Δ) Επηρεάζει τη νομιμότητα της απόφασης περί επιβολής προστίμου το γεγονός ότι η Διοίκηση δεν κάλεσε τον Χ να εκφράσει τις απόψεις του ως προς την αποδοθείσα παράβαση, ενόψει της οποίας επιμέτρησε το επιβληθέν πρόστιμο;
Ε) Ποιές συνέπειες έχει για τον Χ η αντίθεση του νόμου 3054/2002 προς την οδηγία 85/374/ΕΟΚ για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σε θέματα ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων;
ΙΙ. Πρακτικό
Ο Α, μόνιμος υπάλληλος ΥΕ-βοηθητικού/υγειονομικού προσωπικού, υπέβαλε αίτηση μετάταξης σε θέση κατηγορίας ΔΕ-τεχνικού (ελαιοχρωματιστών). Το Διοικητικό Συμβούλιο (ΔΣ) του Νοσοκομείου Αγιος Ανδρέας, με το από 22.09.96 Πρακτικό του, παρέπεμψε την υπόθεση στο αρμόδιο Κοινό Υπηρεσιακό Συμβούλιο Υπαλλήλων ΝΠΔΔ Νομαρχίας Αχαΐας, το οποίο γνωμοδότησε υπέρ της αποδοχής του αιτήματος με το από 18.2.97 πρακτικό. Στη συνέχεια, ο Πρόεδρος του ΔΣ εξέδωσε την πράξη μετάταξης στις 20.3.97, η οποία εγκρίθηκε στις 20.4.97 από τον Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας (ΓΓΠ) Δυτικής Ελλάδας και δημοσιεύτηκε. Αργότερα όμως, ο αρμόδιος Επίτροπος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την από 10.9.97 πράξη του, επέστρεψε αθεώρητο το σχετικό χρηματικό ένταλμα, για τον λόγο ότι ο Α εστερείτο των τυπικών προσόντων της θέσης στην οποία μετατάχθηκε, διαπίστωση η οποία ήταν απολύτως ακριβής. Κατόπιν αυτού, ο Προεδρος του ΔΣ του Νοσοκομείου ανακάλεσε την προαναφερθείσα απόφασή του περί μετάταξης του Α με την από 27.9.98 πράξη του, επικαλούμενος την ανωτέρω πράξη του Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Τέλος, αφού εκδόθηκε η σχετική ανακλητική πράξη του Προέδρου του ΔΣ του Νοσοκομείου και η από 5.10.1998 εγκριτική αυτής από τον Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, όπως προέβλεπαν οι τότε ισχύουσες διατάξεις, η όλη διαδικασία ολοκληρώθηκε με τη δημοσίευση της ανάκλησης μετάταξης του Α.
Ο Α ισχυρίζεται ότι η ανάκληση ήταν παράνομη διότι: α) Ο Πρόεδρος του ΔΣ εσφαλμένως υπέλαβε ότι ηπράξη του Επιτρόπου τον υποχρέωνε να προβεί στην ανάκληση, β) δεν τηρήθηκε η διαδικασία έκδοσης της ανακαλούμενης πράξης, γ) οι νόμιμες πράξεις της Διοίκησης δεν υπόκεινται σε ανάκληση λόγω μεταγενέστερης διαφορετικής εκτίμησης των ιδίων πραγματικών περιστατικών και δ) ο Α δεν εκλήθη να εκφράσει τις απόψεις του πριν από την έκδοση της ανακλητικής πράξης.
Ερωτάται
1) Ποια η νομική φύση των πράξεων του Κοινού Υπηρεσιακού Συμβουλίου, του Προέδρου του ΔΣ και του ΓΓΠ που κατέληξαν στη μετάταξη του Α;
2) Η Διοίκηση ήταν υποχρεωμένη να προβεί στην ανάκληση της πράξης μετάταξης;
3) Ευσταθούν οι ισχυρισμοί του Α;