Στο φροντιστηριακό μάθημα της Παρασκευής, 4 Ιουνίου 2021, θα αναλυθούν οι ακόλουθες πρακτικές ασκήσεις:
- Πρακτικό θέμα
Με αίτησή του προς τη Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου Δύμης στις 10.5.1996, ο Α ζήτησε τη χορήγηση οικοδομικής άδειας για την ανέγερση αναψυκτηρίου σε αγροτεμάχιό του εντός των ορίων του εν λόγω Δήμου. Με την αίτησή του συνυπέβαλε και το απαιτούμενο από τη σχετική νομοθεσία τοπογραφικό διάγραμμα που απεικόνιζε το ως άνω αγροτεμάχιο, εμβαδού 7.300 τ.μ., καθώς και τους όμορους ιδιοκτήτες. Επειδή το ακίνητο βρίσκεται κοντά σε αρχαιολογικό χώρο, ζητήθηκε η προβλεπόμενη από τον νόμο γνώμη της αρμόδιας για την προστασία αρχαιοτήτων επιτροπής του Δήμου. Η οικοδομική άδεια εκδόθηκε στις 20.6.1996. Στις 30.6.1996, ο ιδιοκτήτης γειτονικής έκτασης Β ζήτησε με γραπτή αίτησή του προς την ως άνω Διεύθυνση να λάβει γνώση της οικοδομικής άδειας του Α. Η Διεύθυνση δεν απάντησε στην αίτηση αυτή. Ύστερα από επιτόπιες μετρήσεις που πραγματοποίησε, κατόπιν καταγγελίας του Β, ο πολιτικός μηχανικός της εν λόγω Διεύθυνσης, διαπιστώθηκε ότι, ενώ η οικοδομική άδεια ζητήθηκε και εκδόθηκε για το υπ’ αριθ. 1230 αγροτεμάχιο, το αναψυκτήριο ανηγέρθη από τον Α στο αγροτεμάχιο ιδιοκτησίας του υπ’ αριθ. 1210. Ο Α ενημερώθηκε για τις διαπιστώσεις αυτές με έγγραφο της ανωτέρω Διεύθυνσης, με το οποίο του ζητήθηκε να υποβάλει νέο τοπογραφικό διάγραμμα. Κατόπιν της υποβολής από τον Α τοπογραφικού διαγράμματος πανομοιότυπου προς το αρχικό, η εν λόγω Διεύθυνση ανακάλεσε, με απόφαση της 20.7.2003, την οικοδομική άδεια, για τον λόγο ότι το ακίνητο που εμφανιζόταν στα τοπογραφικά διαγράμματα αφορούσε το υπ’ αριθ. 1230 αγροτεμάχιο, προς εξαπάτηση της Διοίκησης, και ότι, βάσει της πραγματικής κατάστασης, δεν θα έπρεπε να εκδοθεί οικοδομική άδεια για το αγροτεμάχιο υπ’ αριθ. 1210, στο οποίο ο Α ανήγειρε το αναψυκτήριο, εφόσον αυτό στερείται της ελάχιστης κατά τη σχετική πολεοδομική νομοθεσία αρτιότητας των 4.000 τ.μ., οπότε δεν είναι δομήσιμο.
Ο Α ισχυρίζεται ότι η πράξη ανάκλησης είναι παράνομη, διότι:
α) Δεν εκλήθη να εκφράσει τις απόψεις του.
β) Από τη χορήγηση της άδειας παρήλθε ο εύλογος χρόνος που προβλέπεται στις διατάξεις περί ανάκλησης.
γ) Ο υπάλληλος της Διεύθυνσης που εξέδωσε την ανακλητική πράξη είχε διορισθεί παρανόμως στη θέση αυτή, ο δε διορισμός του ακυρώθηκε δικαστικά μετά την έκδοση της ανακλητικής πράξης.
δ) Δεν ζητήθηκε, πριν από την έκδοση της ανακλητικής πράξης, η γνώμη της αρμόδιας για την προστασία αρχαιοτήτων επιτροπής του Δήμου, η οποία είχε γνωμοδοτήσει για την έκδοση της άδειας.
Ερωτάται:
- Ευσταθούν οι ισχυρισμοί του Α;
- Υποχρεούται η Διοίκηση να επιτρέψει στον Β να λάβει γνώση της οικοδομικής άδειας του Α;
2.Πρακτικό Θέμα
Το άρθρο 23 ν. 1337/1983 προβλέπει την απαγόρευση των περιφράξεων σε ζώνη πλάτους 500 μ. από την ακτή ή την όχθη δημόσιων λιμνών. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής τούτης της ρύθμισης προβλέφθηκαν με απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας, σύμφωνα με την οποία, αν εμποδίζεται ή δυσχεραίνεται υπέρμετρα η πρόσβαση του κοινού στην παραλία, διατάσσεται η κατεδάφιση τμήματος ή του συνόλου της περίφραξης, που κείται εντός των ως άνω ορίων. Αρμόδιο όργανο για την έκδοση της απόφασης κατεδάφισης ορίστηκε ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Δόμησης ενώ κατά της σχετικής πράξης μπορούν να υποβληθούν, από κάθε ενδιαφερόμενο, αντιρρήσεις που επάγονται έλεγχο κατά το νόμο και την ουσία. Επί των αντιρρήσεων, τέλος, αποφαίνεται πενταμελής Επιτροπή, της οποίας πρόεδρος είναι ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Δόμησης.
Στις αρχές του καλοκαιριού του 2002, οι Α και Β -ιδιοκτήτες μεγάλων εκτάσεων γης «με μέτωπο» στην θάλασσα στο πρώτο πόδι της Χαλκιδικής- αντιμετώπισαν την οργή των τουριστών και των κατοίκων της περιοχής, καθώς κατά τους χειμερινούς μήνες είχαν φροντίσει να κατασκευάσουν 3 χιλιόμετρα συρμάτινου φράχτη για την προφύλαξη των πολυτελών εξοχικών κατοικιών τους. Κατόπιν αλλεπάλληλων καταγγελιών, ο Προϊστάμενος της αρμόδιας Υπηρεσίας εξέδωσε την απόφαση 1/2002, διά της οποίας αποφάσισε την κατεδάφιση επιμέρους τμημάτων της επίμαχης περίφραξης με την αιτιολογία ότι μόνον με αυτόν τον τρόπο είναι προσβάσιμη η ακτή για τους λουόμενους. Οι Α και Β άσκησαν ένσταση ενώπιον της Επιτροπής, η οποία και απορρίφθηκε με την 2/2002 απόφαση παρότι κατά της απόρριψης τάχθηκαν δύο μέλη. Σημειωτέον ότι κατά τη συνεδρίαση της Επιτροπής συμμετείχαν τέσσερα μέλη, περιλαμβανομένου του Προϊσταμένου, διότι το πέμπτο μέλος της είχε, δυστυχώς, πεθάνει έναν μήνα νωρίτερα.
Ερωτάται:
(1) Ποιες πράξεις εντοπίζετε στο πρακτικό και ποια η νομική τους φύση;
(2) Πώς είναι δυνατόν να απορρίφθηκε η ένσταση με δύο ψήφους τη στιγμή που η πρόταση περί αποδοχής της έλαβε επίσης δύο ψήφους;
(3) Οι Α και Β ισχυρίζονται ότι: (α) Η απόφαση κατεδάφισης είναι αναιτιολόγητη. (β) Η συμμετοχή του Προϊσταμένου στη συνεδρίαση της Επιτροπής καθιστά την απόφαση παράνομη λόγω παραβίασης της αρχής της αμεροληψίας μιας και ο ίδιος είχε εκδώσει την προσβαλλόμενη πράξη. (γ) Η Επιτροπή έπαυσε να είναι νομίμως συγκροτημένη μετά τον θάνατο ενός εκ των μελών της. Εξάλλου, δεν νοείται συλλογικό όργανο με άρτιο αριθμό μελών. (δ) Ο γραμματέας της Επιτροπής, που τηρούσε πρακτικά κατά τη συνεδρίαση, είχε διοριστεί παράνομα στο Δημόσιο (πλαστό πτυχίο), όπως αποδείχθηκε λίγες ημέρες μετά, οπότε και αποφασίστηκε η απόλυσή του. Περαιτέρω, είναι αδερφός του Γ, πρωτεργάτη στις αντιδράσεις κατά των περιφράξεων.
Ευσταθούν οι ισχυρισμοί τους;
(4) Ο Γ και ο Δ, θερμοί υποστηρικτές της κατεδάφισης, παρέστησαν στη συνεδρίαση της Επιτροπής ισχυριζόμενοι ότι: (α) Κακώς κλήθηκαν προς υποστήριξη της ένστασής τους οι Α και Β κατά την ημέρα της συνεδρίασης και κακώς παρευρέθηκαν προς υποστήριξη των απόψεών τους. (β) Οι αντιρρήσεις τυγχάνουν απορριπτέες διότι υποβλήθηκαν στην Υπηρεσία Αυθαιρέτων και όχι στην Υπηρεσία Δόμησης. (γ) Κακώς διατάχθηκε η κατεδάφιση τμημάτων και όχι του συνόλου της κατασκευής∙ ως καταγγέλλοντες, εξάλλου, έπρεπε να είχαν κληθεί σε ακρόαση προ της έκδοσης της πράξης.
Είχαν δίκιο;
Σημείωση: Τα νομικά δεδομένα του Πρακτικού είναι ακριβή μόνον ως προς το περιεχόμενο του ν. 1337/1983. Οι διατάξεις της απόφασης του Υπουργού Χωροταξίας έχουν «τροποποιηθεί» για τις ανάγκες της άσκησης.