Υποστήριξη Διδασκαλίας Ευγενίας Πρεβεδούρου

Φροντιστηριακά μαθήματα στο Γενικό Διοικητικό Δίκαιο (4 και 5 Δεκεμβρίου 2013)

Στα φροντιστηριακά μαθήματα του Γενικού Δικαίου της 4ης και 5ης Δεκεμβρίου 2013 θα αναλυθούν τα ακόλουθα πρακτικά θέματα:

Πρακτικό Ι (Σεπτέμβριος 2013)

Με την από 15.1.2002 απόφαση των Γενικών Γραμματέων των Υπουργείων Γεωργίας και Ανάπτυξης παραχωρήθηκε στην Ανώνυμη Εταιρία Α δημόσια έκταση 9.000 τ.μ. στη θέση «Νιφορέικα» του δήμου Δύμης Αχαΐας, για τη δημιουργία αποθηκευτικών χώρων πετρελαίου, μαζούτ και ασφάλτου προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι εμπορικοί και βιομηχανικοί σκοποί της. Η δραστηριότητα αυτή είχε αδειοδοτηθεί περιβαλλοντικά, όπως απαιτούν οι σχετικές διατάξεις περί παραχώρησης, με την από 5.9.2001 απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, με την οποία εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι για την εν λόγω εγκατάσταση, μετά την υποβολή μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων εκ μέρους της Α και την τήρηση της διαδικασίας γνωμοδότησης των σχετικών φορέων. Κατόπιν καταγγελίας του Συλλόγου Ιχθυοκαλλιεργητών Νομών Αχαΐας – Αιτωλοακαρνανίας εκδόθηκε η από 4.1.2003 κοινή απόφαση των Γενικών Γραμματέων των Υπουργείων Γεωργίας και Ανάπτυξης με την οποία ανακλήθηκε η ως άνω από 15.1.2002 απόφασή τους, για δύο λόγους. Ο πρώτος λόγος ήταν ότι με την απόφαση περί έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων δεν είχαν αξιολογηθεί πλήρως οι αιτιάσεις περί δυσμενών επιπτώσεων από την λειτουργία της μονάδος στις λειτουργούσες στην περιοχή μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας, στο περιβάλλον της περιοχής και στη δημόσια υγεία. Ο δεύτερος λόγος που αναφέρει η ανακλητική πράξη ήταν ότι η έκταση που παραχωρήθηκε είναι δασική κατά τις διατάξεις του άρθρου 3 παρ. 2 του Ν. 998/1979, ενώ η πράξη παραχώρησης, κατά πλάνη περί τα πράγματα, είχε θεωρήσει ότι εμπίπτει στην κατηγορία εκείνη των εκτάσεων, ως προς τις οποίες χωρεί παραχώρηση για την εγκατάσταση βιομηχανικών επιχειρήσεων. Πράγματι, με την από 5.11.2001 πράξη του αρμοδίου Διευθυντή Δασών, η παραχωρηθείσα έκταση χαρακτηρίστηκε ως χορτολιβαδική. Κατά της πράξης αυτής ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας άσκησε νομοτύπως ενδικοφανή προσφυγή, αρχικώς ενώπιον της Α΄βάθμιας Επιτροπής Επίλυσης Δασικών Αμφισβητήσεων, η οποία αποφάνθηκε ότι η έκταση είναι χορτολιβαδική, και, στη συνέχεια, ενώπιον της Β΄βάθμιας Επιτροπής Επίλυσης Δασικών Αμφισβητήσεων η οποία επιβεβαίωσε τον χαρακτηρισμό αυτό κατόπιν νέας έρευνας της υπόθεσης. Η σχετική ενδικοφανής διαδικασία ολοκληρώθηκε με το πρακτικό της Β΄βάθμιας Επιτροπής στις 28.3.2003. Η Α ισχυρίζεται ότι η από 4.1.2003 ανάκληση είναι παράνομη διότι: α) τα δύο αιτιολογικά της ερείσματα είναι εσφαλμένα και β) διότι δεν εκλήθη να εκφράσει τις απόψεις της.

Ερωτάται:

1. Ποιές είναι οι συνέπειες της πλάνης περί τα πράγματα στο καθεστώς της ανάκλησης μιας διοικητικής πράξης.

2. Ευσταθούν οι ισχυρισμοί της Α;

 

Πρακτικό ΙΙ (Ιούνιος 2013)

Το άρθρο 19 του Ν. 3421/2005 ορίζει τα ακόλουθα: «1. Αναβάλλεται η κατάταξη στις Ένοπλες Δυνάμεις των στρατευσίμων, οι οποίοι κατά την ημερομηνία που υποχρεούνται για κατάταξη είναι: α. … β. Κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος που διαπρέπουν σε επιστημονικές εργασίες ή έρευνες στο εξωτερικό.. Για τη χορήγηση ή μη της αναβολής αυτής και για τη διάρκειά της αποφασίζει, κατά περίπτωση, ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας ύστερα από εισήγηση επιτροπής που αποτελείται από έναν ανώτατο και έναν ανώτερο αξιωματικούς του Στρατολογικού Σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων και δύο καθηγητές ΑΕΙ. Η συγκρότηση της παραπάνω επιτροπής καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Οι καθηγητές των ΑΕΙ που συμμετέχουν στην εκάστοτε συνεδρίαση της επιτροπής είναι όμοιας ή συγγενούς ειδικότητας προς το γνωστικό πεδίο του εξεταζόμενου φακέλου …». Ο Α, ο οποίος γεννήθηκε το έτος 1977, έλαβε διαδοχικές αναβολές κατάταξης λόγω σπουδών και είχε υποχρέωση κατάταξης τον Μάιο του 2006. Στις 8 Μαΐου 2006, ο αιτών υπέβαλε αίτηση στο Στρατολογικό Γραφείο Β΄ Αθηνών, μαζί με τα σχετικά δικαιολογητικά, προκειμένου να τύχει περαιτέρω αναβολής στράτευσης, ως διαπρέπων σε επιστημονικές εργασίες και έρευνες στο εξωτερικό, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 19 παρ. 1 στοιχ. β΄ του Ν. 3421/2005. Από τα δικαιολογητικά αυτά προέκυπτε ότι ο αιτών είναι κάτοχος διδακτορικού διπλώματος της Εθνικής Ανώτατης Σχολής Ορυχείων Παρισίων στην ειδικότητα πληροφορική πραγματικού χρόνου, εργάζεται στη Γαλλία ως υπεύθυνος έργου για τη δημιουργία συστημάτων εικονικής πραγματικότητας στην εταιρεία L. και έχει δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά του κλάδου και συμμετοχή σε διεθνή επιστημονικά συνέδρια. Η αίτησή του απορρίφθηκε με την από 13.6.2006 απόφαση του Υπουργού Εθνικής Αμύνης, με την αιτιολογία ότι «από τα υποβληθέντα δικαιολογητικά δεν προκύπτει ότι η επίδοσή του στις επιστημονικές εργασίες και έρευνες στο εξωτερικό, καθώς και η απήχηση που έχουν αυτές στους διεθνείς ερευνητικούς και επιστημονικούς κύκλους είναι σε τέτοιο επίπεδο, ώστε αυτός να χαρακτηριστεί ως διαπρέπων…». Η απόφαση αυτή εκδόθηκε ύστερα από εισήγηση ταυτοσήμου περιεχομένου της επιτροπής του άρθρου 19 παρ. 3 του Ν. 3421/2005, στην οποία, όπως προκύπτει από το από 24.5.2006 πρακτικό συνεδρίασης, μετείχαν, ως μέλη, δύο αξιωματικοί του Στρατού και δύο μέλη Α.Ε.Ι. Τα μέλη της επιτροπής ορίσθηκαν με την από 4.8.2004 Κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Αμύνης και Παιδείας. Κατά τη συνεδρίαση της επιτροπής αυτής στις 24.5.2006, για την εξέταση του αιτήματος του αιτούντος, μετείχαν, ως μέλη Α.Ε.Ι., η Α, καθηγήτρια του Τμήματος Χημικών Μηχανικών του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ) και ο Β, αναπληρωτής καθηγητής του Τμήματος Ηλεκτρονικών Υπολογιστών και Πληροφορικής του ίδιου Πολυτεχνείου. Εξάλλου, όπως ρητά αναφέρεται στο ανωτέρω από 24.5.2006 πρακτικό της επιτροπής, η Α μετείχε ως αναπληρωματικό μέλος, στη θέση του τακτικού μέλους Χ, καθηγητή του Τμήματος Μηχανικών του ΕΜΠ, ο οποίος απεβίωσε την 1.11.2004. Ο Α ισχυρίζεται: ότι α) η συγκρότηση της επιτροπής του άρθρου 19 παρ. 3 του ν. 3421/2005, η οποία γνωμοδότησε επί του αιτήματός του για αναβολή κατάταξης, είναι παράνομη λόγω ζυγού αριθμού των μελών της β) η επιτροπή αυτή είχε κακή σύνθεση, δεδομένου ότι συμμετείχαν σ’αυτή δύο καθηγητές του ΕΜΠ γνωστικού αντικειμένου μη συναφούς προς αυτό της διατριβής του, γ) δεν εκλήθη σε προηγούμενη ακρόαση πριν από την έκδοση της δυσμενούς πράξης, δ) η απόφαση του Υπουργού είναι αναιτιολόγητη.

Ερωτάται: 1. Ποιά η νομική φύση της KYA, και της εισηγητικής έκθεσης; 2. Ποιές συνέπειες έχει η τυχόν υπέρμετρη καθυστέρηση γνωμοδότησης της επιτροπής; 3. Ευσταθούν οι ισχυρισμοί του Α;

Πρακτικό ΙΙΙ (Σεπτέμβριος 2013)

Ο Α, μόνιμος υπάλληλος ΥΕ-βοηθητικού/υγειονομικού προσωπικού, υπέβαλε αίτηση μετάταξης σε θέση κατηγορίας ΔΕ-τεχνικού (ελαιοχρωματιστών). Το Διοικητικό Συμβούλιο (ΔΣ) του Νοσοκομείου Αγιος Ανδρέας, με το από 22.09.96 Πρακτικό του, παρέπεμψε την υπόθεση στο αρμόδιο Κοινό Υπηρεσιακό Συμβούλιο Υπαλλήλων ΝΠΔΔ Νομαρχίας Αχαΐας, το οποίο γνωμοδότησε υπέρ της αποδοχής του αιτήματος με το από 18.2.97 πρακτικό. Στη συνέχεια, ο Πρόεδρος του ΔΣ εξέδωσε την πράξη μετάταξης στις 20.3.97, η οποία εγκρίθηκε στις 20.4.97 από τον Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας (ΓΓΠ) Δυτικής Ελλάδας και δημοσιεύτηκε. Αργότερα όμως, ο αρμόδιος Επίτροπος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την από 10.9.97 πράξη του, επέστρεψε αθεώρητο το σχετικό χρηματικό ένταλμα, για τον λόγο ότι ο Α εστερείτο των τυπικών προσόντων της θέσης στην οποία μετατάχθηκε, διαπίστωση η οποία ήταν απολύτως ακριβής. Κατόπιν αυτού, ο Προεδρος του ΔΣ του Νοσοκομείου ανακάλεσε την προαναφερθείσα απόφασή του περί μετάταξης του Α με την από 27.9.98 πράξη του, επικαλούμενος την ανωτέρω πράξη του Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Τέλος, αφού εκδόθηκε η σχετική ανακλητική πράξη του Προέδρου του ΔΣ του Νοσοκομείου και η από 5.10.1998 εγκριτική αυτής από τον Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, όπως προέβλεπαν οι τότε ισχύουσες διατάξεις, η όλη διαδικασία ολοκληρώθηκε με τη δημοσίευση της ανάκλησης μετάταξης του Α.

Ο Α ισχυρίζεται ότι η ανάκληση ήταν παράνομη διότι: α) Ο Πρόεδρος του ΔΣ εσφαλμένως υπέλαβε ότι η πράξη του Επιτρόπου τον υποχρέωνε να προβεί στην ανάκληση, β) δεν τηρήθηκε η διαδικασία έκδοσης της ανακαλούμενης πράξης, γ) οι νόμιμες πράξεις της Διοίκησης δεν υπόκεινται σε ανάκληση λόγω μεταγενέστερης διαφορετικής εκτίμησης των ιδίων πραγματικών περιστατικών και δ) ο Α δεν εκλήθη να εκφράσει τις απόψεις του πριν από την έκδοση της ανακλητικής πράξης.

Ερωτάται:

Ποιά η νομική φύση των πράξεων του Κοινού Υπηρεσιακού Συμβουλίου, του Προέδρου του ΔΣ και του ΓΓΠ που κατέληξαν στη μετάταξη του Α;

Η Διοίκηση ήταν υποχρεωμένη να προβεί στην ανάκληση της πράξης μετάταξης;

Ευσταθούν οι ισχυρισμοί του Α;

Για να κάνουμε την εμπειρία πλοήγησής σου καλύτερη, χρησιμοποιούμε cookies. περισσότερα

Για να σας παρέχουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία πλοήγησης στη σελίδα μας χρησιμοποιούμε cookies. Αν συνεχίσετε να πλοηγείστε στην ιστοσελίδα μας χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις σας για τα cookies, ή πατήσετε στο κουμπί "Αποδοχή" παρακάτω, σημαίνει πως δίνετε τη συναίνεσή σας για αυτό.

Κλείσιμο