Στο μάθημα της Σύνθεσης Δημοσίου Δικαίου, 5 Δεκεμβρίου 2022, θα αναλυθούν τα ακόλουθα πρακτικά θέματα:
I. Πρακτικό ζήτημα
Για την επιλογή Προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης ο Υπαλληλικός Κώδικας (ΥΚ) προβλέπει την έκδοση προκήρυξης των κενών θέσεων με καθορισμό των προϋποθέσεων συμμετοχής στο διαγωνισμό, απόφαση επιλογής του ειδικού Υπηρεσιακού Συμβουλίου με βάση αντικειμενικά κριτήρια και απόφαση τοποθέτησης του αρμοδίου οργάνου. Μεταξύ των τυπικών προσόντων προβλέπεται η κατοχή της θέσης του Προϊσταμένου Διεύθυνσης (διευθυντή).
Ο Α., Προϊστάμενος Διεύθυνσης του Πανεπιστημίου Π., συμμετείχε ως υποψήφιος για θέση προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης στο Π. κατά τις διατάξεις του ΥΚ, στην οποία τοποθετήθηκε, ωστόσο, ο συνυποψήφιός του Ε., επίσης Διευθυντής στο ίδιο Πανεπιστήμιο, δυνάμει της αριθ. Π/11-10-2013 Πρυτανικής Πράξης. Κατά της απόφασης αυτής ο Α. στράφηκε καταρχάς διοικητικά, υποβάλλοντας ένσταση με την οποία αιτήθηκε από τον Πρύτανη του Π να ακυρώσει την πράξη λόγω μη τήρησης πρακτικών από το Υπηρεσιακό Συμβούλιο. Υποστήριξε ότι η υποχρέωση αυτή δεν προβλέπεται, μεν, στον ΥΚ , προκύπτει, όμως, από το Σύνταγμα και η σχετική ρύθμιση του ΥΚ, που παραλείπει την υποχρέωση τήρησης πρακτικού, είναι αντισυνταγματική. Ο Α. προσέφυγε ακολούθως ενώπιον της δικαιοσύνης εντός του ιδίου έτους υποστηρίζοντας ως επιπλέον παρανομία της πρυτανικής πράξης Π/11-10-2013, ότι ο Πρύτανης, που την υπέγραψε, είχε εκλεγεί με βάση την στηριζόμενη σε αντισυνταγματική εξουσιοδοτική διάταξη απόφαση Φ του Υπουργού Παιδείας. Στηρίζει δε την αντισυνταγματικότητα της νομοθετικής αυτής διάταξης στο επιχείρημα ότι ο νόμος ρυθμίζοντας τον τρόπο ανάδειξης των οργάνων των ΑΕΙ παραβιάζει την αρχή της πλήρους αυτοδιοίκησης τους. Η προσβαλλόμενη πράξη ανακλήθηκε, τελικά, τον Οκτώβριο του επόμενου έτους (2014) από τον Πρύτανη με βάση τα υποστηριζόμενα στην ένσταση του Α. Μετά από την τήρηση πρακτικών από το Υπηρεσιακό Συμβούλιο εκδόθηκε νέα πράξη του Πρύτανη τον Μάιο του 2015 (Ρ/2015) περί εκ νέου τοποθέτησης του Ε. ως Γενικού Διευθυντή. Η συζήτηση του ενδίκου βοηθήματος του Α. κατά της αρχικής πρυτανικής πράξης προσδιορίσθηκε για τις 13/12/2015.
Ερωτάται:
- Ποια ή ποιες πράξεις της διαδικασίας επιλογής του Ε όφειλε να είχε προσβάλει ο Α κατά το έτος 2013, ενώπιον ποιου δικαστηρίου και με ποιο ένδικο βοήθημα;
- Με δεδομένο ότι δεν προβλέπεται στον ΥΚ η τήρηση πρακτικών κατά την συνέντευξη ενώπιον του Υπηρεσιακού Συμβουλίου, ήταν νόμιμη η ανάκληση της πρυτανικής πράξης με βάση το Σύνταγμα; Ειδικότερα, είχε αρμοδιότητα ο Πρύτανης να προβεί σε έλεγχο αντισυνταγματικότητας της σχετικής διάταξης του ΥΚ;
- Σε σχέση με τον (επιπλέον) λόγο του ενδίκου βοηθήματος του Α ενώπιον της δικαιοσύνης: Ποιο το περιεχόμενο της αρχής της πλήρους αυτοδιοίκησης των ΑΕΙ; Ευσταθεί ο επιπλέον ισχυρισμός, που προβάλει ο Α;
- Εάν κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του Α ενώπιον του Υπηρεσιακού Συμβουλίου, το μέλος του Υπ. Συμβουλίου Μ είπε απευθυνόμενος στον Α: «Ο ανήλικος γιός μου έχει πλουσιότερο βιογραφικό από το δικό σας», θα είχε λόγο ο Α. να ζητήσει την ακύρωση της επιλογής του Ε με βάση την αρχή της αμεροληψίας της διοίκησης; Θα μπορούσε να ασκήσει ο Α. αγωγή αποζημίωσης για την δήλωση του Μ.; Αν ναι, με βάση ποιες διατάξεις και κατά ποιου θα όφειλε να στρέψει την αγωγή του;
- Συζητείται παραδεκτά το ένδικο βοήθημα του Α κατά της Π/2013 πράξης τον Δεκέμβριο του 2015 ενόψει: α) της έκδοσης της Ρ/2015 πρυτανικής πράξης, β) του γεγονότος ότι ο Α κατά τον χρόνο αυτόν είχε ήδη συνταξιοδοτηθεί λόγω ορίου ηλικίας και δεν θα μπορούσε να τοποθετηθεί πλέον σε θέση Γενικού Διευθυντή;
Παραδεκτά προβάλει το πρώτον ο Α με υπόμνημα, που καταθέτει στις 5/12/2015 ενώπιον του δικαστηρίου του ενδίκου βοηθήματός του, ότι η πράξη ορισμού του Ε ως διευθυντή έπασχε παρανομίας και επομένως αυτός εστερείτο τυπικού προσόντος;
ΙΙ. Πρακτικό ζήτημα
Με την υπουργική απόφαση 1/2017, εκδοθείσα κατ’ εξουσιοδότηση νόμου, ορίσθηκε ότι οι εταιρείες που είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο καταβάλλουν ετησίως στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (Ν.Π.Δ.Δ.), η οποία ασκεί εποπτεία στη λειτουργία τους, εισφορά 20.000 ευρώ, ενώ ειδικά οι εταιρείες που έχουν χαμηλή διασπορά μετοχών (δηλαδή το μετοχικό τους κεφάλαιο κατέχουν λίγοι μέτοχοι) καταβάλλουν 50.000 ευρώ λόγω της αυξημένης ανάγκης εποπτείας. Η ως άνω Υ.Α. εκδόθηκε, μετά από γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, όπως ορίζει ο εξουσιοδοτικός νόμος, και δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 20.3.2017. Οι εταιρείες Α και Β, οι οποίες είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο και έχουν χαμηλή διασπορά μετοχών, άσκησαν στις 30.3.2017 αίτηση θεραπείας ενώπιον του Υπουργού που εξέδωσε την Υ.Α. 1/2017, ζητώντας την τροποποίησή της κατά το μέρος που ορίζει υψηλότερο ποσό εισφοράς των εταιρειών με χαμηλή διασπορά μετοχών έναντι των άλλων εταιρειών. Ο Υπουργός με την από 15.4.2017 απόφασή του απέρριψε την αίτηση θεραπείας. Κατόπιν αυτού οι εταιρείες Α και Β άσκησαν στις 14.6.2017 κοινό ένδικο βοήθημα κατά: α) της απορριπτικής απόφασης του Υπουργού και β) της ως άνω Υ.Α. 1/2017, ζητώντας να ακυρωθούν ως αντισυνταγματικές οι προσβαλλόμενες πράξεις κατά το μέρος που προβλέπουν μεγαλύτερο ποσό εισφοράς για τις εταιρείες με χαμηλή διασπορά μετοχών ή επικουρικώς το δικαστήριο να ορίσει μικρότερο ποσό από το προβλεπόμενο των 50.000. Ακολούθως, στις 30.11.2017 δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως η Υ.Α. 2/2017 η οποία τροποποίησε την 1/2017 μειώνοντας το ποσό της εισφοράς για τις εταιρείες με χαμηλή διασπορά μετοχών από 50.000 σε 40.000, ενώ στις 15.12.2017 η εταιρεία Β διεγράφη από τις εταιρείες που είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο. Ακολούθως, η υπόθεση συζητήθηκε στις 30.1.2018 στο αρμόδιο δικαστήριο.
Ερωτάται:
α) Ποιο είναι το προβλεπόμενο ένδικο βοήθημα και ποιο το αρμόδιο δικαστήριο για την προσβολή των ως άνω πράξεων;
β) Το από 14.6.2017 ασκηθέν ένδικο βοήθημα είναι παραδεκτό από την άποψη των προσβαλλόμενων πράξεων, του εννόμου συμφέροντος και της προθεσμίας;
γ) Μπορεί η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να μετάσχει στη δίκη και σε καταφατική περίπτωση με ποια ιδιότητα;
δ) Επηρεάζει η έκδοση της Υ.Α. 2/2017 τη συνέχιση της δίκης και αν ναι, ποιες δικονομικές δυνατότητες έχουν οι αιτούντες;
ε) Πως κρίνετε, από την άποψη των ορίων του δικαστικού ελέγχου, το κύριο και επικουρικό αίτημα των αιτούντων; Πως αξιολογείτε τον ισχυρισμό τους περί αντισυνταγματικότητας του ύψους της επιβληθείσας εισφοράς;
στ) Εάν στη συνέχεια βεβαιωθεί ταμειακά η οφειλή της εταιρίας Α λόγω μη καταβολής της προβλεπόμενης εισφοράς ερωτάται: (i) Ποιο ένδικο βοήθημα και ενώπιον ποιου δικαστηρίου έχει στη διάθεσή της αυτή κατά της εν λόγω ταμειακής βεβαίωσης και ii) Πως θα επηρεάσει την έκβαση της εν λόγω δίκης η τυχόν εν τω μεταξύ αποδοχή από το αρμόδιο δικαστήριο του από 14.6.2017 ενδίκου βοηθήματος;