Περιορισμός των αναδρομικών αποτελεσμάτων της ακύρωσης παράλειψης οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας (ΣτΕ Ολ 4446/2015, κατόπιν της αναβλητικής ΣτΕ Ολ 4003/2014)
1.Στις 15 Δεκεμβρίου 2015 δημοσιεύθηκε η απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας ΣτΕ Ολ 4446/2015 [4446_2015], η οποία εκδόθηκε κατόπιν της αναβλητικής ΣτΕ Ολ 4003/2014, με την οποία το Δικαστήριο, αντί να ακυρώσει την παράλειψη της Διοίκησης να προβεί στην επιβαλλόμενη από το άρθρο 41 παρ. 1 του Ν. 1249/1982 έκδοση απόφασης αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων της Χώρας, εφάρμοσε τη διάταξη της παραγράφου 3α του άρθρου 50 του ΠΔ 18/1989 και ανέβαλε την έκδοση οριστικής απόφασης, προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα στη Διοίκηση να προβεί στην ως άνω οφειλόμενη νόμιμη ενέργεια, εντός της εξάμηνης προθεσμίας που της έταξε. Πρόκειται για την πρώτη εφαρμογή της ως άνω νομοθετικής διάταξης από τον ακυρωτικό δικαστή. Επισημαίνεται ότι τη δικονομική αυτή δυνατότητα, στην οποία, πέρα της νομοθετικής βάσης, η Ολομέλεια προσδίδει και συνταγματικό έρεισμα [σκέψη 14 της ΣτΕ Ολ 4003/2014 και σκέψη 12 της ΣτΕ Ολ 4446/2015: «Οι ρυθμίσεις αυτές αποδίδουν, σε επίπεδο νόμου, δυνατότητες που έχει το Δικαστήριο, κατ’ ορθή ερμηνεία, απευθείας από τη μνημονευθείσα συνταγματική διάταξη (πρβλ. Σ.τ.Ε. 1422/2013, 1941/2013)»], είχε «διαπλάσει» και αξιοποιήσει πριν από τη νομοθετική της καθιέρωση το Ε΄ Τμήμα στις αποφάσεις ΣτΕ 1422/2013 και 1941/2013. Μετά την απόφαση της Ολομέλειας 4003/2014, τη διάταξη του άρθρου 3α του άρθρου 50 του ΠΔ 18/1989 εφάρμοσε και πάλι το Ε΄ Τμήμα με την απόφαση ΣτΕ 642/2015, που αφορούσε τον χαρακτηρισμό περιοχής ως Εθνικού Πάρκου. Εκρινε, ειδικότερα, ότι, για τον χαρακτηρισμό περιοχής ως Εθνικού Πάρκου είναι αναγκαία η έκδοση του προβλεπόμενου από το άρθρο 21 παρ. 1 και 2 του Ν. 1650/1986 προεδρικού διατάγματος, οπότε οι χερσαίες, υδάτινες και θαλάσσιες περιοχές των εκβολών των ποταμών Γαλλικού, Αξιού, Λουδία και Αλιάκμονα, της Αλυκής Κίτρους και της λιμνοθάλασσας Καλοχωρίου και της ευρύτερης περιοχής αναρμοδίως χαρακτηρίσθηκαν ως Εθνικό Πάρκο με την προσβαλλόμενη κοινή υπουργική απόφαση, η οποία θα έπρεπε να ακυρωθεί. Αντί της ακύρωσης, το Τμήμα ανέβαλε την έκδοση οριστικής απόφασης για έξι μήνες, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 50 παρ. 3α του π.δ/τος 18/1989, προκειμένου η Διοίκηση να εκδώσει το προβλεπόμενο στις εφαρμοστέες διατάξεις προεδρικό διάταγμα.
2. Όσον αφορά τις αποφάσεις ΣτΕ Ολ 4003/2014 και Ολ 4446/2015, το ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας αξιοποίησε και τις δύο δικονομικές δυνατότητες που προβλέπει ο Ν. 4274/2014, δηλαδή τόσο την προαναφερθείσα της παραγράφου 3α του άρθρου 50 του ΠΔ 18/1989, για την έκδοση αναβλητικής απόφασης προκειμένου η Διοίκηση να διορθώσει τις διαπιστωθείσες πλημμέλειες ή να προβεί στην οφειλόμενη νόμιμη ενέργεια, όσο και αυτή της παραγράφου 3β, για την αναδρομή των αποτελεσμάτων της ακύρωσης σε χρονικό σημείο μεταγενέστερο του χρόνου έναρξης της ισχύος της προσβαλλόμενης πράξης ή παράλειψης. Επιβάλλεται μάλιστα να τονισθεί ότι η ΣτΕ Ολ 4446/2015 είναι η πρώτη απόφαση με την οποία το Συμβούλιο της Επικρατείας εφαρμόζει τη διάταξη της παραγράφου 3β του άρθρου 50 του ΠΔ 18/1989, περί περιορισμού των αναδρομικών αποτελεσμάτων ακύρωσης, σε ακυρωτική διαφορά, η οποία αποτελεί, άλλωστε, το ρυθμιστικό αντικείμενο της εν λόγω διάταξης. Πράγματι, στις αποφάσεις ΣτΕ Ολ 4741/2014 (περί αντισυνταγματικότητας των διατάξεων που αφορούν τις περικοπές των αποδοχών των πανεπιστημιακών) και ΣτΕ Ολ 2287, 2288/2015 (περί αντισυνταγματικότητας των νόμων 4051 και 4093/2012, οι οποίοι είχαν θεσπίσει περικοπές στις κύριες και επικουρικές συντάξεις), η Ολομέλεια εφήρμοσε αναλογικά τις διατάξεις του Ν. 4274/2014 –καθόσον επιτρέπουν στον ακυρωτικό δικαστή να περιορίζει την αναδρομικότητα της ακύρωσης των παρανόμων διοικητικών πράξεων– στις αγωγές αποζημίωσης και στις διαφορές ουσίας, μέσω άκρως διασταλτικής ερμηνείας της διάταξης του άρθρου 1 του Ν. 3900/2010 περί πιλοτικής δίκης. Δέχθηκε, δηλαδή, ότι για τους ενάγοντες και όσους άλλους έχουν ασκήσει ένδικα μέσα ή βοηθήματα μέχρι τον χρόνο δημοσίευσης της απόφασης, η διαγνωσθείσα αντισυνταγματικότητα θα έχει αναδρομικό χαρακτήρα. Αντίθετα, δεν μπορεί να γίνει επίκληση της αντισυνταγματικότητας των διατάξεων αυτών για τη θεμελίωση αποζημιωτικών αξιώσεων άλλων μελών του ΔEΠ των Α.Ε.Ι., που αφορούν περικοπείσες, βάσει των οικείων διατάξεων, αποδοχές τους, ή άλλων συνταξιούχων που αφορούν περικοπείσες, βάσει των οικείων διατάξεων, συνταξιοδοτικές παροχές τους, για χρονικά διαστήματα προγενέστερα του χρονικού σημείου δημοσίευσης της αντίστοιχης απόφασης. Επομένως, μολονότι λειτουργεί στο πλαίσιο ενός συστήματος διάχυτου και παρεμπίπτοντος ελέγχου συνταγματικότητας των νόμων, το Συμβούλιο της Επικρατείας μετέθεσε χρονικά τις συνέπειες της διαπιστωθείσας αντισυνταγματικότητας των εφαρμοστέων στις εξεταζόμενες υποθέσεις νομοθετικών ρυθμίσεων, ασκώντας κατ’ ουσία αρμοδιότητες συνταγματικού δικαστηρίου, οι οποίες στην ελληνική έννομη τάξη ανήκουν στο ΑΕΔ. Επιπλέον, επέβαλε στον δικαστή ο οποίος θα επιληφθεί στο μέλλον αγωγής αποζημίωσης θεμελιουμένης στην εν λόγω αντισυνταγματικότητα την υποχρέωση να εφαρμόσει αντισυνταγματικό νόμο, κατά παράβαση του άρθρου 87 παρ. 2 του Συντάγματος [βλ.συναφώς www.prevedourou.gr, Αντισυνταγματικότητα των περικοπών των αποδοχών των μελών ΔΕΠ. Περιορισμός της χρονικής έκτασης των αποτελεσμάτων της αντισυνταγματικότητας (ΣτΕ Ολ 4741/2014) και Αναλογική εφαρμογή του άρθρου 22 του Ν. 4274/2014, περί περιορισμού των αναδρομικών αποτελεσμάτων ακυρωτικής απόφασης, στη διάγνωση της αντισυνταγματικότητας διάταξης στο πλαίσιο αγωγής αποζημίωσης (ΣτΕ Ολ 2287, 2288, 2289 και 2290/2015), με τις σχετικές βιβλιογραφικές παραπομπές]. Κατά την απόφαση ΣτΕ Ολ 4446/2015, η δυνατότητα περιορισμού των αναδρομικών αποφάσεων ακυρωτικής δικαστικής αποφάσεως καλύπτει και την ακύρωση παράλειψης οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας, η οποία μάλιστα έγκειται στην παράλειψη έκδοσης κανονιστικής πράξης.
Συνοπτική παρουσίαση της απόφασης ΣτΕ Ολ 4446/2015
Επανάληψη διαπιστώσεων και κρίσεων της ΣτΕ Ολ 4003/2014
3. Οι σκέψεις 5-13 της ΣτΕ Ολ 4446/2015 επαναλαμβάνουν τις σκέψεις 7-15 της αναβλητικής/παραπεμπτικής ΣτΕ Ολ 4003/2014. Όπως προκύπτει από τη σύνοψη της συλλογιστικής του Δικαστηρίου (σκέψη 15 της ΣτΕ Ολ 4303/2014 και 13 της ΣτΕ Ολ 4446/2015), κρίθηκε ότι η διαπιστωθείσα παράλειψη της Διοίκησης να προβεί στην επιβαλλόμενη από το άρθρο 41 παρ. 1 του Ν. 1249/1982 έκδοση απόφασης αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων της Χώρας θα ήταν ακυρωτέα, κατ’ αποδοχή προβαλλόμενου λόγου, και μάλιστα από τον χρόνο συντέλεσης αυτής. Το Δικαστήριο όμως, εκτιμώντας τις συνθήκες της υπόθεσης και σταθμίζοντας αφ’ ενός τα έννομα συμφέροντα των αιτούντων και αφ’ ετέρου το έντονο δημόσιο συμφέρον, συνιστάμενο στην αποφυγή αιφνίδιας διαταραχής των φορολογικών εσόδων του Κράτους, υπό τις παρούσες δημοσιονομικές συνθήκες, έκρινε ότι, κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 3α του άρθρου 50 του ΠΔ 18/1989, έπρεπε, αντί αναδρομικής ακύρωσης, να αναβληθεί η έκδοση οριστικής απόφασης, προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα στη Διοίκηση να προβεί στην ως άνω οφειλόμενη νόμιμη ενέργεια. Εκτίμησε μάλιστα ότι, προς τούτο, το τρίμηνο δεν αποτελεί επαρκές χρονικό διάστημα, οπότε χορήγησε στη Διοίκηση προθεσμία έξι μηνών από την κοινοποίηση της 4003/2014 απόφασης. Ειδικότερα, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η Διοίκηση έχει παραλείψει παρανόμως να προβεί στην επιβαλλόμενη από το άρθρο 41 παρ. 1 του Ν. 1249/1982 έκδοση απόφασης αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων της Χώρας, ανέβαλε την έκδοση οριστικής απόφασης και έταξε στη Διοίκηση εξάμηνη προθεσμία από την κοινοποίηση της απόφασης, προκειμένου να προβεί στην άνω οφειλόμενη νόμιμη ενέργεια.
Διαπίστωση της παρέλευσης της προθεσμίας χωρίς έκδοση της αναμενόμενης απόφασης από τη Διοίκηση – Ενέργειες της Διοίκησης – Λόγοι αδυναμίας τήρησης της προθεσμίας – Αίτημα παράτασης της προθεσμίας – Νομοθετική υποχρέωση αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών
4. Στη σκέψη 14 της ΣτΕ Ολ 4446/2015, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η εξάμηνη προθεσμία που τάχθηκε στη Διοίκηση για την έκδοση απόφασης αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων της Χώρας παρήλθε στις 21.5.2015 και ότι η Διοίκηση δεν εξέδωσε απόφαση αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών ούτε μέχρι την ημερομηνία αυτή ούτε και μεταγενέστερα. Στην ίδια σκέψη παρατίθενται οι ενέργειες στις οποίες προέβη η Διοίκηση και οι λόγοι αδυναμίας τήρησης της προθεσμίας τους οποίους αυτή εξέθεσε η Διοίκηση. Επισημαίνεται ότι ζητήθηκε από το Δικαστήριο παράταση της προθεσμίας αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών ακινήτων, μέχρι το τέλος του 2016, «διότι είναι ανέφικτη η αναπροσαρμογή υπό τις παρούσες συνθήκες, σε σύντομο χρονικό διάστημα», αλλά και διότι υπάρχει υποχρέωση της Διοίκησης, σύμφωνα με την περίπτωση 2.2 της παραγράφου Γ του άρθρου 3 του Ν. 4336/2015, να αναπροσαρμόσει τις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων, με στόχο την εναρμόνισή τους με τις τιμές της αγοράς, μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2016, προκειμένου να εφαρμοστούν τον Ιανουάριο του 2017. Στη σκέψη 15 παρατίθεται το χωρίο του άρθρου 3 του Ν. 4336/2015 (με τον οποίο κυρώθηκε το Μνημόνιο Συνεννόησης για τριετές πρόγραμμα του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας) σχετικά με την αναθεώρηση των ζωνών αντικειμενικών αξιών. Oι σχετικές διατάξεις προβλέπουν τα εξής: «iii. … Έως τον Οκτώβριο του 2015, η κυβέρνηση: α) … η) ενόψει τυχόν αναθεώρησης των ζωνών αντικειμενικών αξιών για τα ακίνητα, θα προσαρμόσει τους φορολογικούς συντελεστές επί της ακίνητης περιουσίας, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, για να διασφαλιστεί ότι τα έσοδα από το φόρο ακίνητης περιουσίας το 2016 θα ανέλθουν τουλάχιστον στο ποσό των 2,65 δισεκατομμυρίων ευρώ, και θα προσαρμόσει την εναλλακτική ελάχιστη φορολογία επί του εισοδήματος φυσικών προσώπων». … «v. Φόρος ακίνητης περιουσίας. Έως τον Σεπτέμβριο του 2016, οι αρχές θα εναρμονίσουν όλες τις αντικειμενικές αξίες ακινήτων με τι;ς τιμές της αγοράς, με ισχύ από τον Ιανουάριο του 2017. Μέχρι εκείνη την ημερομηνία, θα διασταυρώσουν το σύνολο των ιδιοκτησιακών συμφερόντων με τα στοιχεία για το σύνολο των ατομικών ιδιοκτησιών στο κτηματολόγιο (βασικό παραδοτέο)».
Εξέταση και απόρριψη του αιτήματος της Διοίκησης περί παράτασης της προθεσμίας αναπροσαρμογής – Μειοψηφία
5. Στη σκέψη 16, το Δικαστήριο εξετάζει το αίτημα παράτασης της προθεσμίας αναπροσαρμογής και καταλήγει στην απόρριψή του για τους εξής λόγους: «Πρώτον, διότι δυνατότητα παράτασης της ταχθείσας, κατ’ εφαρμογή της ανωτέρω εξαιρετικής διάταξης του άρθρου 50 παρ. 3α του π.δ. 18/1989, προθεσμίας (η οποία μάλιστα εν προκειμένω ορίστηκε εξάμηνη αντί τρίμηνης) για την εκπλήρωση οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας, δεν είναι, κατ’ αρχήν, δυνατή· δεύτερον, διότι ο ν. 4336/2015 είναι στοιχείο μεταγενέστερο της 21ης.5.2015 (οπότε έληξε η προθεσμία εντός της οποίας η Διοίκηση όφειλε να εκδώσει απόφαση αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων της Χώρας, κατά τα εκτεθέντα στη δέκατη τέταρτη σκέψη) και, κατ’ αρχήν, δεν είναι ληπτέος υπόψη· τρίτον, διότι, εν πάση περιπτώσει, η παράταση αυτή δεν ενδείκνυται να χορηγηθεί: α) ενόψει όσων εκτέθηκαν στη δέκατη σκέψη, β) ενόψει του ότι προσκομίστηκε από το Δημόσιο σχέδιο νομοσχεδίου, με τις διατάξεις του οποίου καθορίζονται μεταβατικές τιμές προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων και, ειδικότερα, νέες τιμές ζώνης και νέοι συντελεστές εμπορικότητας, γεγονός που υποδηλώνει την, κατ’ αρχήν, δυνατότητα συμμόρφωσης προς την 4003/2014 απόφαση του Δικαστηρίου· το νομοσχέδιο όμως τούτο δεν προωθήθηκε προς ψήφιση, γ) ενόψει του ότι Διοίκηση έχει υπόψη της, όπως προκύπτει από τη μνημονευθείσα διάταξη του άρθρου 3 του ν. 4336/2015, ότι, έως τον Οκτώβριο του 2015, ήταν πιθανή η αναθεώρηση των ζωνών αντικειμενικών αξιών για τα ακίνητα. Κατόπιν τούτων, η παράλειψη της Διοίκησης να προβεί στην επιβαλλόμενη από το άρθρο 41 παρ. 1 του ν. 1249/1982 έκδοση απόφασης αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων της Χώρας πρέπει να ακυρωθεί». Διατυπώθηκε, πάντως, και η ακόλουθη μειοψηφούσα γνώμη υπέρ της χορήγησης περαιτέρω προθεσμίας στη Διοίκηση, με επίκληση του συνταγματικού ερείσματος των σχετικών εξουσιών του Δικαστηρίου που του επιτρέπει να αποκλίνει, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, από τις ειδικότερες ρυθμίσεις των δικονομικών διατάξεων που τις προβλέπουν: όπως κρίθηκε με την 4003/2014 απόφαση της Ολομελείας του Δικαστηρίου (σκέψη 14) το Δικαστήριο έχει τη συνταγματική ευχέρεια να αποκλίνει, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, από τις ειδικότερες ρυθμίσεις των δικονομικών διατάξεων του άρθρου 22 του Ν. 4274/2014, με το οποίο προστέθηκαν παράγραφοι 3α, 3β και 3γ στο άρθρο 50 του π.δ. 18/1989. Η ευχέρεια αυτή περιλαμβάνει και τη δυνατότητα του Δικαστηρίου να παρατείνει, όταν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, την βάσει των ανωτέρω διατάξεων αρχικώς ταχθείσα στη Διοίκηση προθεσμία προκειμένου αυτή να προβεί σε συγκεκριμένη οφειλόμενη νόμιμη ενέργεια. Στην εν προκειμένω περίπτωση συντρέχουν, κατά τη γνώμη αυτή, οι εξαιρετικές περιστάσεις, οι οποίες επιβάλλουν την παράταση της προθεσμίας μέχρι 31.12.2016, όπως αιτείται το Δημόσιο …. Ειδικότερα ο αντικειμενικός προσδιορισμός της αξίας των ακινήτων, η αναπροσαρμογή του οποίου συνιστά σύνθετο τεχνικό ζήτημα, αποτελεί, με χρήση διαφόρων επιμέρους συντελεστών, τη βάση υπολογισμού σειράς φορολογικών επιβαρύνσεων, οι οποίες συνιστούν αναγκαίους πόρους για την εκπλήρωση των θεμελιωδών κρατικών σκοπών. Η επιτέλεση των σκοπών αυτών, μεταξύ των οποίων πρωτεύουσα θέση έχει η επιβαλλόμενη από το Σύνταγμα προστασία των οικονομικά αδύνατων, είναι ιδιαίτερα κρίσιμη στην παρούσα παρατεταμένη περίοδο μείζονος –εθνικής- οικονομικής κρίσης. Επομένως, …, επιβάλλεται η χορήγηση νέας προθεσμίας στη Διοίκηση μέχρι 31.12.2016 προκειμένου να προβεί στην επιβαλλόμενη από το άρθρο 41 παρ. 1 του ν. 1249/1982 έκδοση απόφασης αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων της Χώρας».
Απόκλιση από τον κανόνα της αναδρομικής ακύρωσης και επί παραλείψεων οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας της Διοίκησης
6. Στη σκέψη 17, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι με τη διάταξη της παρ. 3β του άρθρου 50 του π.δ. 18/1989 δόθηκε η δυνατότητα στο Συμβούλιο της Επικρατείας, υπό προϋποθέσεις τις οποίες το ίδιο σταθμίζει, να αποκλίνει, σε εξαιρετικές πάντως περιπτώσεις, από τον κανόνα της αναδρομικής ακύρωσης και να καθορίσει μεταγενέστερο χρόνο επέλευσης των συνεπειών της ακύρωσης (ΣτΕ Ολ 4741/2014, Ολ 2287/2015, Ολ 2288/2015) και κρίνει ότι η δυνατότητα αυτή του Δικαστηρίου υπάρχει και επί παραλείψεων οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας της Διοίκησης.
Αναδρομή της ακύρωσης της παράλειψης στις 21.5.2015, ημερομηνία λήξης της προθεσμίας εντός της οποία η Διοίκηση όφειλε να εκδώσει την απόφαση περί αναπροσαρμογής – Μειοψηφία
7. Στη σκέψη 18, το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις συνθήκες της υπόθεσης και σταθμίζοντας τα συμφέροντα των διαδίκων, ιδίως δε την ύπαρξη έντονου δημόσιου συμφέροντος, συνισταμένου στην, κατά το δυνατόν, αποφυγή αιφνίδιας διακύμανσης των φορολογικών εσόδων του Κράτους υπό τις παρούσες δυσμενείς δημοσιονομικές συνθήκες, έκρινε ότι «η ακύρωση της παράλειψης της Διοίκησης να εκδώσει απόφαση αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων της Χώρας πρέπει, κατ’ εφαρμογή της παρ. 3β του άρθρου 50 του π.δ. 18/1989, να μην αναδράμει στο χρόνο συντέλεσής της, αλλά στις 21.5.2015, ημερομηνία λήξης της προθεσμίας εντός της οποίας η Διοίκηση όφειλε, κατά τα ανωτέρω, να εκδώσει την απόφαση αυτή. Συνεπώς, η ουσιαστική ισχύς της απόφασης που υποχρεούται να εκδώσει η Διοίκηση σε συμμόρφωση προς την παρούσα απόφαση πρέπει να αναδράμει στις 21.5.2015». Διατυπώθηκε, πάντως, και μειοψηφούσα γνώμη, η οποία επικαλείται συνταγματικούς λόγους, αναγόμενους στις αρχές του κράτους δικαίου και στο δικαίωμα δικαστικής προστασίας, για να αποκλείσει τη δυνατότητα μετάθεσης του χρόνου ακύρωσης μιας κανονιστικής πράξης σε μεταγενέστερο χρόνο από αυτόν που συντελέστηκε: σύμφωνα με το άρθρο 50 παρ. 1 του π.δ. 18/1989 η απόφαση που δέχεται την αίτηση ακυρώσεως απαγγέλλει την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης και συνεπάγεται νόμιμη κατάργησή της έναντι όλων, είτε πρόκειται για κανονιστική, είτε πρόκειται για ατομική πράξη. Η μετάθεση του χρόνου ακύρωσης μιας κανονιστικής πράξης σε μεταγενέστερο χρόνο από αυτόν που συντελέστηκε αφ’ ενός δεν βρίσκει έρεισμα στα άρθρα 1 του Ν. 3900/2010 και 50 παρ. 1 του π.δ. 18/1989, αφ’ ετέρου, και προεχόντως, αντίκειται σε θεμελιώδεις συνταγματικές αρχές και διατάξεις, όπως ειδικότερα εκτίθεται κατωτέρω: τη διατύπωση με δικαστική απόφαση, κανόνων γενικής εφαρμογής, επιτακτικών ή απαγορευτικών, αποκλείει πρωτίστως η αρχή της διάκρισης των εξουσιών (άρθρο 26 του Συντάγματος) που αποτελεί ειδικότερη έκφανση της θεμελιώδους συνταγματικής αρχής του Κράτους Δικαίου· διότι, βάσει της αρχής αυτής, τέτοιοι κανόνες θεσπίζονται μόνο από τα όργανα της νομοθετικής εξουσίας ή, κατόπιν ειδικής εξουσιοδοτήσεως νόμου, από την κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση, όχι δε από τα όργανα της δικαστικής εξουσίας (δικαστήρια), των οποίων το έργο, κατά το άρθρο 87 παρ. 1 του Συντάγματος, συνίσταται στην απονομή της δικαιοσύνης, στην επίλυση δηλαδή διαφορών μεταξύ συγκεκριμένων προσώπων (του Κράτους συμπεριλαμβανομένου) με έκδοση αποφάσεως ισχυούσης μεταξύ των μερών. Περαιτέρω, ο περιορισμός της χρονικής εκτάσεως των αποτελεσμάτων του ακυρωτικού αποτελέσματος κανονιστικής πράξης συνιστά στέρηση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας κατά παράβαση των άρθρων 20 παρ. 1 του Συντάγματος και 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ. Κατά άλλη μειοψηφούσα γνώμη, η ακύρωση της παράλειψης της Διοίκησης να εκδώσει απόφαση αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων της Χώρας πρέπει να αναδράμει στις 14.12.2015, δηλαδή την προηγούμενη της δημοσίευσης της παρούσας απόφασης”.
Ειδική βιβλιογραφία: Κ. Μενουδάκου, Ο ακυρωτικός δικαστής, φύλακας της νομιμότητας και της αποτελεσματικής δράσης της Διοίκησης (εισήγηση στο επιμορφωτικό Σεμινάριο της Σχολής Δικαστών, Κομοτηνή, 7.11.2012, με θέμα «Διοικητική Δικαιοσύνη: Φυσιογνωμία και Προοπτικές. Ο διοικητικός δικαστής και οι σύγχρονες προκλήσεις», υπό δημοσίευση)· του ιδίου, Η άσκηση του δικαστικού λειτουργήματος: Προβλήματα και προοπτικές (σκέψεις κατά τη σχετική ημερίδα της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών, Θεσσαλονίκη, 25.11.2013)· K. Γώγου, Η παράλειψη της διοίκησης να αναπροσαρμόσει τις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων ως πεδίο εφαρμογής των “διευρυμένων εξουσιών” του διοικητικού δικαστή – Σκέψεις για την ΣτΕ Ολ 4003/2014, ΤοΣ 2014, σ. 677· του ιδίου, Ο κατά χρόνο περιορισμός των ακυρωτικών αποτελεσμάτων της δικαστικής απόφασης την πρόσφατη νομολογία ΣτΕ, ΘΠΔΔ 8-9/2015, σ. 726· του ιδίου, Προς μια ενωσιακή δικονομία των περιβαλλοντικών διαφορών: όψεις της δικαστικής προστασίας κατά την περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων υπό το φως της νεότερης νομολογίας του ΔΕΕ, ΕφημΔΔ 4/2015, σ. 514· Ηλ. Κουβαρά, Ν. 4274/2014. Οι νέες διατάξεις για την ακυρωτική δίκη: Η θετικοποίηση σε δικονομικό επίπεδο της αρχής της ασφάλειας δικαίου, ΘΠΔΔ 8-9/2014, σ. 718-741· του ιδίου, Η δικαστική απόφαση ως πεδίο συμβιβασμού δημοσίου και ιδιωτικού συμφέροντος (Σχόλιο στη ΣτΕ Ολ 4003/2014), ΕφημΔΔ 6/2014, σ. 718· Ε. Πρεβεδούρου, Νομοθετικές πρωτοβουλίες και νομολογιακές εξελίξεις στον περιορισμό των αναδρομικών αποτελεσμάτων ακυρωτικής δικαστικής απόφασης, ΘΠΔΔ 6/2014, σ. 570· Ε. Πρεβεδούρου/Σ. Κυβέλος, Νεότερες εξελίξεις ως προς τον περιορισμό της υποχρέωσης συμμόρφωσης της Διοίκησης προς ακυρωτική απόφαση (με αφορμή την απόφαση ΣτΕ 2151/2014 7μ), ΔιΔίκη 6/2014, σ. 1476· Ε. Πρεβεδούρου/Σ. Κυβέλος, Σκέψεις ως προς τη δυνατότητα της Διοίκησης να “διορθώσει” a posteriori παράνομη διοικητική πράξη μετά τις ρυθμίσεις του Ν. 4274/2014 (με αφορμή την απόφαση ΣτΕ Ολ 4003/2014), ΘΠΔΔ 12/2014, σ. 1072· Ε. Πρεβεδούρου/Σ. Κυβέλος, Ακύρωση κανονιστικών πράξεων λόγω αντισυνταγματικότητας της εξουσιοδοτικής διάταξης. Το περιεχόμενο της συμμόρφωσης της Διοίκησης: ΣτΕ Ολ 1251/2015, ΘΠΔΔ 4/2015, σ. 360. Βλ. και www.prevedourou.gr, Ερμηνεία του άρθρου 22 του Ν. 4274/2014 – Συνταγματικό έρεισμα των νέων εξουσιών του ακυρωτικού δικαστή (ΣτΕ Ολ 4003/2014).