Μαγδαληνή-Χριστίνα Βλάχου-Βλαχοπούλου, Ανεξάρτητα Συστήματα Φυσικού Αερίου (ΑΣΦΑ), Νομική Βιβλιοθήκη, Σειρά Δίκαιο της Ενέργειας και Κλίμα, 2022, σελ. ΧΧΧV + 593
- Πρόλογος: Διευθυντές Σειράς (Κ. Γώγος/Αικ. Ηλιάδου/Θ. Φορτσάκης)
- Γιάννης Κουρνιώτης, Δικηγόρος, Εταίρος της Δικηγορικής Εταιρείας «Λαμπαδάριος & Συνεργάτες»
- Βιβλιοκρισία: Ευγενία Β. Πρεβεδούρου, καθηγήτρια Νομικής Σχολής ΑΠΘ
1. Η νέα σειρά «Δίκαιο της Ενέργειας και Κλίμα», της Νομικής Βιβλιοθήκης, ξεκινά με ένα δυναμικό σε περιεχόμενο και εντυπωσιακό σε όγκο βιβλίο. Πρόκειται για τα «Ανεξάρτητα Συστήματα Φυσικού Αερίου (ΑΣΦΑ)», τηςκ. Μαγδαληνής-Χριστίνας Βλάχου-Βλαχοπούλου, λαμπρής φοιτήτριας στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ και νυν υποψήφιας διδάκτορος στη Νομική Σχολή του ΕΚΠΑ. Η θεματική εντάσσεται στο πεδίο του Δικαίου της Ενέργειας και αφορά τη λειτουργία της απελευθερωμένης υπερεθνικής αγοράς ενός ζωτικού αγαθού, του φυσικού αερίου, αναδεικνύοντας τους βασικούς άξονες ρύθμισης, τις αδυναμίες και τις προοπτικές της.
2. Τα Ανεξάρτητα Συστήματα Φυσικού Αερίου (ΑΣΦΑ) αποτελούν σημαντικό τμήμα της εγχώριας και ενωσιακής αγοράς φυσικού αερίου. Παράλληλα, ο ρόλος τους ενισχύεται διαρκώς, καθώς αποτελούν έναν από τους βασικότερους παράγοντες διαφοροποίησης των ενεργειακών πηγών της Ένωσης και των κρατών μελών της. Η σημασία τους για την ασφάλεια του εφοδιασμού της Ένωσης διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στις πρωτοβουλίες που έχουν αναληφθεί σε επίπεδο στρατηγικό, νομοθετικό και οικονομικό προς περαιτέρω ανάπτυξη των συστημάτων φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Το βιβλίο της κ. Βλάχου-Βλαχοπούλου αποτελεί μία εκτεταμένη πραγματεία για τον τομέα του φυσικού αερίου και τη ρύθμισή του σε επίπεδο εθνικό και ευρωπαϊκό, με έμφαση στα Ανεξάρτητα Συστήματα Φυσικού Αερίου, που συνιστούν ιδιαιτερότητα της ελληνικής έννομης τάξης.
3. Το έργο αναπτύσσεται σε τέσσερα μέρη. Το Α’ Μέρος είναι αφιερωμένο στην αγορά φυσικού αερίου στην εθνική και την ενωσιακή της διάσταση (1ο Κεφάλαιο), στη χονδρεμπορική αγορά φυσικού αερίου και τα μοντέλα οργάνωσής της (2ο Κεφάλαιο), καθώς και στον ρόλο της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας στον τομέα του φυσικού αερίου (3ο Κεφάλαιο). Ειδικότερα, στο 1ο Κεφάλαιο επιχειρείται μία διεξοδική παρουσίαση της αγοράς του φυσικού αερίου, τόσο σε εθνικό όσο και σε ενωσιακό επίπεδο. Μετά από σύντομη αναφορά στην έννοια του φυσικού αερίου και την ιστορία που έχει ακολουθήσει το συγκεκριμένο καύσιμο μέχρι να φτάσει, σήμερα, στο σημείο να αποτελεί τη δεύτερη σημαντικότερη πηγή ενέργειας σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης [1], παρατίθενται οι διεργασίες που έλαβαν χώρα, προκειμένου το φυσικό αέριο να ενταχθεί στο ενεργειακό μείγμα της Ελλάδας και της Ένωσης. Στη συνέχεια, παρουσιάζεται η ιδιαίτερη πορεία που έχει ακολουθήσει το φυσικό αέριο στην πρωτογενή [2] και την παράγωγη [3] ενωσιακή νομοθεσία, με τα κελεύσματα της δεύτερης, πρωτίστως δε τα σχετιζόμενα με την απελευθέρωση της αγοράς φυσικού αερίου, να έχουν, σε μείζονα βαθμό, συνδιαμορφώσει την εθνική πολιτική και νομοθεσία στον τομέα αυτό. Την αποδελτίωση των βασικών σημείων των «γενεών» μέτρων που έχουν, κατά καιρούς, θεσπιστεί από τον ευρωπαίο νομοθέτη για τη σταδιακή μετάβαση σε μια απελευθερωμένη αγορά φυσικού αερίου, η οποία κρίνεται ότι θα συμβάλει στον ευρύτερο στόχο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, ακολουθεί εκτεταμένη αναφορά στη διάρθρωση της, σχετικά νέας αλλά ταχέως αναπτυσσόμενης, ελληνικής αγοράς φυσικού αερίου και των επιμέρους δραστηριοτήτων που αυτή περιλαμβάνει. Τέλος, παρουσιάζονται οι βασικοί άξονες του Οδικού Χάρτη Αγοράς Φυσικού Αερίου για την περίοδο 2017-2022 [4].
4. Ως λιανική αγορά φυσικού αερίου νοείται η αγορά προμήθειας φυσικού αερίου σε τελικούς πελάτες, δηλαδή σε πρόσωπα που αγοράζουν φυσικό αέριο αποκλειστικά για δική τους χρήση. Από το 2018, η συγκεκριμένη αγορά έχει αποβάλει τον μονοπωλιακό χαρακτήρα που είχε μέχρι τότε και, πλέον, οι εταιρείες προμήθειας φυσικού αερίου σε τελικούς πελάτες δραστηριοποιούνται χωρίς περιορισμούς στις περιοχές όπου λειτουργεί δίκτυο διανομής. Στον αντίποδα της λιανικής αγοράς φυσικού αερίου, με τον όρο χονδρική ή, άλλως, χονδρεμπορική αγορά φυσικού αερίου νοείται ο τόπος συνάντησης εισαγωγέων και προμηθευτών, όπου οι μεν πρώτοι διαθέτουν και πωλούν το φυσικό αέριο που εισάγουν, ενώ οι δεύτεροι απορροφούν και αγοράζουν το φυσικό αέριο που απαιτείται για την εξυπηρέτηση των ενεργειακών αναγκών των πελατών τους, δηλαδή με στόχο την περαιτέρω διάθεσή του. Τα μοντέλα που εφαρμόζονται διεθνώς για την οργάνωση της χονδρεμπορικής αγοράς ενέργειας [5], συμπεριλαμβανομένου του φυσικού αερίου, είναι τρία: το σύστημα των υποχρεωτικών δημοπρασιών ενέργειας, η χρηματιστηριακή αγορά και οι διμερείς συμβάσεις φυσικής παράδοσης. Στο 2ο Κεφάλαιο παρουσιάζονται τα τρία αυτά συστήματα, εκ των οποίων το πρώτο έχει εφαρμοστεί για χρόνια στη χώρα μας στον τομέα του ηλεκτρισμού, το δεύτερο αποτελεί το σήμερα ισχύον καθεστώς στον ίδιο τομέα, περιλαμβάνοντας και χρηματοπιστωτικά μέσα, και το τρίτο, κατά σειρά, συνιστά το μοντέλο λειτουργίας της αγοράς φυσικού αερίου σήμερα. Ωστόσο, ήδη έχουν αναληφθεί σημαντικές πρωτοβουλίες για την υιοθέτηση, στην Ελλάδα, μιας χρηματιστηριακού τύπου χονδρεμπορικής αγοράς φυσικού αερίου [6], όπως εκτίθεται στο 2ο Κεφάλαιο του Α’ Μέρους.
5. Ο ρόλος της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) στη ρύθμιση και εποπτεία της αγοράς φυσικού αερίου έχει ενισχυθεί σημαντικά [7], ιδίως, μετά τη θέση σε ισχύ του βασικού ενεργειακού νόμου της ελληνικής έννομης τάξης, του Ν. 4001/2011, το Μέρος Α’ του οποίου είναι εξ ολοκλήρου αφιερωμένο στη ΡΑΕ. Η Αρχή διαθέτει νευραλγικές αρμοδιότητες στον τομέα του φυσικού αερίου, με μείζονος σημασίας, μεταξύ άλλων, την αδειοδότηση των ενεργειακών δραστηριοτήτων, την παρακολούθηση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού και την προστασία των καταναλωτών. Την παρουσίαση των αρμοδιοτήτων της ΡΑΕ ακολουθεί αναφορά στα μέσα που διαθέτει η Αρχή για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της, όπως η έκδοση κανονιστικών και ατομικών διοικητικών πράξεων, ακόμα και η επίλυση διαφορών. Μάλιστα, γίνεται εκτενής αναφορά στον θεσμό της μόνιμης διαιτησίας στη ΡΑΕ [8], στις παθογένειες, αλλά και τις προοπτικές του. Το 3ο Κεφάλαιο του Α’ Μέρους κλείνει με την παρουσίαση των σχέσεων της ΡΑΕ με τις ρυθμιστικές αρχές άλλων κρατών μελών, την Ένωση και τις εθνικές ανεξάρτητες διοικητικές αρχές.
6. Το Β’ Μέρος της μελέτης αντιμετωπίζει το κεντρικό ζήτημα των ΑΣΦΑ και των κανόνων που τα διέπουν. Όπως τονίστηκε, ο τομέας του φυσικού αερίου, συνεπεία της προϊούσας απελευθέρωσής του, παρουσιάζει την ιδιαιτερότητα ότι περιλαμβάνει δραστηριότητες, αφενός, μονοπωλιακού χαρακτήρα, στηριζόμενες σε υποδομές που θεωρούνται φυσικά μονοπώλια και, αφετέρου, δραστηριότητες πλήρως ανοιχτές στον ελεύθερο ανταγωνισμό. Απότοκα αυτής της διχοτόμησης [9] της ελεύθερης αγοράς φυσικού αερίου είναι ορισμένοι βασικοί κανόνες οι οποίοι διέπουν την οργάνωσή της και καθιστούν ομαλή τη συνύπαρξη των φορέων που δραστηριοποιούνται στην κάθε επιμέρους κατηγορία ενεργειακών δραστηριοτήτων (ανταγωνιστικές και μη). Οι κανόνες αυτοί παρουσιάζονται στο 1ο Κεφάλαιο του Β’ Μέρους. Τα Ανεξάρτητα Συστήματα Φυσικού Αερίου, κατά το μέτρο που αποτελούν υποδομές φυσικού αερίου, διέπονται από τους κανόνες αυτούς. Τέτοιοι κανόνες είναι, μεταξύ άλλων, ο διαχωρισμός των πρώην καθετοποιημένων επιχειρήσεων φυσικού αερίου (unbundling) [10], η υποχρέωση παροχής πρόσβασης σε τρίτους (Third-Party Access) [11], η ειδική τιμολογιακή πολιτική για τις μη ανταγωνιστικές δραστηριότητες [12] και η επιβολή υποχρεώσεων παροχής Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) [13]. Ταυτόχρονα και δεδομένου ότι το ως άνω πλέγμα υποχρεώσεων ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά την ανάπτυξη νέων υποδομών φυσικού αερίου, προβλέπεται και η δυνατότητα χορήγησης εξαίρεσης (exemption) από βασικούς κανόνες οργάνωσης των υποδομών φυσικού αερίου για τις νέες υποδομές, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις και με την τήρηση ειδικής διαδικασίας [14].
7. Το 2ο Κεφάλαιο του Β’ Μέρους παρουσιάζει συστηματοποιημένα τους κανόνες που διέπουν τα ΑΣΦΑ σε επίπεδο νομοθετικό και κανονιστικό. Κατ’ αρχάς, διευκρινίζεται ότι, με τον όρο Ανεξάρτητα Συστήματα Φυσικού Αερίου (ΑΣΦΑ), ο Έλληνας νομοθέτης αναφέρεται σε: (α) Συστήματα Μεταφοράς Φυσικού Αερίου, (β) Εγκαταστάσεις Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου και (γ) Εγκαταστάσεις Αποθήκευσης Φυσικού Αερίου. Οι εν λόγω υποδομές φυσικού αερίου αποτελούν τη βάση στην οποία στηρίζονται και ασκούνται οι αντίστοιχες ενεργειακές δραστηριότητες, δηλαδή η μεταφορά φυσικού αερίου, η επαναεριοποίηση υγροποιημένου φυσικού αερίου (ΥΦΑ) και η αποθήκευση φυσικού αερίου. Πρόκειται για υποδομές οι οποίες είναι ανεξάρτητες από το Εθνικό Σύστημα Φυσικού Αερίου (ΕΣΦΑ) και συμβάλλουν στη διασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας και τη διαφοροποίηση των ενεργειακών πηγών. Ο ενεργειακός νόμος 4001/2011 διαλαμβάνει ειδικό κεφάλαιο για τη ρύθμιση των ζητημάτων που σχετίζονται με την οργάνωση και λειτουργία των ΑΣΦΑ, τις υποχρεώσεις των οικείων διαχειριστών, καθώς και θέματα σχετιζόμενα με τη χωροθέτηση των σχετικών έργων. Οι ρυθμίσεις αυτές εξειδικεύονται, έτι περαιτέρω, με τον Κανονισμό Αδειών Φυσικού Αερίου [15], ο οποίος ρυθμίζει και τις κρίσιμες για την αδειοδότηση των ΑΣΦΑ παραμέτρους. Τέλος, αναδεικνύεται ο σημαίνων ρόλος που διαδραματίζει η δευτερογενής νομοθεσία στη ρύθμιση του τομέα του φυσικού αερίου και, ευρύτερα, της αγοράς ενέργειας.
8. Στο 3ο Κεφάλαιο του Β’ Μέρους της μελέτης γίνεται μία προσπάθεια συγκριτικής προσέγγισης των συστημάτων φυσικού αερίου, με την παρουσίαση της αγοράς φυσικού αερίου και, ιδίως, του τομέα των υποδομών φυσικού αερίου και της ρύθμισης που τις διέπει, σε διάφορα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχουν επιλεγεί ως σημεία αναφοράς η Γαλλία και η Γερμανία, χώρες με ανεπτυγμένη αγορά φυσικού αερίου, κάθε μία από τις οποίες, όμως, παρουσιάζει τις δικές της ιδιαιτερότητες. Οι ιδιαιτερότητες αυτές συνδέονται με στοιχεία πολιτικά, νομικά, οικονομικά και γεωμορφολογικά, αναδεικνύοντας πόσο πολυπρισματικός είναι ο τομέας του φυσικού αερίου, αλλά και πόσο επηρεάζεται από τις ειδικές συνθήκες που επικρατούν σε κάθε κράτος μέλος, με συνέπεια τη δυσκολία υιοθέτησης πλήρως ομοιογενούς ρύθμισης για όλα τα κράτη μέλη συλλήβδην. Άλλωστε, και τα ΑΣΦΑ αποτελούν μία ιδιαιτερότητα της ελληνικής έννομης τάξης, συνδεόμενη με τα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά που παρουσιάζει η ελληνική αγορά φυσικού αερίου και τον συγκεκριμένο βαθμό ανάπτυξής της. Το Κεφάλαιο αυτό «κλείνει» με μία ευσύνοπτη επισκόπηση των Εγκαταστάσεων ΥΦΑ που βρίσκονται σε στάδιο λειτουργίας ή ανάπτυξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση [16], κατά το μέτρο που το ΥΦΑ τείνει να αναδειχθεί σε μείζονα παράγοντα ασφάλειας ενεργειακού εφοδιασμού και διαφοροποίησης των πηγών φυσικού αερίου, όπως συνομολογεί και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στον τομέα του ΥΦΑ στην Ισπανία και την Ιταλία. Η πρώτη χώρα διαθέτει τις περισσότερες εγκαταστάσεις ΥΦΑ στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οπότε έχει τη μεγαλύτερη δυναμικότητα επαναεριοποίησης (regasification capacity) και αποτελεί τον μεγαλύτερο εισαγωγέα ΥΦΑ. Η δεύτερη, η οποία είναι διασυνδεδεμένη με τη χώρα μας, διαθέτει μία, επίσης, ιδιαίτερα αναπτυγμένη υποδομή ΥΦΑ.
9. Το Γ’ Μέρος της μελέτης προσεγγίζει την πρακτική εφαρμογή της «κατασκευής» των ΑΣΦΑ στην ελληνική πραγματικότητα, παρουσιάζοντας το καθένα από τα έργα ΑΣΦΑ που αναπτύσσονται ή ήδη λειτουργούν στην ελληνική επικράτεια, είτε είναι αγωγοί φυσικού αερίου είτε εγκαταστάσεις ΥΦΑ και αποθήκευσης φυσικού αερίου. Το πρώτο και μοναδικό, μέχρι στιγμής, εν λειτουργία ΑΣΦΑ είναι ο διασυνδετήριος αγωγός TAP, η κατασκευή του ελλαδικού τμήματος του οποίου ξεκίνησε το 2016 και η εμπορική του λειτουργία το 2020. Έπειτα, σε φάση ανάπτυξης βρίσκεται, ο διασυνδετήριος αγωγός IGB, του οποίου η κατασκευή ξεκίνησε το 2019 και η θέση του σε εμπορική λειτουργία επιδιώκεται να λάβει χώρα εντός του έτους 2022. Αμφότερα τα ως άνω ΑΣΦΑ αποτελούν Συστήματα Μεταφοράς Φυσικού Αερίου. Στην ίδια κατηγορία, καίτοι βρίσκονται σε αρκετά πιο πρώιμο στάδιο, εντάσσονται ο διασυνδετήριος αγωγός EastMed, ο αγωγός IGI ΠΟΣΕΙΔΩΝ και ο διασυνδετήριος αγωγός Ελλάδας-Βόρειας Μακεδονίας. Παράλληλα, σε φάση ανάπτυξης βρίσκονται δύο πλωτές Εγκαταστάσεις ΥΦΑ, μία στο Θρακικό Πέλαγος, γνωστή και ως ΥΦΑ Βορείου Ελλάδος ή FSRU Αλεξανδρούπολης και μία στους Αγίους Θεοδώρους Κορινθίας, γνωστή και ως ΥΦΑ Κορίνθου ή ΑΣΦΑ Διώρυγα Gas. Η Εγκατάσταση ΥΦΑ Βορείου Ελλάδος αναμένεται να τεθεί σε εμπορική λειτουργία το έτος 2023, ενώ η Εγκατάσταση ΥΦΑ Κορίνθου επιδιώκεται να τεθεί σε δοκιμαστική λειτουργία το 2022. Το 2ο Κεφάλαιο του Γ’ Μέρους της μελέτης ασχολείται με την πρακτική εφαρμογή της συγκεκριμένης κατηγορίας ΑΣΦΑ. Τέλος, σε εξέλιξη βρίσκεται διαγωνισμός του ΤΑΙΠΕΔ αναφορικά με την ανάδειξη Αναδόχου για την παραχώρηση, χρήση, ανάπτυξη και εκμετάλλευση του υπόγειου φυσικού χώρου που έχει προκύψει από την εξάντληση του υποθαλάσσιου κοιτάσματος φυσικού αερίου στην περιοχή της Νότιας Καβάλας [17]. Tο υπό δημοπράτηση έργο συνίσταται στη μετατροπή του υπό εξάντληση υποθαλάσσιου κοιτάσματος φυσικού αερίου στην περιοχή της Νότιας Καβάλας στην πρώτη υπόγεια Αποθήκη Φυσικού Αερίου (Underground Gas Storage – UGS) της χώρας. Στα συνδεόμενα με την εν λόγω υποδομή φυσικού αερίου ζητήματα είναι αφιερωμένο το 3ο Κεφάλαιο του Γ’ Μέρους.
10. Επομένως, στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή είτε λειτουργούν είτε βρίσκονται σε φάση ανάπτυξης έργα που υπάγονται σε όλες τις παραπάνω κατηγορίες ΑΣΦΑ. Ταυτόχρονα, υπάρχει έντονο ενδιαφέρον για περαιτέρω ανάπτυξη έργων ΑΣΦΑ στην ευρύτερη περιοχή, γεγονός που αναδεικνύει τη σημασία των ΑΣΦΑ για την ενίσχυση και διεύρυνση της ενεργειακής αγοράς της χώρας. Ο ρόλος των ΑΣΦΑ σε αυτή εκτιμάται ότι θα καταστεί καθοριστικός για τις ενεργειακές εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή της νοτιο-ανατολικής Ευρώπης και της Μεσογείου. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι αγωγοί TAP και IGB, ο πλωτός τερματικός σταθμός ΥΦΑ της Αλεξανδρούπολης και η Υπόγεια Αποθήκη της Καβάλας έχουν περιληφθεί στον 4ο Κατάλογο Έργων Κοινού Ενδιαφέροντος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Projects of Common Interest, PCIs) [18] που υιοθετήθηκε στις 31 Οκτωβρίου 2019, καθώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνώρισε την ανάγκη ενίσχυσης των υποδομών φυσικού αερίου στην περιοχή. Σημειώνεται ότι η ΡΑΕ συμμετέχει στις διεργασίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη διαμόρφωση των υποψήφιων έργων για τον 5ο κατάλογο των PCIs που ξεκίνησαν τον Ιούνιο 2020.
11. Στην ενότητα «Αντί επιλόγου», το έργο αναφέρεται στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ή αναμένεται να αντιμετωπίσει, καθώς και τις προοπτικές που παρουσιάζει το ισχύον νομοθετικό καθεστώς, οι οποίες συνδέονται και με την παράμετρο της τεχνολογικής προόδου. Κατ’ αρχάς, επισημαίνονται τα κενά και οι αστοχίες που έχουν διαπιστωθεί σε επίπεδο ενωσιακών θεσμών, όπως ο ACER [19] και το CEER [20], αλλά και σε επίπεδο εθνικής ρύθμισης και πρακτικής. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η έννοια του cybersecurity [21], η οποία ήδη έχει κάνει την εμφάνισή της στον τομέα του ηλεκτρισμού και επιδιώκεται οι σχετικές ρυθμίσεις να επεκταθούν και στον τομέα του φυσικού αερίου. Στην ενότητα αυτή εντάσσονται και τα ζητήματα που ανακύπτουν από την ανάπτυξη του υδρογόνου ως πηγής ενέργειας, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο αναμένεται να επηρεάσει αυτή τις υποδομές φυσικού αερίου [22]. Ακόμη, γίνεται αναφορά στην έννοια power-to-gas [23], η οποία αποτελεί σημείο τομής μεταξύ του ηλεκτρισμού και του φυσικού αερίου. Ιδίως σε σχέση με την εθνική διάσταση των οικείων ζητημάτων, η οποία έχει μεγάλη σπουδαιότητα, καθώς τα ΑΣΦΑ αποτελούν ελληνική ιδιαιτερότητα, εξετάζονται τα ερωτήματα εάν η διάκριση των ΑΣΦΑ από το ΕΣΦΑ διατηρεί την πρακτική της σημασία υπό τα σημερινά δεδομένα και εάν η συλλήβδην νομοθετική και κανονιστική ρύθμιση των ΑΣΦΑ κρίνεται αποτελεσματική. Τέλος, επιχειρείται η προσέγγιση του προβληματισμού περί ενδεχόμενης μελλοντικής άρσης του μονοπωλιακού χαρακτήρα των (ανεξαρτήτων) συστημάτων φυσικού αερίου και των συνεπειών που θα συνόδευαν μία τέτοια κομβική αλλαγή παραδείγματος [24].
12. Εν κατακλείδι, η θεματική της ανάπτυξης ΑΣΦΑ στην Ελλάδα αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία και καθίσταται πιο επίκαιρη από ποτέ υπό τη σκιά των θλιβερών εξελίξεων στην Ανατολική Ευρώπη, μετά τη νέα σύρραξη μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Οι εξελίξεις αυτές καθιστούν δυσοίωνες τις προβλέψεις για τον ενεργειακό εφοδιασμό της Ευρώπης μέσω των «παραδοσιακών» οδών, ενώ έχουν ήδη συντείνει στην «εκτόξευση» των τιμών του φυσικού αερίου. Τα δεδομένα αυτά αναδεικνύουν εναργώς το ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η ανάπτυξη νέων ενεργειακών υποδομών, πρωτίστως δε ΑΣΦΑ, στη Χώρα μας, κατά το μέτρο που, όπως επισημαίνεται στο βιβλίο της κ. Βλάχου-Βλαχοπούλου, αυτά αποτελούν παράγοντα διαφοροποίησης των ενεργειακών πηγών και μπορούν να συμβάλουν τα μέγιστα στη διασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο. Επομένως, τα ΑΣΦΑ, από ιδιαιτερότητα της εθνικής αγοράς φυσικού αερίου, έχουν την προοπτική να αποτελέσουν ένα «εργαλείο-κλειδί» για την Ελλάδα, ανάγοντάς την σε καθοριστικό παράγοντα διαμόρφωσης της ενεργειακής πολιτικής στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Μεσογείου, σε μία περίοδο όπου η σταθερότητα του ενεργειακού εφοδιασμού είναι πιο επισφαλής από ποτέ.
13. Το βιβλίο της κ. Βλάχου-Βλαχοπούλου είναι πολύτιμο από τρεις απόψεις. Για τον νομικό της πράξης που ασχολείται, σε επαγγελματικό επίπεδο, με το Δίκαιο της Ενέργειας και τη ρύθμιση του τομέα του φυσικού αερίου, είναι προφανές ότι αποτελεί χρήσιμο εργαλείο για την ανάλυση και ερμηνεία του ισχύοντος νομικού καθεστώτος, προς αντιμετώπιση πρακτικής φύσης ζητημάτων. Για τον ειδικό του Διοικητικού Οικονομικού Δικαίου, που επιχειρεί τη συστηματοποίηση και ανάπτυξη των επιμέρους κλάδων του οικείου γνωστικού αντικειμένου, το βιβλίο παρουσιάζει ένα σύγχρονο παράδειγμα απελευθέρωσης μιας περίπλοκης και σύνθετης αγοράς, αυτής του φυσικού αερίου, που έχει ακόμη δώσει ελάχιστα δείγματα γραφής στο ελληνικό δίκαιο. Η σχολαστική και οξυδερκής ανάλυση των ιδιαίτερων και δυσχερών νομικών προβλημάτων που ανακύπτουν και των κενών των σχετικών ρυθμίσεων είναι ένα ανεκτίμητο βοήθημα για την ενίσχυση του παραπάνω κλάδου. Το βιβλίο έχει, όμως, ενδιαφέρον και για τον θεωρητικό του δικαίου που υιοθετεί ολιστική προσέγγιση, τον ερευνητή που πίσω από κάθε επιμέρους νομική ρύθμιση αναζητεί το σύστημα εννοιών, τη δογματική του διοικητικού δικαίου. Παρά την αναγκαία παράθεση και συστηματοποίηση άκρως περίπλοκων και τεχνικής φύσης κανόνων και τη διεξοδική έκθεση επιστημονικών δεδομένων και πληροφοριών, το βιβλίο καταφέρνει να αναδείξει τη σύνδεση της ειδικής θεματικής του με τις θεμελιώδεις έννοιες του διοικητικού δικαίου και την εξέλιξή τους. Ακόμη και η διοικητική πράξη, η πιο κλασική και κομβική έννοια του διοικητικού δικαίου, δοκιμάζει, εν προκειμένω, τόσο την ανθεκτικότητά της όσο και τη ρυθμιστική της εμβέλεια μέσα από τις τεχνολογικές εξελίξεις αιχμής και την ανάγκη της Διοίκησης να τις δαμάσει και να τις ρυθμίσει. Πράγματι, η διοικητική άδεια, το «αρχετυπικό» εκείνο μέσο με το οποίο οι δημόσιες αρχές εξασφαλίζουν τον έλεγχο δραστηριοτήτων που ενδιαφέρουν το κοινωνικό σύνολο [25], λειτουργεί αποτελεσματικά και στους πιο σύγχρονους και εξελιγμένους τομείς. Επαληθεύεται και εν προκειμένω, η σοφή διαπίστωση του Μιχαήλ Στασινόπουλου, ότι η διοικητική πράξη, άρρηκτα συνδεδεμένη, λόγω του λειτουργικού χαρακτήρα της, με τον καθημερινό διοικητικό βίο, υπερβαίνει κάθε θεωρητική οριοθέτηση που αξιώνει οριστικό χαρακτήρα [26]. Από την ανάλυση του νομικού καθεστώτος των ΑΣΦΑ και των προοπτικών του προκύπτει ανάγλυφα η σημασία της διακρατικής διοικητικής πράξης και των πολυεπίπεδων διοικητικών διαδικασιών, που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως η προσαρμογή της παραδοσιακής σύνθετης διοικητικής ενέργειας στη σχέση των εθνικών εννόμων τάξεων και του υπερεθνικού οικοδομήματος της Ένωσης. Το ίδιο ισχύει και για τη ρυθμιστική διοίκηση και την υπηρεσία γενικού οικονομικού συμφέροντος, ως εξέλιξη της κλασικής δημόσιας υπηρεσίας υπό λειτουργική έννοια. Είναι διάχυτη στο βιβλίο η προσπάθεια να ενταχθούν, με συνέπεια και ακρίβεια, οι νέες δραστηριότητες και η εποπτεία τους στις νομικές κατηγορίες του διοικητικού δικαίου, με άλλα λόγια, όπως επισημαίνουν στον πρόλογο του έργου οι Διευθυντές της Σειράς, η «δογματική επεξεργασία της οικείας νομοθεσίας». Το διοικητικό δίκαιο «αενάως εμπλουτίζεται, εξελίσσεται και ομορφαίνει» [27], αφού καταφέρνει να αποτυπώσει σε νομικό επίπεδο και τις πιο περίπλοκες τεχνικές δραστηριότητες, διαμορφώνοντας ένα νέο κλάδο, ο οποίος, πέρα από την πρακτική σημασία του, «έχει τη δυναμική να αναπτύξει δογματική βαρύτητα» [28]. Το βιβλίο της κ. Βλάχου-Βλαχοπούλου, εκτός από το πρακτικό του αντίκρισμα, αποτελεί την απτή απόδειξη της γοητείας και των ατέρμονων δυνατοτήτων του διοικητικού δικαίου.
[1] Δ.-Χ. Χαμαλίδης, Η αλλαγή προμηθευτή φυσικού αερίου στο πλαίσιο της απελευθέρωσης της αγοράς φυσικού αερίου στην Ελλάδα, Ενέργεια & Δίκαιο, τεύχος 32/2020, σελ. 85 επ.
[2] Ν. Φαραντούρης, Από το Παρίσι στη Λισσαβόνα μέσω Ρώμης: Η εξέλιξη της αρμοδιότητας της ΕΚ/ΕΕ στον τομέα της ενέργειας, σε: Ενέργεια. Δίκαιο, Οικονομία & Πολιτική, συλλογικό έργο με επιμέλεια Ν. Φαραντούρη, Εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, 2012, σελ. 3 επ.
[3] Μ.-Χ. Βλάχου-Βλαχοπούλου, Η πορεία της ενέργειας στο παράγωγο ενωσιακό δίκαιο: από τις απαρχές της απελευθέρωσης στο Χειμερινό Πακέτο, Ενέργεια & Δίκαιο, τεύχος 33/2020, σελ. 24-45.
[4] Βλ. απόφαση υπ’ αριθμό 78/15.01.2018 του Κυβερνητικού Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής (ΦΕΚ Β 59/18.01.2018).
[5] Βλ. και Θ. Πανάγο, Χονδρεμπορικές Αγορές Ηλεκτρικής Ενέργειας. Ρυθμιστικό Πλαίσιο και Λειτουργία, συλλογικό έργο με επιμέλεια Θ. Πανάγου, Εκδ. Σάκκουλα, 2021, σελ. 1 επ.
[6] Βλ. απόφαση ΡΑΕ/61/20.01.2022, «Έγκριση του Κανονισμού Βάθρου Εμπορίας Φυσικού Αερίου Χρηματιστηρίου Ενέργειας» (έκδοση 1.0, 20.02.2022).
[7] Βλ. Κ. Παπανικολάου, Η εξουσία των ανεξάρτητων αρχών, Εκδ. Σάκκουλα, 2018, σελ. 44 επ.
[8] Βλ. Α. Πλεύρη, Διαιτησία στον τομέα της ενέργειας. Ελληνικό και Ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο, Εκδ. Σάκκουλα, 2018, σελ. 241 επ. Για μία συγκριτική επισκόπηση του θεσμού της διαιτησίας στην ενέργεια από την έποψη του ελληνικού και του γαλλικού δικαίου, βλ. Α. Μωραΐτη, Οι Νομοθετικές, Διοικητικές και Δικαιοδοτικές Αρμοδιότητες της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας στην Ελλάδα και στην Γαλλία, Εκδ. Σάκκουλα, 2017, σελ. 124 επ., καθώς και την ίδια, Η επίλυση των διαφορών από τη ρυθμιστική αρχή ενέργειας της Γαλλίας (CRE), Ενέργεια & Δίκαιο, τεύχος 8/2007, σελ. 86 επ.
[9] Βλ. Αικ. Ηλιάδου, Η διείσδυση του δημοσίου δικαίου στη ρύθμιση αγορών δικτύου, Εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, 2010, σελ. 11 επ. και 23 επ.
[10] Βλ., διεξοδικά, Θ. Πανάγο, Ο διαχωρισμός των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον τομέα της ενέργειας, Σάκκουλας, 2011.
[11] Βλ. K. Talus, Introduction to EU Energy Law, Oxford University Press, 2016, σελ. 19 επ.
[12] Βλ. Θ. Πανάγο, Το θεσμικό πλαίσιο της αγοράς ενέργειας. Η οργάνωση και η λειτουργία της απελευθερωμένης αγοράς ενέργειας στην Ελλάδα, Εκδ. Σάκκουλα, 2012, σελ. 150 επ. και 218 επ.
[13] Βλ. Αικ. Ηλιάδου, Εξυπηρέτηση κοινής ωφέλειας σε απελευθερωμένες αγορές δικτύου, Ενέργεια & Δίκαιο, τεύχος 13-14/2010, σελ. 57 επ.
[14] Βλ. άρθρο 36 της Οδηγίας 2009/73/ΕΚ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή της από τον Κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999 και την Οδηγία (ΕΕ) 2019/692.
[15] ΥΑ οικ//2018 (ΥΑ οικ. 178065 ΦΕΚ Β 3430 2018): Κανονισμός Αδειών Φυσικού Αερίου.
[16] Για περισσότερες πληροφορίες και ανάλυση σε σχέση με τους τερματικούς σταθμούς ΥΦΑ σε κάθε μία χώρα της Ευρώπης, βλ. https://www.kslaw.com/attachments/000/006/010/original/LNG_in_Europe_2018_-_An_Overview_of_LNG_Import_Terminals_in_Europe.pdf?1530031152 (τελευταία πρόσβαση 24.02.2022).
[17] Περισσότερες πληροφορίες διαθέσιμες σε: https://hradf.com/ypogeia-apothiki-fysikoy-aerioy-notia-2/ (τελευταία πρόσβαση 24.02.2022).
[18] Βλ. https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/PDF/?uri=CELEX:32020R0389&from=EL (τελευταία πρόσβαση 24.02.2022).
[19] Βλ., χαρακτηριστικά, Conclusions Paper του ACER, με τίτλο «The Bridge Beyond 2025», διαθέσιμο σε: https://documents.acer.europa.eu/Official_documents/Acts_of_the_Agency/SD_The%20Bridge%20beyond%202025/The%20Bridge%20Beyond%202025_Conclusion%20Paper.pdf(τελευταία πρόσβαση 24.02.2022).
[20] Βλ., ενδεικτικά, Έκθεση CEER με τίτλο: Regulatory Challenges for a Sustainable Gas Sector. Public ConsultationPaper (22 March 2019), διαθέσιμη σε: https://www.ceer.eu/documents/104400/-/-/274b3146-afb5-8c96-436e-4056f3636b31 (τελευταία πρόσβαση 24.02.2022).
[21] Βλ. έγγραφο του CEER σε σχέση με την κυβερνοασφάλεια στο πλαίσιο του Χειμερινού Πακέτου της Ένωσης (4η δέσμη μέτρων για τον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας), με τίτλο: Paper on Cybersecurity in the Clean Energy for AllEuropeans Package. Cybersecurity Work Stream (04.06.2021), διαθέσιμο σε: https://www.ceer.eu/documents/104400/-/-/d70764d8-9cab-9f4a-848b-6c3a4e1bd6b0 (τελευταία πρόσβαση 24.02.2022).
[22] Βλ., διεξοδικά, το έγγραφο του ACER με τίτλο: «When and How to Regulate Hydrogen Networks? “European Green Deal” Regulatory White Paper series (paper #1) relevant to the European Commission’s Hydrogen and Energy System Integration Strategies» (09.02.2021), διαθέσιμο σε: https://www.ceer.eu/documents/104400/7155350/ACER_CEER_WhitePaper_on_the_regulation_of_hydrogen_networks_2021-02-09_FINAL_CEER_V2/d44b8193-24aa-c314-9428-bc4ccf94fd6d (τελευταία πρόσβαση 24.02.2022). Σε σχέση με τη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το υδρογόνο, βλ. Ανακοίνωση της Επιτροπής: Στρατηγική για το υδρογόνο για μια κλιματικά ουδέτερη Ευρώπη, COM(2020)301final, η οποία είναι διαθέσιμη σε: https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/PDF/?uri=CELEX:52020DC0301&from=EL (τελευταία πρόσβαση 24.02.2022).
[23] Η Λευκή Βίβλος του ACER με τίτλο “Regulatory Treatment of Power-to-Gas “European Green Deal” Regulatory White Paper series (paper #2) relevant to the European Commission’s Hydrogen and Energy System Integration Strategies” (11.02.2021) είναι διαθέσιμη σε: https://documents.acer.europa.eu/Official_documents/Position_Papers/Position%20papers/ACER-CEER%20White%20Paper%20on%20the%20Regulatory%20Treatment%20of%20Power%20to%20Gas.pdf (τελευταίαπρόσβαση 24.02.2022).
[24] Βλ. και Αικ. Ηλιάδου, Η διείσδυση του δημοσίου δικαίου στη ρύθμιση αγορών δικτύου, Εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, 2010, σελ. 50, η οποία επισημαίνει, σε σχέση με το μοντέλο οργάνωσης των βιομηχανιών δικτύου, ότι «[…] ορισμένη επιλογή που γίνεται μετά από συγκεκριμένη στάθμιση των παραμέτρων δημοσίου συμφέροντος σε δεδομένη χρονική στιγμή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δεδομένη και αμετάβλητη. Με την έννοια αυτήν, δεν αποκλείεται η επιλογή του μονοπωλιακού μοντέλου για τομείς που τελούν επί του παρόντος υπό απελευθέρωση και αντίστροφα».
[25] Ευ. Κουτούπα, Συστήματα αδειών, εις Σ. Μεγγλίδου/Σ. Παπαντωνιάδου (επιμ.), Αποκρατικοποίηση των δημοσίων επιχειρήσεων και προστασία του καταναλωτή, ΚΔΕΟΔ, Εκδ. Σάκκουλα, Θεσσαλονίκη, 1998, σ. 101.
[26] Μ. Stassinopoulos, Avant Propos, in P. Pavlopoulos, La directive en droit administratif français, LGDJ, 1978.
[27] Ε. Β. Πρεβεδούρου, Η ανάθεση διοικητικού έργου σε ιδιώτες, εις Το βιώσιμο Κράτος. Τιμητικός Τόμος για την Κατερίνα Σακελλαροπούλου, Εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2022, σ. 97 (119).
[28] Κ. Γώγος/Αικ. Ηλιάδου/Θ. Φορτσάκης, Πρόλογος, εις Μ.-Χρ. Βλάχου-Βλαχοπούλου, «Ανεξάρτητα Συστήματα Φυσικού Αερίου (ΑΣΦΑ)», Νομική Βιβλιοθήκη, 2022, σ. VII.