Η αρχή ne bis in idem κατά το δίκαιο της Ένωσης και κατά τη νομολογία του ΕΔΔΑ. Διοικητικός ή ποινικός χαρακτήρας της κύρωσης του πολλαπλού τέλους του ΤΚ (ΣτΕ Ολ 1741/2015)
1. Η απόφαση ΣτΕ Ολ 1741/2015 [ΣτΕ Ολ 1741.2015] της Ολομέλειας εντάσσεται στο πλαίσιο της απόφασης ΣτΕ 2067/2011 και της πάγιας σχετικής νομολογίας, αφού αντικείμενό της αποτελούν τα ίδια νομικά ζητήματα, τα οποία όμως εξετάζονται πρωτίστως υπό το πρίσμα του δικαίου της ΄Ενωσης. Είναι μάλιστα ενδιαφέρον ότι η απόφαση της Ολομέλειας δημοσιεύθηκε περίπου ένα μήνα μετά την απόφαση του ΕΔΔΑ Καπετάνιος κ.λπ. κατά Ελλάδας, της 30.4.205, από την οποία φαίνεται ότι αφίσταται ουσιωδώς (βλ. συναφώς, Σημείωμα Ι. Δημητρακόπουλου, Παρέδρου ΣτΕ, στην απόφαση ΣτΕ Ολομ. 1741/2015: Η σύντομη (;) ζωή της απόφασης Καπετάνιος σε http://www.humanrightscaselaw.gr). Με την ευκαιρία δικαστικής προσβολής της πράξης επιβολής πολλαπλού τέλους για λαθρεμπορική παράβαση ως προς την οποία έχει προηγηθεί αθωωτική απόφαση ποινικού δικαστηρίου, η Ολομέλεια επιλαμβάνεται εκ νέου περίπλοκων αλλά πολυσυζητημένων προβλημάτων, όπως είναι η φύση του πολλαπλού τέλους και γενικότερα των φορολογικών κυρώσεων, η σχέση της ποινικής δίκης και της διοικητικής διαδικασίας διαπίστωσης λαθρεμπορίας καθώς και της μετέπειτα διοικητικής δίκης και η εφαρμογή της αρχής ne bis in idem υπό το πρίσμα, πάντως, του ενωσιακού δικαίου. Τούτο διότι οι εφαρμοστέες σε περίπτωση παράβασης του κοινοτικού τελωνειακού δικαίου και των εθνικών διατάξεων περί μεταφοράς της Οδηγίας 92/12/ΕΟΚ διατάξεις του ισχύοντος κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο Τελωνειακού Κώδικα (άρθρα 89 επομ.) και του Ν. 2127/1993 περί επιβολής πολλαπλού τέλους και κίνησης της διαδικασίας ποινικής δίωξης συνιστούν εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης κατά την έννοια του άρθρου 51 παρ. 1 του Χάρτη θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ένωσης, οπότε οι θεσπιζόμενες με τις εν λόγω διατάξεις ρυθμίσεις πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις που απορρέουν από τον Χάρτη όσον αφορά τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται σ’ αυτόν, επομένως και της αρχής ne bis in idem. Η απόφαση ΣτΕ Ολ 1741/2015 [ΣτΕ Ολ 1741.2015] προβάλλει τη σχέση μεταξύ των δικαιωμάτων του Χάρτη θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ και αυτών της ΕΣΔΑ, την οποία ανέδειξαν η απόφαση C-489/10, Bonda και οι επ’αυτής διαφωτιστικές προτάσεις της γενικής εισαγγελέα J. Kokott [βλ. διεξοδική ανάλυση, αφενός, των κριτηρίων ελέγχου του τυχόν ποινικού χαρακτήρα των κυρώσεων (στον τομέα της γεωργίας) από το Δικαστήριο της Ένωσης και, αφετέρου, της επίδρασης της νομολογίας του ΕΔΔΑ στον χαρακτηρισμό μιας κύρωσης ως ποινικής, σημεία 37 επ.], κυρίως όμως η απόφαση C-617/10, Hans Åkerberg Fransson, στην οποία παραπέμπει η απόφαση της Ολομέλειας (σκέψεις 7, 10 και 12 της ΣτΕ Ολ 1741/2015). Η ενίσχυση της αυτονομίας του Χάρτη καθίσταται εμφανής ακριβώς στην απόφαση Hans Åkerberg Fransson, η οποία αναφέρεται στα τρία κριτήρια στα οποία στηρίζεται η εκτίμηση της ποινικής φύσης των φορολογικών κυρώσεων (δηλαδή στον νομικό χαρακτηρισμό της παράβασης κατά το εσωτερικό δίκαιο, στην ίδια τη φύση της παράβασης και στη φύση και τη σοβαρότητα της κύρωσης που ενδέχεται να επιβληθεί στον διαπράξαντα την παράβαση), πλην όμως παραπέμπει μόνο στην απόφαση του ΔΕΕ της 5ης Ιουνίου 2012, C 489/10, Bonda, και όχι και στη σχετική νομολογία του ΕΔΔΑ (σκέψη 35 της απόφασης Åkerberg Fransson). Το ΔΕΕ εκκινεί πλέον από τον Χάρτη, ο οποίος έχει αυτόνομο χαρακτήρα, χωρίς να παραγνωρίζει βεβαίως και την ΕΣΔΑ, η οποία εν προκειμένω απλώς επιβεβαιώνει ή εμπλουτίζει το περιεχόμενο του Χάρτη. Με άλλα λόγια, το ΔΕΕ επικαλείται την ΕΣΔΑ (σε άλλες περιπτώσεις και τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών) σε δεύτερο χρόνο, προς επίρρωση του αποτελέσματος στο οποίο κατέληξε η εφαρμογή του Χάρτη και προς εμπλουτισμό των δικαιωμάτων που κατοχυρώνει ο Χάρτης, καθορίζοντας έτσι μια (άτυπη) ιεραρχική σχέση των μέσων προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων [Th. Kingreen, Ne bis in idem: Zum Gerichtswettbewerb um die Deutungshoheit uber die Grundrechte. Anmerkung zur Entscheidung des EuGH vom 26.2.2013 (C-617/10), EuR 4/2013, σ. 446, και O. F. Gstrein/S. Zeitmann, Die Åkerberg Fransson Entscheidung des EuGH – Ne bis in idem als Wegbereiter fur einen effektiven Grundrechtsschutz in der EU?, ZEUS 2/2013, σ. 239].
2. Επιβάλλεται να τονισθεί ότι με την απόφαση της 30ής Απριλίου 2015, Καπετάνιος κ.λπ. κατά Ελλάδος (3453/12, 42941/12 και 9028/13), η οποία κινείται στο πνεύμα της πάγιας σχετικής νομολογίας, το ΕΔΔΑ αποδοκίμασε ρητώς (βλ. ιδίως σκέψεις 69-72) την εθνοκεντρική και συντηρητική προσέγγιση που υιοθέτησε η κρατήσασα γνώμη στην απόφαση ΣτΕ 2067/2011, όπως διατυπώθηκε στις σκέψεις 10 και 11 αυτής, η οποία φαίνεται να αγνοεί, αφενός, τον δυναμικό χαρακτήρα των διεθνών κειμένων, στοιχείο αναγκαίο για την προσαρμογή τους στις εξελίξεις των σχέσεων που ρυθμίζουν και, αφετέρου, την ιδιαιτερότητα της ΕΣΔΑ σε σχέση προς τις λοιπές διεθνείς συμβάσεις.
3. Πάντως, λίγο αργότερα, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας καταλήγει, με την απόφαση ΣτΕ Ολ 1741/2015, στα ίδια συμπεράσματα με εκείνα της απόφασης ΣτΕ 2067/2011, δηλαδή, αφενός, στη δυνατότητα επιβολής πολλαπλού τέλους για συγκεκριμένη λαθρεμπορική παράβαση παρά την προηγηθείσα αθωωτική απόφαση ποινικού δικαστηρίου και, αφετέρου, στην αυτοτέλεια της διοικητικής και της ποινικής διαδικασίας, στηριζόμενη, πάντως, σε άλλη προκείμενη (prémisse), καθόσον δέχεται –με παραπομπή στη νομολογία του ΔΕΕ, ιδίως δε στις αποφάσεις Bonda και Akerberg Fransson– ότι το προβλεπόμενο στον Τελωνειακό Κώδικα πολλαπλό τέλος που επιβάλλεται επί λαθρεμπορικών παραβάσεων συνιστά διοικητική κύρωση και δεν έχει ποινικό χαρακτήρα (σκέψη 14 της ΣτΕ Ολ 1741/2015), οπότε δεν τυγχάνει εν προκειμένω εφαρμογής η αρχή ne bis in idem: «το πολλαπλούν τέλος που προβλέπει ο Τελωνειακός Κώδικας και δια παραπομπής σ’ αυτόν ο ν. 2127/1993 δεν συνιστά ποινή του ποινικού δικαίου (ποινή stricto sensu), που επιβάλλεται από τα ποινικά δικαστήρια υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις της ποινικής διαδικασίας με σκοπό αυτόν που χαρακτηρίζει την «ποινή», δηλαδή την γενικότερη νομική, ηθική και κοινωνική αποδοκιμασία της συμπεριφοράς του δράστη, αλλ’ έχει χαρακτήρα, όπως ρητώς άλλωστε διαλαμβάνεται στη διάταξη του άρθρου 89 παρ. 2 του Τελωνειακού Κώδικα, διοικητικής κυρώσεως που επιβάλλεται από διοικητικά όργανα -υπό τον ουσιαστικό έλεγχο των διοικητικών δικαστηρίων- και εξυπηρετεί διαφορετικό σκοπό, που είναι η διασφάλιση της εισπράξεως κοινοτικών και εθνικών πόρων καθώς και η τήρηση και ομαλή εφαρμογή των κανόνων της τελωνειακής διαδικασίας… καθιστώντας την παράβαση οικονομικά ασύμφορη. Δηλαδή, το εν λόγω πολλαπλούν τέλος όχι μόνο κατά τον τυπικό χαρακτηρισμό του στην ελληνική νομοθεσία αλλά και κατά τη φύση και το χαρακτήρα του διαφέρει από τις κυρώσεις ποινικής φύσεως. Επιβάλλεται, ειδικώτερα, για την αντιστάθμιση των συνεπειών συμπεριφορών, που συνιστούν παραβίαση διοικητικής φύσεως υποχρεώσεων κάθε συναλλασσομένου, της καταβολής, δηλαδή, προς το Δημόσιο οφειλομένων φορολογικών επιβαρύνσεων, που έχουν, μάλιστα, ταυτοχρόνως, και τον χαρακτήρα πόρων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Η αντιστάθμιση συνίσταται στην αναπλήρωση των ποσών, την καταβολή των οποίων αποφεύγει με την παράνομη συμπεριφορά του ο υπόχρεος, με ανάλογη προς τα άνω αναπροσαρμογή τους, για την κάλυψη όλων των εντεύθεν δαπανών, στις οποίες προβαίνει το κράτος για τον εντοπισμό των συμπεριφορών αυτών, που, από τη φύση τους, είναι δυσχερώς εντοπίσιμες αλλά που επιτρέπουν την προσπόριση σημαντικών οικονομικών ωφελημάτων σε εκείνον που τις επιχειρεί επιτυχώς. Άλλωστε, οι προβλεπόμενες στον Τελωνειακό Κώδικα ποινές για το ποινικό αδίκημα της λαθρεμπορίας συνίστανται, κατά κανόνα, σε στέρηση της ελευθερίας του δράστη (φυλάκιση ή κάθειρξη) και ουδόλως δύνανται να συγκριθούν με τις χρηματικές κυρώσεις του αντιστοίχου διοικητικού αδικήματος …. Συνεπώς, εφ’ όσον η κύρωση του πολλαπλού τέλους δεν έχει ποινικό χαρακτήρα, δεν ανακύπτει ζήτημα εφαρμογής της αρχής ne bis in idem που διαλαμβάνεται στο άρθρο 4 παρ. 1 του 7ου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ καθώς και στο άρθρο 50 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ένωσης…». Κατά τη μειοψηφούσα, πάντως, γνώμη, το πολλαπλό τέλος που προβλέπει ο Τελωνειακός Κώδικας και, δια παραπομπής σε αυτόν, ο Ν. 2127/1993, συνιστά μεν κύρωση διοικητική, κατά το εθνικό δίκαιο, πλην όμως, εν όψει της φύσης της σχετικής παράβασης (παράβαση με δόλο κανόνων τελωνειακού και φορολογικού δικαίου, δηλαδή κανόνων που επιβάλλουν γενικά υποχρεώσεις στους πολίτες και όχι σε κάποια ειδική κατηγορία αυτών), της φύσης και του ύψους του επίμαχου μέτρου (χρηματική κύρωση που μπορούσε να φθάσει το δεκαπλάσιο των διαφυγόντων δασμών και φόρων), καθώς και του σκοπού του (πρόληψη και καταστολή της δασμοφοροδιαφυγής), η επίδικη κύρωση έχει «ποινικό» χαρακτήρα, κατά την έννοια του άρθρου 4 παρ. 1 του 7ου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και του άρθρου 50 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ενωσης (σκέψη 13 της ΣτΕ Ολ 1741/2015).
4. Όσον αφορά τη δέσμευση του διοικητικού δικαστή από προηγούμενη απόφαση ποινικού δικαστηρίου, όπως ρυθμίζεται στο άρθρο 5 παρ. 2 του ΚΔΔ, η ΣτΕ Ολ 1741/2015 επιβεβαιώνει την πάγια νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, επαναλαμβάνοντας και εμπλουτίζοντας τη συλλογιστική της κρατήσασας γνώμης στη ΣτΕ 2067/2011 με την ενσωμάτωση σε αυτή και της συγκλίνουσας γνώμης (βλ. σκέψη 12 της ΣτΕ 2067), εφόσον δέχεται ότι η διαφοροποίηση μεταξύ καταδικαστικών και αθωωτικών αποφάσεων δεν προσκρούει στα άρθρα 4 παρ. 1 και 20 παρ. 1 του Συντάγματος, λόγω της διαφοροποίησης των κανόνων απόδειξης που διέπουν τις δύο αυτές κατηγορίες δικών και του διαφορετικού βαθμού δικανικής πεποίθησης που απαιτείται για την κήρυξη του κατηγορουμένου αθώου από τον ποινικό δικαστή και για την ακύρωση ή τη μεταρρύθμιση διοικητικής κύρωσης από τον διοικητικό δικαστή (σκέψη 14 της ΣτΕ Ολ 1741/2015). Διατυπώθηκαν, ωστόσο, και δύο μειοψηφούσες απόψεις. Κατά την πρώτη, προς αποκατάσταση της ίσης μεταχείρισης, πρέπει να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής της ρύθμισης του άρθρου 5 παρ. 2 του ΚΔΔ, ώστε να δεσμεύεται το διοικητικό δικαστήριο που κρίνει υπόθεση επιβολής σε ορισμένο πρόσωπο δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων λόγω συμμετοχής του σε λαθρεμπορία όχι μόνον από αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση ποινικού δικαστηρίου, που αφορά σε κατηγορία περί λαθρεμπορίας κατά του ιδίου προσώπου βάσει των ίδιων κατ’ ουσίαν πραγματικών περιστατικών, αλλά και από αμετάκλητη αθωωτική απόφαση, στην περίπτωση που η αθώωση του εν λόγω προσώπου δεν οφείλεται στις αμφιβολίες του ποινικού δικαστηρίου για την ενοχή του, αλλά στηρίζεται στην κρίση του ότι αυτός δεν διέπραξε το ποινικό αδίκημα που του αποδίδεται. Η δεύτερη μειοψηφούσα γνώμη επιχειρεί τη διάσωση του άρθρου 5 παρ. 2 του ΚΔΔ μέσω της σύμφωνης ερμηνείας του προς το κατ’ άρθρο 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ τεκμήριο αθωότητας, κατά το οποίο, απόφαση διοικητικού δικαστηρίου που έπεται τελικής αθωωτικής απόφασης ποινικού δικαστηρίου για το ίδιο πρόσωπο δεν πρέπει να την παραβλέπει και να θέτει εν αμφιβόλω την αθώωση και μάλιστα έστω και αν αυτή εχώρησε λόγω αμφιβολιών (ΕΔΔΑ 27.9.2007, 35522/04, Σταυρόπουλος κατά Ελλάδος, σκέψη 39 και ΕΔΔΑ 13.7.2010, 25720/05, Tendam κατά Ισπανίας, σκέψη 7). Συνεπώς, το διοικητικό δικαστήριο υποχρεούται να απόσχει από τη διατύπωση κρίσης ή αιτιολογίας που να θέτει εν αμφιβόλω το αθωωτικό αποτέλεσμα της οικείας ποινικής διαδικασίας (ΕΔΔΑ 27.9.2011, 23272, Ηdralo κατά Κροατίας, σκέψη 54).
Ενδεικτική βιβλιογραφία: Η αρχή «ne bis in idem» με αφορμή την με αριθμό 1741/2015 Απόφαση Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας” (του Αντώνη Π. Αργυρού), σε http://lawtakpap.blogspot.gr/2015/06/ne-bis-in-idem-17412015.html· σημείωμα Ι. Δημητρακόπουλου, Παρέδρου ΣτΕ, στην απόφαση ΣτΕ Ολομ. 1741/2015: Η σύντομη (;) «ζωή» της απόφασης Καπετάνιος σε http://www.humanrightscaselaw.gr· Ε. Παυλίδου, Ne bis in idem: Προς µία απόλυτα ευρωπαϊκή ερµηνεία ενός απόλυτου δικαιώµατος (µε αφορµή την απόφαση του ΕΔΔΑ της 30.4.2015, Καπετάνιος και λοιποί κατά Ελλάδας), σε http://www.humanrightscaselaw.gr. Για τη δυναμική ερμηνεία της ΕΣΔΑ και τις συνέπειές της στις έννομες τάξεις των συμβαλλομένων κρατών βλ. D. M. Klocke, Die dynamische Auslegung der EMRK im Lichte der Dokumente des Europarats, EuR 2/2015, σ. 148· Για τη σχέση μεταξύ Χάρτη και ΕΣΔΑ στη νομολογία του ΔΕΕ βλ. R. Letteron, La Charte des droits fondamentaux, le droit de l’Union, et le sac de Mary Poppins, http://libertescheries.blogspot.com 2013· D. Ritleng, De l’articulation des systèmes de protection des droits fondamentaux dans l’Union, RTDE 2013, σ. 267· D. Simon, Ne bis in idem. La Cour valide à certaines conditions la faculté de cumul de sanctions fiscales et pénales au terme d’un examen approfondi des exigences résultant de la Convention européenne des droits de l’homme et de la Charte des droits fondamentaux, Europe 2013 Avril Comm. nº 4, σ. 14· V. Skouris, Développements récents de la protection des droits fondamentaux dans l’Union européenne: les arrêts Melloni et Åkerberg Fransson, Il diritto dell’Unione Europea 2013 σ. 229· ομιλία του ιδίου στον ΔΣΑ στις 28 Μαρτίου 2013, σε εκδήλωση που διοργάνωσε προς τιμήν του η Ελληνική Ένωση Ευρωπαϊκού Δικαίου, με θέμα «Όψεις της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην ΕΕ μετά την Λισσαβώνα».