Ακύρωση άδειας δόμησης για την ανέγερση ξενοδοχείου στην περιοχή Μακρυγιάννη λόγω έλλειψης προηγούμενης έγκρισης του Υπουργού Πολιτισμού. Περιεχόμενο συμμόρφωσης της Διοίκησης (ΣτΕ Ολ 2102/2019, Πρακτικά Συμβουλίου Συμμόρφωσης ΣτΕ 11/2022, 15/2023, 19/2023 ) (Σύνθεση Δημοσίου Δικαίου, 19-12-2022)

Ακύρωση άδειας δόμησης για την ανέγερση ξενοδοχείου στην περιοχή Μακρυγιάννη λόγω έλλειψης προηγούμενης έγκρισης του Υπουργού Πολιτισμού. Περιεχόμενο συμμόρφωσης της Διοίκησης (ΣτΕ Ολ 2102/2019, Πρακτικά Συμβουλίου Συμμόρφωσης ΣτΕ 11/2022, 15/2023, 19/2023)

Θα αναλυθεί η απόφαση ΣτΕ Ολ 2102/2019, με την οποία η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας ακύρωσε άδεια δόμησης της Υπηρεσίας δόμησης του Δήμου Αθηναίων, στην οποία ενσωματώθηκε έγκριση δόμησης της ίδιας υπηρεσίας. Με τις πράξεις αυτές επετράπη η ανέγερση δεκαώροφου ξενοδοχείου στην περιοχή Μακρυγιάννη, εντός του κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου της πόλης των Αθηνών. Οι πράξεις αυτές κρίθηκαν ακυρωτέες διότι κατά παράβαση του Συντάγματος (άρθ. 24) και του Ν. 3028/2002 (άρθρα 10 και 50) εκδόθηκαν χωρίς την έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού κατόπιν γνωμοδοτήσεως του Κ.Α.Σ., παρά το ότι το επίδικο κτίριο ευρίσκεται πλησίον των μνημείων της Ακρόπολης των Αθηνών και εντός κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου. Με την ακυρωθείσα πράξη είχε αναθεωρηθεί προηγούμενη άδεια δόμησης της ίδιας υπηρεσίας. Ωστόσο, ο Δήμος Αθηναίων δεν συμμορφώθηκε προς τα κριθέντα με την απόφαση ΣτΕ Ολ 2102/2019. Οι νικήσαντες διάδικοι υπέβαλαν αίτηση συμμόρφωσης στον αρμόδιο σχηματισμό του Συμβουλίου της Επικρατείας.  Το Τριμελές Συμβούλιο Συμμόρφωσης, με το Πρακτικό 11/2022, έκρινε ότι ο Δήμος α) ώφειλε αμελλητί να χαρακτηρίσει τις εκτελεσθείσες βάσει της ακυρωθείσας αναθεώρησης εργασίες του δώματος ως αυθαίρετες και κατεδαφιστέες και να μεριμνήσει για την κατεδάφισή τους και β) δεσμευόμενος από την παρεμπίπτουσα κρίση της αποφάσεως περί πλημμέλειας της αρχικής οικοδομικής άδειας λόγω έκδοσής της χωρίς την έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού, ώφειλε αρχικά μεν να ανακαλέσει την άδεια αυτή και να υπαγάγει το κτίριο στις διατάξεις περί αυθαιρέτων, ακολούθως δε, μετά την έκδοση της αποφάσεως της Υπουργού Πολιτισμού, με την οποία η μελέτη δεν εγκρίθηκε ως προς το ύψος του κτιρίου, ώφειλε να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει την οικοδομική άδεια κατά το αντίστοιχο μέρος, να χαρακτηρίσει ως αυθαίρετες και κατεδαφιστέες όλες τις κατασκευές που υπερβαίνουν το ύψος αυτό, να εκδώσει τις αναγκαίες διοικητικές πράξεις για την κατεδάφισή τους και να μεριμνήσει για την υλική εκτέλεση αυτών. Αντί αυτού ο Δήμος προχώρησε μόνο στην «ανάκληση» της πράξης αναθεώρησης, η οποία όμως προδήλως δεν συνιστά συμμόρφωση και είναι περιττή, διότι μετά την ακύρωσή της η ως άνω πράξη δεν υφίσταται στον νομικό κόσμο. Το Συμβούλιο Συμμόρφωσης έκρινε ότι η υποχρέωση συμμόρφωσης της Διοίκησης δεν αφορά μόνο την ακυρωθείσα άδεια δόμησης (αναθεώρηση της αρχικής άδειας) αλλά και την αρχική άδεια, της οποίας η νομιμότητα κρίθηκε παρεμπιπτόντως με την απόφαση ΣτΕ Ολ 2102/2019. Με άλλα λόγια, η συμμόρφωση εκτείνεται και στην ανάκληση της αρχικής άδειας δόμησης, η οποία δεν ακυρώθηκε με την απόφαση ΣτΕ Ολ 2102/2019 ούτε μνημονεύεται στο διατακτικό της, δεδομένου ότι υποχρέωση συμμόρφωσης της Διοίκησης ανακύπτει όχι μόνο σε σχέση με το διατακτικό της ακυρωτικής απόφασης αλλά και σε σχέση με αναγκαίες για τη στήριξη του συμπεράσματος κρίσεις που περιέχονται στο σκεπτικό της. Κατά συνέπεια, ο Δήμος Αθηναίων παρέλειψε να συμμορφωθεί προς την απόφαση ΣτΕ Ολ 2102/2019.

 

ΣτΕ Ολ 2102/2019

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ (ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ)

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 10 Μαΐου 2019, με την εξής σύνθεση: Αικ. Σακελλαροπούλου, Πρόεδρος, Σπ. Χρυσικοπούλου, Μ. Πικραμένος, Αντιπρόεδροι του Συμβουλίου της Επικρατείας, Μ. Γκορτζολίδου, Ε. Αντωνόπουλος, Σπ. Μαρκάτης, Α. Καλογεροπούλου, Β. Ραφτοπούλου, Θ. Αραβάνης, Κ. Πισπιρίγκος, Α. Χλαμπέα, Ηλ. Μάζος, Χρ. Ντουχάνης, Ελ. Παπαδημητρίου, Β. Πλαπούτα, Δ. Εμμανουηλίδης, Ο. Παπαδοπούλου, Μ. Σωτηροπούλου, Ι. Σύμπλης, Κ. Κονιδιτσιώτου, Α. Γαλενιανού – Χαλκιαδάκη, Αγγ. Μίντζια, Μ. Τριπολιτσιώτη, Α. Σδράκα, Χρ. Λιάκουρας, Ιφ. Αργυράκη, Ν. Σκαρβέλης, Σύμβουλοι, Φρ. Γιαννακού, Ελ. Σταυρουλάκη, Δ. Τομαράς, Πάρεδροι. Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Χρ. Ντουχάνης και Κ. Κονιδιτσιώτου, καθώς και ο Πάρεδρος Δ. Τομαράς, μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 3719/2008. Γραμματέας η Ελ. Γκίκα.

Για να δικάσει την από 19ης Μαρτίου 2019 αίτηση:

των: …,

κατά των: 1. Υπουργού Εσωτερικών, 2. Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, 3. Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, 4. Υπουργού Υγείας, 5. Υπουργού Οικονομικών, 6. Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, 7. Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, οι οποίοι παρέστησαν με την Αθηνά Αλεφάντη, Νομική Σύμβουλο του Κράτους, 8. Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού, ο οποίος παρέστη με την Ελένη Σβολοπούλου, Νομική Σύμβουλο του Κράτους, 9. Υπουργού Τουρισμού, 10. Υπουργού Εθνικής Άμυνας, 11. Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, 12. Υπουργού Δικαιοσύνης, …, και 13. Δήμου Αθηναίων, …,

και κατά των παρεμβαινουσών ανωνύμων εταιρειών …..

Η πιο πάνω αίτηση εισάγεται στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της από 21ης Μαρτίου 2019 πράξης της Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, λόγω της σπουδαιότητάς της, σύμφωνα με τα άρθρα 14 παρ. 2, εδαφ. α΄ και γ΄, 20 και 21 του Π.Δ. 18/1989.

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθούν: 1. οι υπ’ αριθμ. 24/2019 άδεια δόμησης και 379/2018 έγκριση δόμησης του Τμήματος Έκδοσης Αδειών Δόμησης της Διεύθυνσης Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου Αθηναίων, 2. οι υπ’ αριθμ. 15/2017 άδεια δόμησης και 288/2016 έγκριση δόμησης της ίδιας ως άνω υπηρεσίας του Δήμου Αθηναίων, 3. η υπ’ αριθμ. 255/45/4.1.1988 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ Δ΄ 80/1988), 4. το από 23.6.1978 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ Δ΄ 312/1978), 5. ο ν. 4067/2012 «Νέος Οικοδομικός Κανονισμός» (ΦΕΚ Α΄ 79/2012) κατά το μέρος που με τις διατάξεις αυτού ορίστηκε ότι το μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος του κτιρίου ορίζεται σε συνάρτηση με τον επιτρεπόμενο συντελεστή δόμησης της περιοχής και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Συμβούλου Θ. Αραβάνη.

3. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, η οποία εισήχθη προς συζήτηση ενώπιον της Ολομελείας με την από 21.3.2019 πράξη της Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, λόγω σπουδαιότητας, ζητείται η ακύρωση: 1) α) της 15/23.1.2017 άδειας δόμησης και β) της 288/28.11.2016 έγκρισης δόμησης του Τμήματος έκδοσης αδειών δόμησης της Διεύθυνσης Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου Αθηναίων, με τις οποίες επετράπη στην εταιρία …. η ανέγερση δεκαώροφου ξενοδοχείου με τρία υπόγεια, φυτεμένο δώμα και ασκεπή πισίνα επί της οδού Φαλήρου 5 και παρόδου Συγγρού 34, στο Ο.Τ. 55022 του σχεδίου πόλεως του Δήμου Αθηναίων (περιοχή Μακρυγιάννη), εντός του κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου της πόλεως των Αθηνών (ΥΠΠΟ/ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/Α1/Φ43/7027/425/2004 απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, Δ΄ 96), 2) α) της 24/15.2.2019 άδειας δόμησης και β) της 379/30.11.2018 έγκρισης δόμησης της αυτής ως άνω υπηρεσίας του Δήμου Αθηναίων, με τις οποίες αναθεωρήθηκαν, στο όνομα της ίδιας εταιρείας, οι ανωτέρω υπό στοιχείο 1 α και β άδεια και έγκριση δόμησης, αντιστοίχως, “για αλλαγή τοπογραφικού διαγράμματος, διαγράμματος δόμησης, όψεων και εσωτερικών διαρρυθμίσεων”, 3) της 255/45/4.1.1988 αποφάσεως του Αναπληρωτή Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων “Έγκριση Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου Δήμου Αθηναίων (Ν. Αττικής)” (Δ΄ 80/4.2.1988), καθ’ ο μέρος καθορίζεται με αυτήν ως επιτρεπόμενη χρήση γης στη συνοικία Μακρυγιάννη η χρήση “γενική κατοικία”, 4) του π.δ/τος της 23.6.1978 “Περί καθορισμού συντελεστών δομήσεως περιοχής Αθηνών” (Δ΄ 312/27.6.1978), καθ’ ο μέρος με αυτό καθορίζεται στη συνοικία Μακρυγιάννη συντελεστής δόμησης [σ.δ.] 3,60 και 5) του ν. 4067/2012 «Νέος Οικοδομικός Κανονισμός» (Α΄ 79/2012), κατά το μέρος που με τις διατάξεις του άρθρου 15 παράγρ. 1 αυτού, όπως η παράγρ. 1 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 παράγρ. 11 του ν. 4315/2014 (Α΄ 269), ορίσθηκε ότι το μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος του κτιρίου προσδιορίζεται σε συνάρτηση με τον επιτρεπόμενο συντελεστή δόμησης της περιοχής και για σ.δ. 2,6 και άνω, το μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος ανέρχεται στο δεκαπλάσιο του επιτρεπόμενου συντελεστή, με μέγιστο ύψος τα 32,00 μέτρα.

4. Επειδή, με ιδιαίτερα δικόγραφα παρεμβαίνουν παραδεκτώς στη δίκη και ζητούν την απόρριψη της αιτήσεως 1) η εταιρία …, δικαιούχος των προσβαλλόμενων αδειών και εγκρίσεων δόμησης, και 2) η εταιρία …, η οποία φέρεται ως μισθώτρια του επίμαχου ακινήτου και προτίθεται να λειτουργήσει σε αυτό ξενοδοχείο (βλ. ΣΕ 1116/2018).

5. Επειδή, ο 6ος αιτών παραιτήθηκε του δικογράφου με προφορική δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου του στο ακροατήριο και συνεπώς η δίκη πρέπει να καταργηθεί ως προς αυτόν, κατ’ άρθρο 30 παράγρ. 1 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8). Περαιτέρω, ο 4ος αιτών δεν νομιμοποιήθηκε εντός της προθεσμίας που έλαβε προς τούτο από την Πρόεδρο ο παραστάς στο ακροατήριο δικηγόρος, και επομένως η αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως προς αυτόν κατ’ άρθρο 30 παράγρ. 3 του π.δ. 18/1989, όπως ισχύει, και να γίνουν αντιστοίχως δεκτές οι παρεμβάσεις.

6. Επειδή, η τρίτη και η τέταρτη των προσβαλλομένων πράξεων δημοσιεύθηκαν στην Ε.τ.Κ. στις 4.2.1988 και στις 27.6.1978, αντιστοίχως. Η κρινόμενη αίτηση κατατέθηκε στις 19.3.2019, ήτοι μετά την πάροδο πλέον των 30 ετών από την πρώτη και 40 περίπου έτη από την δεύτερη ημερομηνία, και επομένως είναι απορριπτέα ως προδήλως εκπρόθεσμη ως προς τις πράξεις αυτές. Περαιτέρω, απαραδέκτως διώκεται η ακύρωση του ν. 4067/2012 διότι κατ’ άρθρο 95 παράγρ. 1 περ. α΄ του Συντάγματος και 45 παράγρ. 1 του π.δ.18/1989, αίτηση ακυρώσεως χωρεί μόνο κατά των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών αρχών και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, όχι δε κατά των πράξεων της νομοθετικής εξουσίας (ΣΕ 441/2000 7μ., 131/2001 εν συμβουλίω κ.ά.).

7. Επειδή, κατά το μέρος που προσβάλλονται οι υπό στοιχεία 1 και 2 άδειες και εγκρίσεις δόμησης, η αίτηση υπάγεται, κατ’ άρθρο 1 παρ. 1 περ. θ΄ του ν. 702/1977 (Α΄ 268), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν. 2944/2001 (Α΄ 222), στην αρμοδιότητα του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Το δικαστήριο όμως κρίνει ότι η υπόθεση πρέπει να διακρατηθεί και να εκδικασθεί ως προς τις πράξεις αυτές για λόγους οικονομίας της δίκης, κατ’ άρθρο 34 παρ. 1 του ν. 1968/1991 (Α΄ 150).

8. Επειδή, οι 288/2016 και 379/2018 εγκρίσεις δόμησης απαραδέκτως προσβάλλονται αυτοτελώς διότι ενσωματώθηκαν στις 15/2017 και 24/2019 άδειες δόμησης, αντιστοίχως (ΣΕ 2703/2018 σκ. 7 κ.ά.).

9. Επειδή, η 15/2017 άδεια δόμησης με έννομο συμφέρον πλήττεται από τους αιτούντες, οι οποίοι φέρονται ως ιδιοκτήτες ακινήτων και κάτοικοι της περιοχής Μακρυγιάννη και προβάλλουν ότι το επίμαχο δεκαώροφο κτίριο, που ανεγείρεται πλησίον της Ακρόπολης και εντός του αρχαιολογικού χώρου της πόλης των Αθηνών, με τον όγκο και το ύψος του προβάλλεται ανεπίτρεπτα στα μνημεία του Ιερού Βράχου και υποβαθμίζει το πολιτιστικό και οικιστικό περιβάλλον της περιοχής. Εξ άλλου οι αιτούντες παραδεκτώς ομοδικούν, προβάλλοντας κοινούς λόγους ακυρώσεως ερειδομένους στην αυτή πραγματική και νομική αιτία.

10. Επειδή, η κατά το άρθρο 46 παρ. 1 του π.δ. 18/1989 εξηκονθήμερη προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά ατομικής διοικητικής πράξεως μη δημοσιευτέας, η οποία δεν έχει κοινοποιηθεί στον ενδιαφερόμενο, αρχίζει από τότε που αυτός έλαβε πλήρη γνώση της έκδοσης της πράξεως και του περιεχομένου της· το δε συγκεκριμένο χρονικό σημείο της πλήρους γνώσεως μπορεί να τεκμαίρεται κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων κάθε υποθέσεως. Ειδικώς, επί προσβολής οικοδομικής άδειας, για την έναρξη της ανωτέρω προθεσμίας απαιτείται γνώση όχι μόνο της εκδόσεως, αλλά και του περιεχομένου της άδειας ως προς τα βασικά στοιχεία και χαρακτηριστικά του κτιρίου και της χρήσης του· η γνώση δε αυτή συναρτάται και με τις πλημμέλειες που αποδίδονται στην προσβαλλόμενη πράξη και το έννομο συμφέρον επί του οποίου θεμελιώνεται η άσκηση του ενδίκου βοηθήματος. Προκειμένου να εκφέρουν σχετική κρίση, τα δικαστήρια εκτιμούν τα στοιχεία του φακέλου, λαμβάνουν δε υπόψη και το χρονικό διάστημα που παρήλθε από την έκδοση της πράξεως ή την έναρξη των οικοδομικών εργασιών, σε συνδυασμό προς το εύλογο ενδιαφέρον του ασκούντος την αίτηση ακυρώσεως να λάβει πληροφορίες για την έκδοση της οικοδομικής άδειας και το περιεχόμενό της (ΣΕ 2036/2011 Ολομ., 381/2015 κ.ά.). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προβάλλει η πρώτη παρεμβαίνουσα και δεν αμφισβητείται, οι οικοδομικές εργασίες άρχισαν τον Μάιο του 2017, όπως δε προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, στις 10.11.2018 το αργότερο είχε ολοκληρωθεί ο φέρων οργανισμός του κτιρίου (βλ. ιδίως από 10.11.2018 τοπογραφικό διάγραμμα με φωτογραφική απεικόνιση αυτού, το οποίο υπεβλήθη για την έκδοση της προσβαλλόμενης 319/2018 έγκρισης δόμησης και θεωρήθηκε από τον μηχανικό … του καθ’ ου Δήμου στις 31.11.2018, καθώς και σχετική τεχνική έκθεση από Νοέμβριο του ίδιου έτους). Εν όψει τούτου και του εύλογου ενδιαφέροντος των αιτούντων ως κατοίκων της περιοχής, τεκμαίρεται ότι αυτοί το αργότερο κατά την ανωτέρω ημερομηνία είχαν πλήρη γνώση της άδειας 15/2017. Συνεπώς η κρινόμενη αίτηση, η οποία κατατέθηκε στις 19.3.2019, ήτοι τέσσερις και πλέον μήνες μετά την ανωτέρω ημερομηνία, είναι απορριπτέα ως εκπρόθεσμη καθ’ ο μέρος στρέφεται κατά της 15/2017 άδειας δόμησης, πρέπει δε να γίνουν δεκτές οι παρεμβάσεις κατά το αντίστοιχο μέρος.

11. Επειδή, ο ν. 4030/2011 «Νέος τρόπος έκδοσης αδειών δόμησης, ελέγχου κατασκευών .. κλπ» (Α΄ 249), υπό την ισχύ του οποίου εκδόθηκαν η 288/2016 έγκριση δόμησης και η 15/2017 άδεια δόμησης, όριζε, μεταξύ άλλων, τα εξής: Στο άρθρο 1 ότι «έγκριση δόμησης» είναι «η πιστοποίηση το δικαιώματος δόμησης σύμφωνα με τους όρους δόμησης, που επιτρέπει την έκδοση της άδειας δόμησης» (περ. α) και «άδεια δόμησης: η άδεια που επιτρέπει την εκτέλεση των οικοδομικών εργασιών που περιγράφονται σε αυτήν και στις μελέτες που τη συνοδεύουν …» (περ. β). Στο άρθρο 2 παρ. 1 ότι οι αρμόδια όργανα για τη χορήγηση των ανωτέρω αδειών είναι οι Υπηρεσίες Δόμησης (Υ.ΔΟΜ.) των Δήμων, εκτός αν από ειδικές διατάξεις ορίζεται διαφορετικά. Στο άρθρο 3 παράγρ. 1 [όπως διαμορφώθηκε με τα άρθρα 29 παράγρ. 8 και 9 του ν. 4067/2012 (Α΄ 79, διόρθ. σφαλμ. Α΄ 99) και 49 παρ. 1 του ν. 4178/2013 (Α΄ 174)] ότι τα δικαιολογητικά για την έκδοση έγκρισης δόμησης είναι αίτηση του κυρίου ή του έχοντος νόμιμο δικαίωμα (περ. α), τοπογραφικό διάγραμμα και διάγραμμα δόμησης (περ. β), αποδεικτικά καταβολής εισφορών και κρατήσεων και «οι εγκρίσεις άλλων αρμόδιων υπηρεσιών και διοικητικών οργάνων, καθώς και η γνωμοδότηση του Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής, όπου απαιτούνται» (περ. γ), στην δε παράγρ. 2 του ίδιου άρθρου ότι για την άδεια δόμησης υποβάλλεται, μεταξύ άλλων, η έγκριση δόμησης και η γνωμοδότηση του Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής ή του Σ.Χ.Ο.Π. Αιγαίου. Στο άρθρο 6 ότι η έγκριση δόμησης, για κτίρια επιφάνειας μεγαλύτερης των 2.000 τ.μ., ισχύει για δύο έτη, και ότι η άδεια δόμησης ισχύει για τέσσερα έτη από την έκδοσή της (παρ. 1), ότι η έγκριση δόμησης αναθεωρείται ύστερα από αίτηση του δικαιούχου, μέσα στο χρόνο ισχύος της, αν τροποποιηθούν δικαιολογητικά στοιχεία ή διαγράμματα που έχει εγκρίνει η Υ.ΔΟΜ (παρ. 2) και ότι αν τροποποιηθούν διαγράμματα ή αρχιτεκτονική μελέτη, η μεταβληθούν ριζικά οι λοιπές μελέτες, η αν απαιτούνται εγκρίσεις από άλλους φορείς, η έγκριση δόμησης και η άδεια δόμησης αναθεωρούνται μέσα στο χρόνο ισχύος της άδειας δόμησης (παρ. 3). Τέλος, με την κ.υ.α. 7533/13.2.2012 (Β΄ 251), η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 35 παράγρ. 7 του ίδιου νόμου, καθορίσθηκαν ειδικότερα τα της εκδόσεως των ανωτέρω αδειών. Εξ άλλου, η προσβαλλόμενη 24/2019 άδεια δόμησης και η προηγηθείσα 379/2018 έγκριση δόμησης εκδόθηκαν υπό την ισχύ του ν. 4495/2017 «Έλεγχος και προστασία του Δομημένου Περιβάλλοντος … κλπ» (Α΄ 67/3.11.2017), ο οποίος ορίζει μεταξύ άλλων τα εξής: «Άρθρο 28 “Ορισμοί” α) «Οικοδομική Άδεια»: Η διοικητική πράξη που επιτρέπει την εκτέλεση σε οικόπεδο ή γήπεδο των οικοδομικών εργασιών που προβλέπονται στις μελέτες που τη συνοδεύουν, … γ) [όπως η περίπτ. γ αντικαταστάθηκε με το άρθ. 34 παρ. 18β του ν. 4546/2018 (Α΄ 101/12.6.2018)]: “Προέγκριση οικοδομικής άδειας”: Η διοικητική πράξη που χορηγείται για την πιστοποίηση του δικαιώματος έκδοσης οικοδομικής άδειας και την εφαρμογή κατά το χρόνο ισχύος της, των πολεοδομικών διατάξεων και πολεοδομικών μεγεθών της (δόμηση, κάλυψη, ύψος), που ισχύουν κατά το χρόνο έκδοσης της προέγκρισης, εφόσον η οικοδομική άδεια εκδοθεί εντός του χρόνου ισχύος της προέγκρισης και με την επιφύλαξη της εξασφάλισης και υποβολής των απαιτούμενων εγκρίσεων που προβλέπονται στη περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 40, κατά τη διαδικασία έκδοσης της οικοδομικής αδείας. … Άρθρο 35 “Προέγκριση οικοδομικής άδειας” 1. Η διαδικασία προέγκρισης για την έκδοση οικοδομικής άδειας είναι προαιρετική και αφορά κάθε κατηγορία έκδοσης άδειας του άρθρου 36. …, 2. Κατ’ εξαίρεση, η προέγκριση οικοδομικής άδειας είναι υποχρεωτική στις εξής περιπτώσεις: α) … β) …, γ) για την κατασκευή μόνιμων κτιριακών εγκαταστάσεων, έργων ιδιαίτερης περιβαλλοντικής και οικιστικής σημασίας ή και έργων που άπτονται ειδικού ελέγχου ως προς τους όρους δόμησης, καθώς και στις περιπτώσεις κτιρίων επιφάνειας άνω των τριών χιλιάδων (3.000) τ.μ. … 5. Για την έκδοση της προέγκρισης οικοδομικής άδειας υποβάλλονται ηλεκτρονικά τα εξής δικαιολογητικά και μελέτες: α) αίτηση του κυρίου του έργου ή του έχοντος νόμιμο δικαίωμα …, β) τοπογραφικό διάγραμμα …, γ) διάγραμμα κάλυψης…, δ) τίτλος ιδιοκτησίας…, ε) αποδεικτικά στοιχεία νομιμότητας των υφιστάμενων κτισμάτων. … 6. Η προέγκριση της οικοδομικής άδειας χορηγείται μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την υποβολή των απαιτούμενων μελετών και δικαιολογητικών, ύστερα από έλεγχο: α) του τίτλου ιδιοκτησίας, …, β) του τοπογραφικού διαγράμματος και του διαγράμματος κάλυψης … Άρθρο 40 “Δικαιολογητικά για τη χορήγηση της οικοδομικής άδειας” 1. Για την έκδοση οικοδομικής άδειας υποβάλλονται … τα εξής δικαιολογητικά και μελέτες …: α) αίτηση του κυρίου ή του έχοντος νόμιμο δικαίωμα …, β) [όπως η περίπτ. β΄ αντικαταστάθηκε με το άρθ. 34 παρ. 24.α του ν. 4546/2028] εγκρίσεις άλλων υπηρεσιών και διοικητικών οργάνων, όπου απαιτούνται, γ) …, δ) …, ε) αρχιτεκτονική μελέτη, …, ιη) … Αν έχει εκδοθεί προέγκριση οικοδομικής αδείας, δεν απαιτείται εκ νέου η προσκόμιση των δικαιολογητικών που υποβλήθηκαν για την έκδοση αυτής. …. Άρθρο 42 “Ισχύς, αναθεώρηση και ενημέρωση οικοδομικών αδειών και προεγκρίσεων…” 1. Η προέγκριση οικοδομικής άδειας ισχύει για ένα (1) έτος για κτίρια συνολικής επιφανείας έως και πέντε χιλιάδες (5.000) τ.μ. …., 2. Η οικοδομική άδεια ισχύει για τέσσερα (4) έτη από τη χορήγησή της…. 3. Η προέγκριση της οικοδομικής άδειας αναθεωρείται, ύστερα από αίτηση του δικαιούχου μέσα στο χρόνο ισχύος της, αν τροποποιηθούν δικαιολογητικά στοιχεία ή διαγράμματα που έχει εγκρίνει η Υ.ΔΟΜ. 4. Αν τροποποιηθούν διαγράμματα ή αρχιτεκτονική μελέτη ή μεταβληθούν οι λοιπές μελέτες για τις οποίες δεν επιτρέπεται η ενημέρωση της άδειας, ή αν απαιτούνται εγκρίσεις από άλλους φορείς, η προέγκριση και η οικοδομική άδεια αναθεωρούνται μέσα στο χρόνο ισχύος τους. 5. Η οικοδομική άδεια αναθεωρείται, μετά τη λήξη της, για την παράταση της ισχύος της, ύστερα από αίτηση του δικαιούχου και αυτοψία από την αρμόδια Υ.ΔΟΜ.: α) …, β) …, γ) … … 7. Άδειες δόμησης και εγκρίσεις δόμησης, οι οποίες έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4030/ 2011, αναθεωρούνται ως προς το χρόνο ισχύος σύμφωνα με τα όσα ίσχυαν κατά το χρόνο έκδοσής τους και τις διατάξεις του ν. 4030/2011. Σε περίπτωση εκτέλεσης πρόσθετων οικοδομικών εργασιών, οι ανωτέρω άδειες αναθεωρούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. … 10. Ενημέρωση του φακέλου της οικοδομικής άδειας, ανεξάρτητα από το χρόνο ισχύος της οικοδομικής άδειας, πραγματοποιείται στις εξής περιπτώσεις: α) …, β) τροποποιήσεις των μελετών, που δεν αλλάζουν το διάγραμμα δόμησης και με την προϋπόθεση ότι δεν είναι απαραίτητες εγκρίσεις από άλλους φορείς ή συλλογικά όργανα, γ) μεταβολές των διαστάσεων του κτιρίου ή του οικοπέδου, εφόσον με τις αποκλίσεις αυτές δεν παραβιάζονται κοινόχρηστοι χώροι. Οι αποκλίσεις αυτές δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερες του δύο τοις εκατό (2%), με μέγιστο τα δέκα (10) εκατοστά όσον αφορά το κτίσμα, ή μεγαλύτερες του δύο τοις εκατό (2%), με μέγιστο τα είκοσι (20) εκατοστά όσον αφορά τα μήκη των πλευρών του οικοπέδου… Άρθρο 50 “Μεταβατικές διατάξεις Κεφαλαίου Πρώτου Τμήματος Β΄” 1. [όπως η παράγρ. 1 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 30 παράγρ. 1 του ν. 4513/2018 (Α΄ 9/23.1.2018)]: Έως τη λειτουργία των ηλεκτρονικών υπηρεσιών του άρθρου 33 και την έκδοση της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού απόφασης, οι διοικητικές πράξεις του άρθρου 29 εκδίδονται με τη διαδικασία που ίσχυε πριν τη δημοσίευση του παρόντος. Κατ’ εξαίρεση για την έκδοση των οικοδομικών αδειών υποβάλλονται τα δικαιολογητικά του άρθρου 40 του παρόντος., …» Κατ’ εξουσιοδότηση δε του άρθρου 35 παρ. 9 του ν. 4495/2017 εκδόθηκε η απόφαση ΥΠΕΝ/ΥΠΡΓ/48123/6983/2018 του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας «Διαδικασίες ηλεκτρονικής υποβολής, ελέγχου και έκδοσης των διοικητικών πράξεων του άρθρου 29 του ν. 4495/2017 … κλπ” (Β΄ 3136/31.7.2018), με την οποία ορίζονται τα της διαδικασίας υποβολής και ελέγχου των δικαιολογητικών και εκδόσεως των οικείων αδειών. Εξ άλλου, ο ν. 4067/2012 «Νέος Οικοδομικός Κανονισμός» (Α΄ 79, διόρθ. σφάλμ. Α΄ 99), στο άρθρο 15 παράγρ. 1, όπως η παράγρ. αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 παράγρ. 11 του ν. 4315/2014 (Α΄ 269), ορίζει ότι το ανώτατο ύψος του κτιρίου είναι συνάρτηση του συντελεστή δόμησης [σ.δ.] της περιοχής, ότι ειδικότερα σε σ.δ. 3,6 αντιστοιχεί ανώτατο ύψος 32 μ. και ότι «Σε περιπτώσεις κατασκευής φυτεμένων δωμάτων επιφάνειας μεγαλύτερης του 50% από την καθαρή επιφάνεια του δώματος επιτρέπεται η υπέρβαση του ύψους, όπως αυτό εκάστοτε ισχύει, κατά 1,00 μ. …», στο δε άρθρο 18 του ίδιου νόμου ορίζονται τα της κατασκευής φυτεμένων δωμάτων.

12. Επειδή, με την προσβαλλόμενη άδεια 24/2019 αναθεωρήθηκε η 15/2017 άδεια δόμησης «για αλλαγή τοπογραφικού διαγράμματος, διαγράμματος δόμησης, όψεων και εσωτερικών διαρρυθμίσεων». Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τα στελέχη των δύο αδειών και τις αντίστοιχες τεχνικές εκθέσεις, οι αλλαγές των διαγραμμάτων αφορούν κυρίως την ακριβέστερη αποτύπωση των διαστάσεων του οικοπέδου, το οποίο σύμφωνα με την προσβαλλομένη έχει εμβαδόν 753,03 τ.μ. (έναντι 762,67 κατά την προηγούμενη άδεια), ενώ έχουν μεταβληθεί και ορισμένα άλλα μεγέθη του κτιρίου, μεταξύ των οποίων ο συνολικός υπέρ το έδαφος όγκος του κτιρίου, ο οποίος ανέρχεται σε 11.820,321 τ.μ. έναντι 11.292,64 τ.μ. προηγουμένως (ήτοι αύξηση κατά 527,681 τ.μ.), και οι διαστάσεις και η διάταξη των φυτεμένων και μη χώρων του δώματος, οι οποίοι οριστικοποιούνται με την προσβαλλόμενη αναθεώρηση. Εν όψει τούτων, ανεξαρτήτως του ζητήματος αν η προσβαλλόμενη αναθεώρηση εμπίπτει στις διατάξεις του ν. 4030/2011 ή σε αυτές του ν. 4495/2017, πάντως αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη η οποία τροποποιεί την 15/2017 άδεια δόμησης ως προς τα αναθεωρούμενα στοιχεία. Και ναι μεν οι μεταβολές που επέρχονται σε σχέση με την άδεια δόμησης δεν είναι τέτοιας εκτάσεως ώστε να οδηγούν σε αντικατάστασή της, όπως αβασίμως προβάλλουν οι αιτούντες, πλην η προσβαλλόμενη αναθεώρηση, ως αυτοτελής εκτελεστή πράξη, ελέγχεται ακυρωτικώς για ίδιες αυτής πλημμέλειες (ΣΕ 3381/2015 σκ. 4 κ.ά.). Περαιτέρω οι αιτούντες, ως κάτοικοι της περιοχής Μακρυγιάννη και ενδιαφερόμενοι για την προστασία του πολιτιστικού και οικιστικού περιβάλλοντος της περιοχής, έχουν έννομο συμφέρον για την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης αναθεώρησης, η οποία έχει αυτοτελείς συνέπειες, συνιστάμενες, μεταξύ άλλων, στην αύξηση του όγκου του κτιρίου και του ύψους του κατά ένα μέτρο λόγω «φυτεμένου δώματος» κατά τις διατάξεις του άρθρου 15 παράγρ. 1 του Ν.Ο.Κ., ανεξαρτήτως του ζητήματος αν οι διατάξεις αυτές μπορούσαν να τύχουν εφαρμογής εν προκειμένω. Αβασίμως δε προβάλλει η πρώτη παρεμβαίνουσα ότι το ύψος του κτιρίου προβλέπεται ήδη στην άδεια δόμησης και προκύπτει από τα τότε υποβληθέντα διαγράμματα, διότι πάντως με την προσβαλλόμενη αναθεώρηση τροποποιείται ως προς το ανωτέρω κεφάλαιο η αρχική άδεια, η δε εκτέλεση των οικοδομικών εργασιών για τη διαμόρφωση του «φυτεμένου δώματος» και την εντεύθεν αύξηση του ύψους κατά ένα μέτρο επιτρέπεται δυνάμει μόνης της προσβαλλόμενης αναθεώρησης και των συνοδευόντων αυτήν διαγραμμάτων και στοιχείων (βλ. συναφώς “τεχνική περιγραφή-αναλυτική έκθεση” με θέμα “αναθεώρηση της 288/2016 έγκρισης δόμησης και της 15/2017 άδειας δόμησης …” της αρχιτέκτονος – μηχανικού Ζαφ. Βογιατζή, σελ. 1-4). Εξ άλλου οι αιτούντες παραδεκτώς ομοδικούν, προβάλλοντας κοινούς λόγους ακυρώσεως ερειδομένους στην αυτή πραγματική και νομική αιτία. Τέλος η αίτηση ασκείται εμπροθέσμως την 32η ημέρα από την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης αναθεώρησης (έκδοση: 15.2.2019, άσκηση: 19.3.2019).

13. Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Το επίδικο οικόπεδο ευρίσκεται στην περιοχή Μακρυγιάννη των Αθηνών, στο Ο.Τ. 55022 του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως του Δήμου Αθηναίων και εμπίπτει στον αναοριοθετημένο αρχαιολογικό χώρο των Αθηνών [απόφαση ΥΠΠΟ/ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/ Α1/Φ43 /7027/425/2004 του Υπουργού Πολιτισμού (Δ΄ 96)]. Το οικόπεδο αυτό, εμβαδού 753,03 τ.μ., προέρχεται από τη συνένωση δύο οικοπέδων, ενός με πρόσωπο στην οδό Φαλήρου 5, εμβαδού 572,35 τ.μ., και δεύτερου με πρόσωπο στην πάροδο Συγγρού 34, εμβαδού 180 τ.μ., ιδιοκτησίας αρχικώς της εταιρείας …. Με την 603/28.2.2011 απόφαση της Γ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Αθηνών (Ε.Π.Κ.Α.) είχε εγκριθεί κατ’ άρθρο 10 του αρχαιολογικού νόμου (ν. 3028/2002) αίτημα της ανωτέρω εταιρείας για την ανέγερση, στο οικόπεδο επί της οδού Φαλήρου 5, επταώροφης οικοδομής με ένα υπόγειο, συνολικού ύψους 26,4 μ., υπό τον όρο, μεταξύ άλλων, του ελέγχου εκσκαφής των θεμελίων από την αρχαιολογική υπηρεσία, βάσει δε της εγκρίσεως αυτής εκδόθηκε η 528/2011 οικοδομική άδεια για την ανέγερση της οικοδομής. Λόγω της ανευρέσεως αρχαιοτήτων κατά τις εκσκαφές των θεμελίων (δύο υστερογεωμετρικές ταφές, τμήμα του ανατολικού αναλήμματος της αρχαίας Φαληρικής οδού, κτίριο υστερορωμαϊκών χρόνων, πήλινοι αγωγοί κλπ), το ζήτημα της διατήρησης ή μη των αρχαίων παραπέμφθηκε στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο (Κ.Α.Σ.), το οποίο με το πρακτικό 39/17.12.2013 τάχθηκε υπέρ της διατήρησης ορισμένων αρχαιοτήτων και της αποδόμησης των υπολοίπων λόγω της αποσπασματικής διατήρησής τους. Κατόπιν τούτου εκδόθηκε η απόφαση 215087/116137/14182/6501/ 24.3.2014 του Υπουργού Πολιτισμού με τίτλο “Έγκριση διατήρησης αρχαιοτήτων σε οικόπεδο φερόμενης ιδιοκτησίας της εταιρείας …. επί της οδού Φαλήρου 5, Δήμου Αθηναίων …”, με την οποία εγκρίθηκε η μερική διατήρηση των αρχαιοτήτων και η αποδόμηση των υπολοίπων, υπό τον όρο, μεταξύ άλλων, “Η τελική μελέτη για την ανέγερση της οικοδομής να υποβληθεί προς θεώρηση στη Διεύθυνση Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, δια της αρμόδιας Γ΄ Ε.Π.Κ.Α.” (όρος 7). Εξ άλλου, με την 2303/5.4.2013 πράξη της Γ΄ Ε.Π.Κ.Α. εγκρίθηκε υπέρ της ίδιας εταιρείας η ανέγερση εξαώροφου (6) κτιρίου γραφείων και κατοικιών με pilotis και τρία υπόγεια στο έτερο οικόπεδο επί της παρόδου Λ. Συγγρού 34. Στη συνέχεια, κατόπιν της υποβολής τροποποιημένων σχεδίων, με την απόφαση 86899/ 5990/17.6.2014 της Γ΄ Ε.Π.Κ.Α. αφ’ ενός εγκρίθηκε υπέρ της ίδιας εταιρείας, κατ’ άρθρο 10 του ν. 3028/2002, η ανέγερση επταώροφης πολυκατοικίας στο οικόπεδο της οδού Φαλήρου 5, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην από 24.3.2014 απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, και αφ’ ετέρου απεστάλη στους ενδιαφερομένους σειρά εγκεκριμένων σχεδίων για την αναθεώρηση της 528/2011 οικοδομικής άδειας. Όμως η ανέγερση της επταώροφης οικοδομής δεν πραγματοποιήθηκε διότι τα δύο οικόπεδα (επί της οδού Φαλήρου 5 και επί της παρόδου Συγγρού 34) πωλήθηκαν στην εταιρεία ….. (βλ. συμβόλαια 3.382/22.12.2014 και 3.568/30.7.2015, αντιστοίχως), ακολούθως δε συνενώθηκαν και αποτέλεσαν το επίδικο ενιαίο οικόπεδο (βλ. συμβόλαιο 1.383/29.7.2016). Στη συνέχεια, μετά την υποβολή νέων αρχιτεκτονικών σχεδίων από την ίδια εταιρεία, εκδόθηκε η 35538/19493/2773/834/20.2.2015 απόφαση της ήδη αρμόδιας Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης Αθηνών (Εφ.Α.Π.Α.), με την οποία εγκρίθηκε η ανέγερση, στο ενιαίο πλέον οικόπεδο, νέου οκταώροφου ξενοδοχείου με δύο υπόγεια και δώμα και ύψος 27 μ., υπό ορισμένους όρους που αφορούσαν την προστασία των υποκείμενων αρχαιοτήτων. Όπως προκύπτει από το προοίμιο της απόφασης αυτής (αριθ. 6), για την έκδοσή της ελήφθη υπ’ όψη η προηγηθείσα “5990/17.6.2014 έγκριση της πρώην Γ΄ ΕΚΠΑ” – η οποία αφορούσε την ανέγερση 7ώροφης πολυκατοικίας στο αυτοτελές, τότε, οικόπεδο της οδού Φαλήρου 5. Ακολούθως, μετά την υποβολή νέων σχεδίων, με την απόφαση 148848/ 90085/9492/2095/11.5.2016 της Εφ.Α.Π.Α. εγκρίθηκε η διενέργεια εκσκαφών στο ενιαίο οικόπεδο για την έκδοση οικοδομικής άδειας ανέγερσης νέου δεκαώροφου ξενοδοχείου με τρία υπόγεια, φυτεμένο δώμα και ασκεπή πισίνα και τέθηκαν σχετικοί όροι για τις εκσκαφές. Στην ίδια απόφαση επισημαίνεται ότι «.. μετά την ολοκλήρωση της ανασκαφής, θα πρέπει να κατατεθεί μελέτη ανέγερσης της οικοδομής, η οποία θα πρέπει να λάβει υπόψη της τα προβλεπόμενα στην … 215087/116137/14182/ 6501/27.3.2014 Υ.Α. και τα νέα αρχαιολογικά ευρήματα». Μετά την ολοκλήρωση της ανασκαφικής έρευνας, εκδόθηκαν κατ’ επίκληση του άρθρου 9 παρ. 1 του ν. 3028/2002 οι αποφάσεις 279438/ 167580/16122/4234/30.8.2016 και 294288/176484/16819/4459/ 14.9.2016 της Εφ.Α.Π.Α., με τις οποίες εγκρίθηκε η αφαίρεση και αποδόμηση των αρχαίων καταλοίπων που αποκαλύφθηκαν στο τμήμα της παρόδου Συγγρού 34 (τοίχοι, εστία, πηγάδι) και επετράπη η διεξαγωγή εργασιών για την ανέγερση του ξενοδοχείου μετά από ειδοποίηση της υπηρεσίας. Και στις δύο πράξεις επισημαίνεται ότι “κατά τα λοιπά συνεχίζει να ισχύει” η από 35538/19493/2773/834/20.2.2015 έγκριση της Εφ.Α.Π.Α. (που αφορούσε την ανέγερση οκταώροφου ξενοδοχείου στο ενιαίο οικόπεδο), ενώ στην δεύτερη πράξη αναφέρεται επιπλέον ότι “Για το οικόπεδο επί της οδού Φαλήρου 5 ισχύουν τα προβλεπόμενα στην 215087/116137/14182/ 6501/27.3.2014 Υ.Α.” Κατόπιν τούτων, στην παρεμβαίνουσα εταιρεία …., στην οποία εν τω μεταξύ συγχωνεύθηκε δι’ απορροφήσεως η εταιρεία …. , χορηγήθηκαν από την Υπηρεσία Δόμησης του Δήμου Αθηναίων η 288/2016 έγκριση δόμησης και η 15/2017 άδεια δόμησης για την “Ανέγερση νέου κτιρίου, δεκαώροφου ξενοδοχείου με τρία υπόγεια, φυτεμένο δώμα και ασκεπή πισίνα”, ύψους 33 μέτρων (ήτοι 32 μ. κατά ΝΟΚ και προσαύξηση 1 μ. λόγω φυτεμένου δώματος) επί του επίδικου ενιαίου οικοπέδου. Ακολούθως, κατόπιν της υποβολής τροποποιημένων διαγραμμάτων και λοιπών σχεδίων χορηγήθηκε στην παρεμβαίνουσα η 379/30.11.2018 έγκριση δόμησης για την αναθεώρηση των ανωτέρω αδειών. Στη συνέχεια, με το έγγραφο 561061/401896/20946/ 4601/3.12.2018 η Εφ.Α.Π.Α. ενημέρωσε την πρώτη παρεμβαίνουσα και το πολεοδομικό γραφείο του Δήμου Αθηναίων ότι “δεν υπάρχει αντίρρηση από πλευράς αρμοδιοτήτων [της] για τις προβλεπόμενες αλλαγές στις όψεις και στο δώμα … όπως αυτές περιγράφονται στην τεχνική έκθεση, καθ’ όσον δεν θίγονται τα δομικά στοιχεία των όψεων του κτιρίου και δεν επηρεάζονται αμέσως ή εμμέσως μνημεία της αρμοδιότητος της Υπηρεσίας …”, κατόπιν δε τούτου χορηγήθηκε στην παρεμβαίνουσα η προσβαλλόμενη 24/15.2.2019 άδεια δόμησης της Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου Αθηναίων. Εν τω μεταξύ, με την 2631/6.2.2019 εξώδικη δήλωση – καταγγελία τους προς το Υπουργείο Πολιτισμού οι …, κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής, ζήτησαν τον έλεγχο νομιμότητας του ανεγειρόμενου δυνάμει των 288/2016 και 15/2017 αδειών επίδικου κτιρίου. Με το έγγραφο 93247/64067/1836/755/22.2.2019 της Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού το θέμα εισήχθη προς επανεξέταση στο Κ.Α.Σ. (βλ. και έγγραφο 59140/40329/2631/497/15.2.2019 της Εφ.Α.Π.Α.), το οποίο με το πρακτικό 8/26.2.2019 αποφάσισε την πραγματοποίηση αυτοψίας, μετά τη διενέργεια της οποίας (4.3.2019), με το πρακτικό 16/23.4.2019 ανέβαλε τη λήψη αποφάσεως εν όψει της συζητήσεως της παρούσας υποθέσεως ενώπιον του Δικαστηρίου.

14. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη οικοδομική άδεια είναι ακυρωτέα διότι κατά παράβαση του Συντάγματος (άρθ. 24) και του ν. 3028/2002 (άρθρα 10 και 50) χορηγήθηκε χωρίς την έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού κατόπιν γνωμοδοτήσεως του Κ.Α.Σ., παρά το ότι το επίδικο κτίριο ευρίσκεται πλησίον των μνημείων της Ακρόπολης των Αθηνών και εντός κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου, και ότι η έλλειψη αυτή δεν αναπληρώνεται από τις προηγηθείσες εγκρίσεις, οι οποίες αφορούν επιμέρους εργασίες του έργου.

15. Επειδή, όπως έχει κριθεί, με τις διατάξεις του άρθρου 24 παραγρ. 1 και 6 του Συντάγματος καθιερώνεται αυξημένη προστασία του φυσικού και του πολιτιστικού περιβάλλοντος, δηλαδή των μνημείων και λοιπών πολιτιστικών αγαθών που προέρχονται από την ανθρώπινη δραστηριότητα και συνθέτουν λόγω της ιστορικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής σημασίας τους την εν γένει πολιτιστική κληρονομιά της Χώρας. Τα αρμόδια όργανα του Κράτους οφείλουν να προβαίνουν σε θετικές ενέργειες για την αποτελεσματική διαφύλαξη των αγαθών αυτών και, ειδικότερα, να λαμβάνουν τα απαιτούμενα νομοθετικά και διοικητικά μέτρα, παρεμβαίνοντας στον αναγκαίο βαθμό στην οικονομική ή άλλη ατομική ή συλλογική δραστηριότητα (ΣΕ 1025, 3527/2017 7μ. κ.ά.). Η προστασία αυτή περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τη διατήρηση στο διηνεκές αναλλοίωτων των εν λόγω πολιτιστικών στοιχείων και του χώρου που είναι αναγκαίος για την ανάδειξή τους σε ιστορική, αισθητική και λειτουργική ενότητα, έχει δε αφ’ ενός προληπτικό, αφ’ ετέρου δε κατασταλτικό χαρακτήρα, στην τελευταία δε περίπτωση περιλαμβάνει την υποχρέωση άρσης της προσβολής του πολιτιστικού μνημείου και αποκατάστασης της προστατευόμενης μορφής του (ΣΕ 3004/2015, 3735/2013, 569/2012, 2489/2006, 565/2005, 3347/1999). Επομένως, κάθε επέμβαση επί ή πλησίον αρχαίου ή νεώτερου μνημείου πρέπει κατ’ αρχήν να αποβλέπει στην προστασία και ανάδειξη αυτού, να ενεργείται δε ενόψει των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών του και βάσει των δεδομένων της αρχαιολογικής επιστήμης, απαγορευομένων επεμβάσεων και χρήσεων μη συμβατών προς την κατά προορισμό χρήση του μνημείου και του περιβάλλοντος αυτό χώρου (ΣΕ 676/2005, 3454/2004, 3279/2003 Ολομ., 3004, 2214/2015, 2331/2009, 3077/2010, 1580/2007 επτ. κ.ά.).

16. Επειδή, η προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος οργανώνεται και εξειδικεύεται με τις διατάξεις του ν. 3028/2002 «Για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς» (Α΄ 153), με τις οποίες ορίζονται, μεταξύ άλλων, οι προϋποθέσεις επεμβάσεως σε ακίνητα μνημεία και στο περιβάλλον τους. Ειδικότερα, στο νόμο αυτό ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Άρθρο 9 “Διατήρηση ακινήτων αρχαίων” 1. Για τη διατήρηση ή μη ακινήτου αρχαίου αποφαίνεται η Υπηρεσία με αιτιολογημένη έκθεση μετά τη διενέργεια διερευνητικής ανασκαφής, εάν αυτό είναι αναγκαίο. Εάν το θέμα κρίνεται ως μείζονος σημασίας είναι δυνατόν το αργότερο σε δύο (2) μήνες από την εύρεση ή ανακάλυψη του αρχαίου να παραπέμπεται στο Συμβούλιο, το οποίο γνωμοδοτεί το αργότερο σε δύο (2) μήνες από την παραπομπή. Στην περίπτωση αυτή για τη διατήρηση αποφαίνεται ο Υπουργός. 2. …, 6. …, Άρθρο 10 “Ενέργειες σε ακίνητα μνημεία και στο περιβάλλον τους”: 1. Απαγορεύεται κάθε ενέργεια σε ακίνητο μνημείο η οποία είναι δυνατόν να επιφέρει με άμεσο ή έμμεσο τρόπο καταστροφή, βλάβη, ρύπανση ή αλλοίωση της μορφής του. . . 3. Η. … οικοδομική δραστηριότητα πλησίον αρχαίου επιτρέπεται μόνο μετά από έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού, η οποία εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου. Η έγκριση χορηγείται εάν η απόσταση από ακίνητο μνημείο ή η σχέση με αυτό είναι τέτοια ώστε να μην κινδυνεύει να επέλθει άμεση ή έμμεση βλάβη αυτού λόγω του χαρακτήρα του έργου ή της επιχείρησης ή της εργασίας. …. 6. [όπως η παράγρ. 6 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1ο παράγρ. Η του ν. 4254/2014 (Α΄ 85)]: Στις περιπτώσεις που απαιτείται έγκριση σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, αυτή προηγείται από τις άδειες άλλων αρχών που αφορούν την επιχείρηση ή την εκτέλεση του έργου ή της εργασίας και τα στοιχεία της αναγράφονται με ποινή ακυρότητας στις άδειες αυτές. … Άρθρο 12 «Οριοθέτηση αρχαιολογικών χώρων» 1. Οι αρχαιολογικοί χώροι κηρύσσονται και οριοθετούνται ή αναοριοθετούνται με βάση τα δεδομένα αρχαιολογικής έρευνας πεδίου και απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, η οποία εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου, συνοδεύεται από τοπογραφικό διάγραμμα και δημοσιεύεται μαζί με αυτό στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 2. … 3. … 4. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως 6 του άρθρου 10 εφαρμόζονται αναλόγως και για τους αρχαιολογικούς χώρους. … Άρθρο 14 «Αρχαιολογικοί χώροι σε οικισμούς. Οικισμοί που αποτελούν αρχαιολογικούς χώρους» 1. …, 2. Στους ενεργούς οικισμούς ή σε τμήματά τους που αποτελούν αρχαιολογικούς χώρους απαγορεύονται οι επεμβάσεις που αλλοιώνουν το χαρακτήρα και τον πολεοδομικό ιστό ή διαταράσσουν τη σχέση μεταξύ των κτιρίων και των υπαίθριων χώρων. Επιτρέπεται μετά από άδεια που χορηγείται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, η οποία εκδίδεται μετά από γνώμη του οικείου γνωμοδοτικού οργάνου: α) η ανέγερση νέων κτισμάτων, εφόσον συνάδουν από πλευράς όγκου, δομικών υλικών και λειτουργίας με το χαρακτήρα του οικισμού, β) …, ε) …, 3. …, 4. Η κατά την προηγούμενη παράγραφο απαιτούμενη άδεια εκδίδεται πριν από όλες τις άλλες άδειες άλλων αρχών που αφορούν στην εκτέλεση του έργου, σε κάθε περίπτωση μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την υποβολή της σχετικής αίτησης, τα δε στοιχεία της αναγράφονται με ποινή ακυρότητας σε αυτές. … 6. Μέσα στους αρχαιολογικούς χώρους που είναι ενεργοί οικισμοί καθορίζονται, με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Πολιτισμού και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και του τυχόν άλλου κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού, ειδικές ρυθμίσεις όσον αφορά τους περιορισμούς της ιδιοκτησίας, τις χρήσεις γης ή κτιρίων, τους όρους δόμησης ή τις επιτρεπόμενες δραστηριότητες. … Άρθρο 50 “Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο …” 1. …, 4. Στην αρμοδιότητα του ΚΑΣ ανήκουν θέματα που αφορούν στην προστασία αρχαίων μνημείων, αρχαιολογικών χώρων …, 5. Υπό την επιφύλαξη της διάταξης της προηγούμενης παραγράφου, τα Κεντρικά Συμβούλια: α) …, γ) Γνωμοδοτούν για ζητήματα που σχετίζονται με: … ββ) την προστασία των μνημείων που είναι εγγεγραμμένα στον Κατάλογο της Παγκόσμιας Κληρονομιάς, καθώς και των άλλων μείζονος σημασίας μνημείων, αρχαιολογικών χώρων και ιστορικών τόπων …».

17. Επειδή, σύμφωνα με το ανωτέρω άρθρο 9 παράγρ. 1 του ν. 3028/2002, σε περίπτωση ανεύρεσης αρχαιοτήτων ήσσονος σημασίας η αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού αποφασίζει μόνη για τη διατήρησή τους ή μη (εδάφ. α΄), ενώ προκειμένου για αρχαιότητες μείζονος σημασίας αποφαίνεται ο Υπουργός μετά από γνώμη του αρμόδιου συμβουλίου (εδάφ. β΄). Περαιτέρω, με τις διατάξεις του άρθρου 10 του ίδιου νόμου, οι οποίες εφαρμόζονται και στους αρχαιολογικούς χώρους (άρθ. 12 παρ. 4), ρυθμίζονται τα των επεμβάσεων επί και πλησίον ακινήτου μνημείου. Για τις επεμβάσεις πλησίον μνημείου ισχύει ο κανόνας του επιτρεπτού τους μόνο κατόπιν εγκρίσεως του Υπουργού Πολιτισμού μετά από γνωμοδότηση του αρμόδιου συμβουλίου, εν προκειμένω του Κ.Α.Σ., δεδομένου ότι η Ακρόπολη είναι μνημείο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς (άρθ. 50 παρ. 5 περ. γ΄ στοιχ. ββ του ν. 3028/2002). Ειδικά για τις οικοδομικές εργασίες, η έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού χορηγείται αν η απόσταση από το ακίνητο μνημείο – στην έννοια του οποίου περιλαμβάνεται πλέον ρητώς και το άμεσο περιβάλλον του – ή η σχέση με αυτό είναι τέτοια ώστε να μην κινδυνεύει να επέλθει άμεση ή έμμεση βλάβη σε αυτό και τον περιβάλλοντα χώρο του (ΣΕ 3004/2015, 2331/2009, 3824/2007, πρβλ. 3454/2004, 676/2005 Ολομ.). Δεδομένου δε ότι προστατευόμενο στοιχείο του περιβάλλοντος χώρου των μνημείων συνιστά και η ανεμπόδιστη θέαση αυτών, αλλά και ο χαρακτήρας και η φυσιογνωμία της ευρύτερης περιοχής, η οποία τελεί σε άμεση οπτική επαφή με τα μνημεία και είναι αναγκαία για την ανάδειξή τους, πρέπει περαιτέρω να ερευνάται αν η απόσταση του έργου από το μνημείο ή η σχέση του με αυτό, εν όψει των μορφολογικών του στοιχείων, είναι τέτοια ώστε να διασφαλίζεται η αναλλοίωτη έποψη του μνημείου και η ακεραιότητα του αναγκαίου για την ανάδειξή του σε ιστορική, αισθητική και λειτουργική ενότητα περιβάλλοντος χώρου (ΣΕ 3004/2015, 3735/2013). Από τα ανωτέρω παρέπεται ότι ο Υπουργός Πολιτισμού, προκειμένου να χορηγήσει την έγκριση (άδεια) εκτελέσεως έργου πλησίον μνημείων αξιολογεί τα χαρακτηριστικά του έργου και εκτιμά τις άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις που θα έχει η εκτέλεση του έργου στα ακίνητα μνημεία, δηλαδή στα αγαθά που εμπίπτουν στο πεδίο προστασίας του αρχαιολογικού νόμου. Η αιτιολογία της χορηγούμενης εγκρίσεως (άδειας) ελέγχεται συνεπώς ως προς τα ζητήματα αυτά, πρέπει δε, για να είναι πλήρης, να περιέχει: α) περιγραφή των προστατευτέων μνημείων, β) περιγραφή του προς εκτέλεση έργου και γ) τεκμηριωμένη εκτίμηση των επιπτώσεων του έργου επί των μνημείων (ΣΕ 2331/2009, 3824/2007, πρβλ. 3454/2004, 676/2005 Ολομ.). Εν όψει της συνταγματικής επιταγής για τη διηνεκή και αποτελεσματική προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος, ο Υπουργός Πολιτισμού, σε περίπτωση που η εκτέλεση του έργου και συγκεκριμένα η ανέγερση οικοδομής έχει δυσμενείς συνέπειες στο προστατευόμενο μνημείο, δύναται είτε να απαγορεύσει το έργο ή τη δραστηριότητα, είτε, εφ’ όσον οι δυσμενείς επιπτώσεις μπορούν να εξουδετερωθούν με την επιβολή συγκεκριμένων όρων, να επιβάλει, πάντοτε με γνώμονα την αποτελεσματικότερη προστασία του μνημείου, τους κατάλληλους όρους και περιορισμούς στη δόμηση, οι οποίοι κατά την αιτιολογημένη κρίση του θα εξουδετερώσουν τις επιβλαβείς για το μνημείο συνέπειες (βλ. ΣΕ 919, 618/2018, 4160-61/2015, 168/2012, 2331/2009, 2834/2007 κ.ά.), περιλαμβανομένου και του περιορισμού του ανωτάτου ύψους και του αριθμού των ορόφων που προβλέπονται είτε από τις γενικές διατάξεις (ΣΕ 2331/2009), είτε από τυχόν ειδικές διατάξεις που έχουν θεσπισθεί για την προστασία αρχαιολογικού χώρου (ΣΕ 2630/2010 σκ. 9, πρβλ. 872/2004, 2526/2003 Ολομ.). Δεδομένου δε ότι η κατά το άρθρο 10 του ν. 3028/2002 έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού αποτελεί προαπαιτούμενο για τη χορήγηση κάθε άλλης άδειας προβλεπόμενης από την κείμενη νομοθεσία, η χορήγησή της απαιτείται σε κάθε περίπτωση που εκδίδονται άδειες από άλλες, πλην του Υπουργού Πολιτισμού, αρμόδιες αρχές τόσο για την έναρξη όσο και για τη συνέχιση ενός έργου ή μιας δραστηριότητας (ΣΕ 2571/2018, 275/2016). Η τυχόν δε ανάκληση της άδειας του Υπουργού Πολιτισμού συνεπάγεται την ανάκληση και των λοιπών σχετικών πράξεων των άλλων διοικητικών αρχών (ΣΕ 3458/2000). Εν όψει τούτων, από το συνδυασμό των διατάξεων του ν. 3028/2002 με τις διατάξεις των ν. 4030/2011 και 4497/2017 που παρατίθενται σε προηγούμενες σκέψεις, προκύπτει ότι η απαιτούμενη κατά περίπτωση έγκριση (άδεια) του Υπουργείου Πολιτισμού προηγείται κάθε διοικητικής πράξεως που αφορά τη δόμηση και τη χρήση του ακινήτου (ΣΕ 3824/2007, 3458/2000), δηλαδή τόσο της έγκρισης και της άδειας δόμησης του ν. 4030/2011 όσο και της προέγκρισης και της οικοδομικής άδειας του ν. 4495/2017, καθώς και των πράξεων αναθεώρησης αυτών που αφορούν τη μορφή και τις διαστάσεις του κτιρίου. Και τούτο διότι ο Υπουργός Πολιτισμού ασκεί την αρμοδιότητά του με γνώμονα την προστασία του μνημείου ή του αρχαιολογικού χώρου χωρίς να δεσμεύεται από τους γενικούς ή ειδικούς όρους δόμησης που ισχύουν στην περιοχή του υπό ανέγερση κτιρίου. Περαιτέρω, στο άρθρο 14 ο νόμος, λαμβάνοντας ειδική πρόνοια για τους ενεργούς οικισμούς οι οποίοι αποτελούν εν όλω ή εν μέρει αρχαιολογικούς χώρους, προβλέπει μεταξύ άλλων (παράγρ. 6) την έκδοση π.δ/τος για τον καθορισμό των χρήσεων γης ή συγκεκριμένων κτιρίων, των όρων δόμησης και των επιτρεπόμενων δραστηριοτήτων εντός του οικισμού, ως και των αναγκαίων προς τούτο περιορισμών της ιδιοκτησίας, ώστε να διασφαλίζεται αφ’ ενός η προστασία του αρχαιολογικού χώρου και αφ’ ετέρου η απρόσκοπτη λειτουργία του οικισμού. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, ερμηνευομένης στο πλαίσιο της συνταγματικής υποχρεώσεως για τη λήψη θετικών μέτρων προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς, το σχετικό διάταγμα πρέπει να εκδίδεται εντός ευλόγου χρόνου από την έκδοση του νόμου (προκειμένου περί παλαιών κηρύξεων) ή από την κήρυξη του χώρου (εφ’ όσον αυτή εχώρησε μετά το ν. 3028/2002).

18. Επειδή, εξ άλλου, η Ακρόπολη των Αθηνών, εν όψει της σημασίας των μνημείων της (Παρθενώνας, Προπύλαια, Ναός Απτέρου Νίκης, Ερέχθειο) για τον κλασικό πολιτισμό, καθώς και ο περιβάλλων αυτήν χώρος, έχουν τύχει ειδικής κρατικής προστασίας. Ειδικότερα, με το άρθρο 1 του ν.δ της 23.3.1929 (Α΄ 113), όπως κυρώθηκε και τροποποιήθηκε με το άρθρο μόνο του ν. 4212/1929 (Α΄ 240), χαρακτηρίσθηκε ως αρχαιολογικός χώρος μείζον τμήμα της πόλεως των Αθηνών οριζόμενο προς Νότον «υπό της Ακροπόλεως και του λόφου του Αρείου Πάγου». Τα όρια του αρχαιολογικού χώρου επεκτάθηκαν σταδιακά με τις αποφάσεις 81926/3733/30.7.1956 (Β΄ 154) και 125350/5591/ 26.11.1956 (Β΄ 268) του Υπουργού Παιδείας και 15794/19.12.1961 του Υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως (Β΄ 35/1962), οι κηρύξεις δε αυτές συμπληρώθηκαν και ενοποιήθηκαν με την απόφαση Φ01/12970/503/ 25.2.1983 (Β΄ 387) του Υπουργού Πολιτισμού. Περαιτέρω, με απόφαση ληφθείσα κατά την 11η σύνοδο της Επιτροπής Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO (8-11.12.1987), η Ακρόπολη των Αθηνών ενεγράφη στον Κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Τέλος, με την απόφαση ΥΠΠΟ/ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/Α1/Φ43/7027/425/29.1.2004 του Υπουργού Πολιτισμού (Δ΄ 96/11.2.2004), εγκρίθηκε η «.. αναοριοθέτηση του Αρχαιολογικού Χώρου της πόλεως των Αθηνών, εντός των ορίων του οποίου ασκείται ο υποχρεωτικός αρχαιολογικός ανασκαφικός έλεγχος στο πλαίσιο της διαδικασίας της χορηγήσεως εγκρίσεων για την έκδοση οικοδομικών αδειών για πάσης φύσεως δημόσια, ιδιωτικά και εκκλησιαστικά έργα». Κατά την ίδια απόφαση, ο αρχαιολογικός χώρος αντιστοιχεί «στον ιστό της αρχαίας πόλεως και του προαστίου της», εντός δε αυτού εμπίπτει το ΟΤ 55022 του σχεδίου πόλεως του Δήμου Αθηναίων, όπου κείται το επίδικο ακίνητο. Εξ άλλου, για τη ρύθμιση της δόμησης εντός των αρχαιολογικών χώρων των Αθηνών, με το π.δ. της 19.2/5.3.1975 «Περί τροποποιήσεως του από 30.8.1955 Β. Δ/τος “περί όρων δομήσεως εν Αθήναις” ..κλπ» (Δ΄ 53), θεσπίσθηκαν κατά τομείς μειωμένα ανώτατα ύψη και αριθμός ορόφων, εν σχέσει με τα ισχύοντα για την Αθήνα, πέριξ μεταξύ άλλων των αρχαιολογικών χώρων της Ακροπόλεως και του Φιλοπάππου. Το δ/γμα αυτό, κατά την έκδοση του οποίου ο κανονιστικός νομοθέτης είχε προδήλως υπόψη του τους μέχρι τότε κηρυγμένους αρχαιολογικούς χώρους και τα όριά τους, περιέλαβε ρυθμίσεις και για ορισμένα τμήματα της περιοχής Μακρυγιάννη, ως προς τα ακίνητα με πρόσωπο στην οδό Διονυσίου Αρεοπαγίτου (βλ. άρθ. 3 παρ. 1 και 2), όχι όμως και για το επίμαχο Ο.Τ. 55022, το οποίο, όπως εκτέθηκε, εντάχθηκε σε αρχαιολογικό χώρο το πρώτον με την αναοριοθέτηση του 2004. Τόσο πριν όσο και μετά την αναοριοθέτηση του έτους 2004 η Γ΄ Εφορεία Αρχαιοτήτων, εν όψει του αυξανόμενου ενδιαφέροντος για την ανέγερση πολυώροφων κτιρίων στην περιοχή Μακρυγιάννη, τα οποία παρεμποδίζουν τη θέα προς την Ακρόπολη, και κατόπιν επανειλημμένων διαβημάτων της UNESCO για την αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού, ζήτησε τη λήψη μέτρων προστασίας και ειδικότερα τη θέσπιση μειωμένων υψών στην περιοχή με την επέκταση των ζωνών του π.δ. της 19.2/5.23.1975 (βλ. έγγραφα Φ25/4356/ 21.11.2002, Φ25/5324/29.12.2003, Φ25/1998/13.5.2004), πλην το Υπουργείο ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. δεν συμφώνησε με τη ρύθμιση, υπό την εσφαλμένη αντίληψη ότι τούτο προσκρούει στην “διαμορφωμένη κατάσταση” λόγω της ανέγερσης πολυώροφων οικοδομών (βλ. έγγραφο 1694/18.3.2004 της Δ/νσης Πολεοδομικού Σχεδιασμού). Έκτοτε, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, το ζήτημα της ανέγερσης οικοδομών στην περιοχή αντιμετωπίσθηκε αποσπασματικά, χωρίς ενιαία κριτήρια, με αποτέλεσμα την έκδοση αντικρουόμενων αποφάσεων, άλλοτε προς την κατεύθυνση του περιορισμού του ύψους των ανεγειρόμενων οικοδομών κατ’ ενάσκηση ελέγχου από το Κ.Α.Σ. και τον Υπουργό Πολιτισμού (βλ. λ.χ. ΣΕ 2331/2009, η οποία έκρινε νόμιμη απόφαση ΥΠ.ΠΟ. και ομόφωνη γνώμη του Κ.Α.Σ. για μείωση ύψους σε 21 μ., έναντι 26,45 κατά Γ.Ο.Κ., σε παραπλήσιο ακίνητο), άλλοτε δε της απουσίας ελέγχου και της έγκρισης υψών μέχρι και 34 μ. (βλ. απαρίθμηση σχετικών περιπτώσεων στο προαναφερθέν έγγραφο 59140/40329/2631/ 497/15.2.2019 της Εφ.Α.Π.Α.), υπό το κράτος εν πολλοίς εσφαλμένων αντιλήψεων ως προς την έννοια των κρίσιμων διατάξεων και το εύρος των αρμοδιοτήτων των οργάνων του Υπουργείου Πολιτισμού, τοπικών και κεντρικών, και, τελικώς, την ελλιπή προστασία του σημαντικότερου μνημείου της κλασικής αρχαιότητας (βλ. πρακτικά Κ.Α.Σ. 8/26.2.2019, σελ. 4-6, 10/13.3.2019, σελ. 6-7, και επόμενη σκέψη).

19. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, για την έκδοση των 24/2019 και 379/2018 αναθεωρήσεων η πρώτη παρεμβαίνουσα υπέβαλε μεν ορισμένες παλαιότερες εγκρίσεις της αρχαιολογικής υπηρεσίας, όχι όμως την απαιτούμενη κατ’ άρθρο 10 του ν. 3028/2002 έγκριση από τον Υπουργό Πολιτισμού, μετά από γνωμοδότηση του Κ.Α.Σ., της σχετικής μελέτης. Ειδικότερα, στην από την από Νοεμβρίου 2018 τεχνική έκθεση της αρχιτέκτονος-μηχανικού … (σελ. 2-3) μνημονεύονται οι εξής εγκρίσεις από απόψεως αρχαιολογικής νομοθεσίας: α) η Φ03/215087/ 116137/14182/6501/24.3.2014 απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, η οποία όμως αφορούσε μόνο τη διατήρηση των αρχαιοτήτων που βρέθηκαν στο οικόπεδο της οδού Φαλήρου 5 πριν την ενοποίηση των δύο οικοπέδων, όριζε δε ρητώς (όρος 7) ότι η τελική μελέτη για την ανέγερση της οικοδομής θα υποβληθεί προς θεώρηση στη ΔΙ.Π.Κ.Α. δια της αρμόδιας Εφορείας, β) η «έγκριση Φ5/1/17-6-14», ήτοι, προδήλως, η απόφαση 86899/5990/17.6.2014 της Γ΄ Ε.Π.Κ.Α., η οποία όμως αφορούσε την ανέγερση 7ώροφης οικοδομής στο ανωτέρω τμήμα του οικοπέδου, η οποία δεν υλοποιήθηκε τελικά, γ) η 148848/90085/9492/ 2095/11.5.2016 πράξη της Εφ.Α.Π.Α., η οποία αφορά μόνο έγκριση εκσκαφών στο ενιαίο οικόπεδο, επαναλαμβάνει δε τον όρο 7 της από 24.3.2014 υπουργικής αποφάσεως περί υποβολής της τελικής μελέτης προς έγκριση, δ) η 279438/ 167580/16122/4234/ 30.8.2016 πράξη της ίδιας Εφορείας, η οποία αφορά στην έγκριση αφαίρεσης και αποδόμησης αρχαιοτήτων που αποκαλύφθηκαν στο οικόπεδο της παρόδου Συγγρού 34, παραπέμπει δε κατά τα λοιπά στην προηγούμενη υπό (γ) πράξη, και ε) η 294288/176484/16819/4459/14.9.2016 πράξη της ίδιας Εφορείας, η οποία επαναλαμβάνει την προηγούμενη, για δε το οικόπεδο της οδού Φαλήρου 5 παραπέμπει στην από 27.3.2014 υπουργική απόφαση. Τέλος, στο φάκελο υπάρχει το έγγραφο 561061/401896/20946/4601/3.12.2018 της Εφ.Π.Α.Α., με το οποίο αυτή ενημερώνει την υπηρεσία δόμησης του Δήμου Αθηναίων ότι “δεν υπάρχουν αντιρρήσεις” για τις αλλαγές στις όψεις και το δώμα του κτιρίου, πλην το έγγραφο αυτό προδήλως δεν αποτελεί την απαιτούμενη από τις κρίσιμες διατάξεις έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού κατόπιν γνώμης του Κ.Α.Σ. Ούτε άλλωστε αυτή η ελλείπουσα προϋπόθεση πληρώθηκε σε προηγούμενο στάδιο της διαδικασίας, δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από την από Νοεμβρίου 2016 τεχνική έκθεση της αρχιτέκτονος-μηχανικού …, για την έκδοση των αδειών 288/2016 και 15/2017 είχαν προσκομισθεί i) η 603/28.2.2011 απόφαση της Γ΄ Ε.Π.Κ.Α., που αφορούσε την ανέγερση 7ώροφης οικοδομής στο οικόπεδο της Φαλήρου 5 πριν τη συνένωση των οικοπέδων, ii) η ανωτέρω από 27.3.2014 υπουργική απόφαση, iii) οι 4538/29.6.2012 και 2303/5.4.2013 εγκρίσεις της Γ΄ Ε.Π.Κ.Α., οι οποίες όμως αφορούσαν την μη υλοποιηθείσα ανέγερση 6ώροφου κτιρίου γραφείων στο οικόπεδο επί της παρόδου Συγγρού 34 πριν τη συνένωση των δύο οικοπέδων, και iv) η ανωτέρω υπό (γ) από 11.5.2016 έγκριση της Εφ.Α.Π.Α. Εξ άλλου, στο προαναφερθέν έγγραφο 59140/40329/2631/497/ 15.2.2019 της προϊσταμένης της Εφ.Α.Π.Α. εκτίθενται οι λόγοι για τους οποίους, κατά την άποψη της υπηρεσίας αυτής, παρέλκει η παραπομπή στο Κ.Α.Σ. και, κατά συνεκδοχή, η έγκριση από τον Υπουργό Πολιτισμού, των μελετών ανέγερσης κτιρίων σε περιπτώσεις όπως η επίδικη, πλην οι λόγοι αυτοί δεν ευρίσκουν έρεισμα στο νόμο. Ειδικότερα, η άποψη ότι η ανέγερση κτιρίων, ακόμη και μεγάλης κλίμακας, όπως εν προκειμένω, δεν επιβάλλει εξ ορισμού την εισαγωγή της σχετικής υπόθεσης στο Κ.Α.Σ. δεδομένου ότι η συγκεκριμένη περιοχή δεν εντάσσεται σε «θεσμοθετημένη ζώνη ελέγχου των υψών», δηλ. σε ζώνη του προαναφερθέντος π.δ. της 19.2/5.3.1975, δεν ευσταθεί, διότι κατά τις κρίσιμες διατάξεις του ν. 3028/2002, για την ανέγερση κτιρίων πλησίον μνημείων εγγεγραμμένων στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς, όπως η Ακρόπολη και εντός του αρχαιολογικού χώρου των Αθηνών, όπως εν προκειμένω, απαιτείται υποχρεωτικά γνωμοδότηση του Κ.Α.Σ. και έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού, αδιαφόρως αν το ακίνητο εμπίπτει ή όχι στο πεδίο εφαρμογής του π.δ. της 19.2/5.3.1975 (ΣΕ 2331/2009). Ομοίως, η άποψη ότι παρέλκει ο έλεγχος κατά το ν. 3028/2002 εφ’ όσον το ύψος του ανεγειρόμενου κτιρίου δεν υπερβαίνει την ανώτατη στάθμη των οικοδομών στο μέτωπο της οδού Διονυσίου Αρεοπαγίτου και το ύψος του νέου Μουσείου της Ακρόπολης δεν ευσταθεί, το μεν διότι η σχετική κρίση, προκειμένου περί κτιρίου “πλησίον” σημαντικού μνημείου της Παγκόσμιας Κληρονομιάς και εντός του αρχαιολογικού χώρου των Αθηνών, δεν ανήκει στην τοπική εφορεία αρχαιοτήτων, αλλά στον Υπουργό Πολιτισμού και το Κ.Α.Σ., εν πάση δε περιπτώσει διότι η άποψη αυτή δεν λαμβάνει υπ’ όψη το φυσικό ανάγλυφο της περιοχής, το έδαφος της οποίας, σύμφωνα με το προαναφερθέν έγγραφο της Εφ.Α.Π.Α., είναι κατηφορικό, δηλαδή στοιχείο απαραιτήτως ληπτέο υπ’ όψη για την αξιολόγηση των τυχόν δυσμενών επιπτώσεων στη θέαση από και προς το μνημείο και τον περιβάλλοντα χώρο του. Η δε ανάγκη ελέγχου των ανεγειρόμενων οικοδομών κατά τον αρχαιολογικό νόμο στη συγκεκριμένη περιοχή καθίσταται ακόμα επιτακτικότερη εκ του ότι η Διοίκηση, παρά την πάροδο χρόνου πέραν του ευλόγου από την αναοριοθέτηση του αρχαιολογικού χώρου το έτος 2004, δεν έχει προωθήσει την έκδοση διατάγματος για τον έλεγχο της δόμησης στις παρυφές του Ιερού Βράχου, όπως ώφειλε (άρθ. 14 παρ. 6 του ν. 3028/2002). Συνεπώς, μη νομίμως η προσβαλλόμενη πράξη αναθεώρησης εκδόθηκε χωρίς την κατά νόμο έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού μετά από γνώμη του Κ.Α.Σ.

20. Επειδή, για τον λόγο αυτό που προβάλλεται βασίμως, ελέγχεται δε και αυτεπαγγέλτως ως αναγόμενος στη νόμιμη βάση της προσβαλλόμενης πράξεως, πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση, να ακυρωθεί η 24/2019 άδεια δόμησης της υπηρεσίας δόμησης του Δήμου Αθηναίων, στην οποία ενσωματώθηκε η 379/2018 έγκριση δόμησης της ίδιας υπηρεσίας, και να απορριφθεί η παρέμβαση, κατόπιν δε τούτου παρέλκει ως αλυσιτελής η έρευνα των λοιπών λόγων ακυρώσεως.

21. Επειδή, λόγω της εν μέρει απορρίψεως και της εν μέρει αποδοχής της αιτήσεως πρέπει να συμψηφισθεί η δικαστική δαπάνη των διαδίκων.

Ακυρώνει την 24/2019 άδεια δόμησης του Τμήματος έκδοσης αδειών δόμησης της Διεύθυνσης Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου Αθηναίων, στην οποία ενσωματώθηκε η 379/2018 έγκριση δόμησης της ίδιας υπηρεσίας,

Απορρίπτει τις παρεμβάσεις ως προς τους αυτούς αιτούντες,

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 14 Ιουνίου 2019 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 1ης Νοεμβρίου του ίδιου έτους.

 

Πρακτικό Συνεδρίασης 11/2022 του Τριμελούς Συμβουλίου του Συμβουλίου της Επικρατείας (άρθρο 2 του Ν. 3068/2002)

Συνεδρίασε σε συμβούλιο στις 23 Μαΐου 2022, με την εξής σύνθεση: Μαρίνα-Ελένη Κωνσταντινίδου, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύουσα, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας και των αρχαιοτέρων της Αντιπροέδρων, που είχαν κώλυμα, Θεόδωρος Αραβάνης, Όλγα Παπαδοπούλου, Σύμβουλοι. Ως Γραμματέας έλαβε μέρος η Ελένη Γκίκα.

Για να εξετάσει την από 21 Οκτωβρίου 2021 αίτηση των: … κατοίκων Αθηνών …, με την οποία ζητείται η συμμόρφωση της Διοίκησης προς την υπ’ αριθ. 2102/2019 απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Το Συμβούλιο, αφού άκουσε τον εισηγητή, Σύμβουλο Θεόδωρο Αραβάνη, δέχθηκε τα εξής:

1. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, η οποία εισάγεται νομίμως ενώπιον του παρόντος Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 2 του ν. 3068/2002, όπως ισχύει, και το άρθρο 2 του π.δ. 61/2004, οι αιτούντες παραπονούνται για την μη συμμόρφωση της Διοικήσεως προς την απόφαση 2102/2019 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία ακυρώθηκε η 24/2019 άδεια δόμησης της Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου Αθηναίων. Με την άδεια αυτή, αναθεωρήθηκε η 15/2017 άδεια δόμησης της ίδιας υπηρεσίας, με την οποία είχε επιτραπεί στην εταιρεία … η ανέγερση δεκαώροφου ξενοδοχείου με τρία υπόγεια, φυτεμένο δώμα και ασκεπή πισίνα επί της οδού Φαλήρου 5 και παρόδου Συγγρού 34, στην περιοχή Μακρυγιάννη του Δήμου Αθηναίων, εντός του κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου της πόλεως των Αθηνών.

2. Επειδή, η εκμεταλλευόμενη το εν λόγω ξενοδοχείο εταιρεία …, η οποία είχε παρέμβει στην ακυρωτική δίκη, παραδεκτώς με το από 11.5.2022 υπόμνημά της ζητεί την αναστολή της παρούσας διαδικασίας, άλλως την απόρριψη της κρινόμενης αιτήσεως.

3. Επειδή, με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής (Α΄ 84/17.4.2001) αναθεωρήθηκαν, μεταξύ άλλων, οι διατάξεις των άρθρων 94 παρ. 4 και 95 παρ. 5 του Συντάγματος και διατυπώθηκε και ρητώς, ως συνταγματική επιταγή, η υποχρέωση της Διοικήσεως να συμμορφώνεται προς τις δικαστικές αποφάσεις, υποχρέωση η οποία υφίστατο πάντως και πριν από την αναθεώρηση του έτους 2001, απορρέουσα από το άρθρο 26 καθώς και από το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος που κατοχυρώνει το δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, του οποίου αποτελεί ειδικότερη πτυχή (ΣΕ 1125/2016 Ολομ., 235/2021, πρβλ. και Πρακτικά Τριμ. Συμβ. ΣτΕ 33/2010, 19/2017). Προς εξειδίκευση της πιο πάνω συνταγματικής επιταγής, με την αναθεωρημένη συνταγματική διάταξη του άρθρου 95 παρ. 5 («Η διοίκηση έχει υποχρέωση να συμμορφώνεται προς τις δικαστικές αποφάσεις. Η παράβαση της υποχρέωσης αυτής γεννά ευθύνη για κάθε αρμόδιο όργανο, όπως νόμος ορίζει. Νόμος ορίζει τα αναγκαία μέτρα για την διασφάλιση της συμμόρφωσης της διοίκησης») προβλέφθηκε η έκδοση ειδικού νόμου, ο οποίος θα οργανώσει δικονομικά σύστημα ελέγχου και διαπίστωσης της συμμόρφωσης της Διοίκησης προβλέποντας το όργανο, που μπορεί να είναι και δικαστικό, την διαδικασία και τις σχετικές συνέπειες (Πρακτικά Τριμ. Συμβ. ΣτΕ 4/2014 Ολομ., 6/2016 Ολομ., 19/2017). Σε εκτέλεση της ανωτέρω συνταγματικής επιταγής εκδόθηκε ο ν. 3068/2002 (Α΄ 274), στο άρθρο 1 του οποίου ορίσθηκε ότι «το Δημόσιο, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης και τα λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου έχουν υποχρέωση να συμμορφώνονται χωρίς καθυστέρηση προς τις δικαστικές αποφάσεις […]», στο άρθρο 2 παρ. 1, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 56 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213), ότι «η αρμοδιότητα για τη λήψη των προβλεπομένων στο άρθρο 3 μέτρων για τη συμμόρφωση της διοίκησης προς τις δικαστικές αποφάσεις ανατίθεται σε τριμελές συμβούλιο: α) …, β) του Συμβουλίου της Επικρατείας, αν πρόκειται για αποφάσεις του δικαστηρίου αυτού, …», ενώ στο άρθρο 3 προβλέφθηκαν τα μέτρα που λαμβάνει το αρμόδιο τριμελές συμβούλιο σε περίπτωση που, μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου, διαπιστωθεί καθυστέρηση, παράλειψη ή άρνηση συμμόρφωσης ή πλημμελής συμμόρφωση της Διοίκησης προς τα κριθέντα με δικαστική απόφαση. Ακολούθως, με το π.δ. 61/2004 (Α΄ 54), που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 3 παρ. 8 του ως άνω ν. 3068/2002, ρυθμίσθηκαν τα ζητήματα της διαδικασίας ελέγχου της συμμόρφωσης της Διοίκησης προς τις δικαστικές αποφάσεις. Περαιτέρω, το δικαίωμα στην «δίκαιη δίκη», που εγγυάται τόσο το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος όσο και το άρθρο 6 παρ. 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (Ε.Σ.Δ.Α.), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.δ. 53/1974 (Α΄ 256), περιλαμβάνει όχι μόνο το δικαίωμα της πρόσβασης σε δικαστήριο, αλλά και το δικαίωμα κάθε προσώπου να επιτύχει την εκτέλεση της απόφασης που θα εκδοθεί κατ’ αποδοχήν ασκουμένου από το εν λόγω πρόσωπο ενδίκου βοηθήματος, όπως είναι η αίτηση του ενδιαφερομένου ενώπιον του τριμελούς συμβουλίου συμμόρφωσης, η οποία συνιστά αποτελεσματική “προσφυγή” κατά την έννοια του άρθρου 13 της ΕΣΔΑ προς διασφάλιση των απορρεόντων από το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ δικαιωμάτων (Πρακτ. Τριμ. Συμβ. ΣτΕ 11 και 12/2009). Έτσι, η εκτέλεση δικαστικής αποφάσεως αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της «δίκης» κατά την έννοια των άρθρων αυτών, άλλως το σχετικό δικαίωμα δεν θα είχε νόημα. Οι αρχές δε αυτές ισχύουν αυτονοήτως και στο πεδίο των διοικητικών διαφορών [βλ. αποφάσεις Ε.Δ.Δ.Α. της 21.2.2008, Κανελλόπουλος κατά Ελλάδας, 11325/06, σκ. 23, της 21.6.2007, Γεωργούλης κ.λπ. / Ελλάδας, 38752/04, σκ. 23, της 25.1.2007, Ρομποτή και Ρομποτής / Ελλάδας, 14263/04, σκ. 24, της 6.7.2006, Μπέκα–Κουλοχέρη / Ελλάδας, 38878/03, σκ. 21]. Όθεν, η Διοίκηση υποχρεούται να συμμορφώνεται απροφασίστως και προς τις δεσμευτικές αποφάσεις των οργάνων που ο ειδικός νόμος, προς εκπλήρωση της συνταγματικής επιταγής, κατέστησε αρμόδια για την διαπίστωση της συμμόρφωσης ή μη της Διοίκησης προς τις δικαστικές αποφάσεις, με τον τρόπο που εκείνα κρίνουν, βάσει της δικαστικής απόφασης, ως προσήκοντα, καθώς και για την επιβολή, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, των κατά τον νόμο κυρώσεων (ΣΕ 1125/2016 Ολομ., 235/2021, Πρακτικά Τριμ. Συμβ. ΣτΕ 6/2016 Ολομ., 4/2014 Ολομ., 11, 12/2009, Αποφάσεις Τριμ. Συμβ. ΣτΕ 18-21/2015, 51, 52/2012). Τέλος, η απόφαση του Συμβουλίου με την οποία επιβάλλεται χρηματική κύρωση αποτελεί τίτλο εκτελεστό, δια του οποίου δύναται ο ενδιαφερόμενος να επιδιώξει την είσπραξη του επιδικασθέντος σε αυτόν ποσού (Πρακτικό Τριμ. Συμβ. ΣτΕ 19/2017, πρβλ. Πρακτικό Τριμ. Συμβ. ΑΠ 1/2013).

4. Επειδή, εξ άλλου, το π.δ. 18/1989 (Α΄ 8) στο άρθρο 50 με τίτλο «Συνέπειες απόφασης» ορίζει τα εξής: «1. Η απόφαση που δέχεται την αίτηση ακυρώσεως απαγγέλλει την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης και συνεπάγεται νόμιμη κατάργησή της έναντι όλων, είτε πρόκειται για κανονιστική είτε πρόκειται για ατομική πράξη. 2. Η απόρριψη της αίτησης δεν αποκλείει την άσκηση του ένδικου αυτού μέσου κατά της ίδιας πράξης από άλλον που έχει το δικαίωμα αυτό. … 4. Οι διοικητικές αρχές, σε εκτέλεση της υποχρέωσής τους κατά το άρθρο 95 παρ. 5 του Συντάγματος, πρέπει να συμμορφώνονται ανάλογα με κάθε περίπτωση, με θετική ενέργεια προς το περιεχόμενο της απόφασης του Συμβουλίου ή να απέχουν από κάθε ενέργεια που είναι αντίθετη προς όσα κρίθηκαν από αυτό. Ο παραβάτης, εκτός από τη δίωξη κατά το άρθρο 259 του Ποινικού Κώδικα, υπέχει και προσωπική ευθύνη για αποζημίωση. 5. Οι αποφάσεις της Ολομελείας, ακυρωτικές και απορριπτικές, καθώς και των Τμημάτων, αποτελούν μεταξύ των διαδίκων δεδικασμένο που ισχύει και σε κάθε υπόθεση ή διαφορά ενώπιον δικαστικής ή άλλης αρχής, κατά την οποία προέχει το διοικητικής φύσεως ζήτημα που κρίθηκε από το Συμβούλιο.».

5. Επειδή, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 95 παράγρ. 5 του Συντάγματος, 3 παράγρ. 1 του ν. 3068/2002 και 50 παράγρ. 4 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), προκύπτει ότι η Διοίκηση, συμμορφούμενη προς ακυρωτική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, υποχρεούται όχι μόνο να θεωρήσει ανίσχυρη και μη υφιστάμενη στον νομικό κόσμο την νομοθετική πράξη που κρίθηκε αντίθετη προς συνταγματικές διατάξεις ή την διοικητική πράξη που ακυρώθηκε, αλλά και να προβεί σε θετικές ενέργειες για την αναμόρφωση της νομικής κατάστασης που προέκυψε αμέσως ή εμμέσως από τις πράξεις αυτές, ανακαλώντας ή τροποποιώντας τις σχετικές στο μεταξύ εκδοθείσες πράξεις ή εκδίδοντας άλλες με αναδρομική ισχύ, για να αποκαταστήσει τα πράγματα στην θέση στην οποία θα βρίσκονταν, αν από την αρχή δεν είχε ισχύσει η κριθείσα αντίθετη προς το Σύνταγμα νομοθετική πράξη ή η ακυρωθείσα διοικητική πράξη. Η συνταγματική υποχρέωση συμμόρφωσης της Διοικήσεως προς ακυρωτική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας προσδιορίζεται κατά περιεχόμενο, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, από το διατακτικό της αποφάσεως και το αντικείμενο της ακυρώσεως, το οποίο, μεταξύ άλλων, καθορίζεται από το είδος και την φύση της ακυρωθείσας πράξης, καθώς και από την κρίση ή τις κρίσεις επί των διοικητικής φύσεως ζητημάτων για τα οποία αποφάνθηκε το δικαστήριο στο σκεπτικό της αποφάσεώς του και τα οποία δημιουργούν δεδικασμένο ως προς αυτά στην συγκεκριμένη περίπτωση (ΣΕ 1163-1167/2017, 1125-1128/2016, 677/2010 Ολομ., 1536/2016, 276/2016, 3704/2014, 1995/2014, 5907/2005 και Πρακτικά Τριμ. Συμβ. ΣτΕ 7/2021, 18/2020, 3-4/2018, 10-13/2014, 16/2010 κ.ά.). Περαιτέρω, από τις αυτές διατάξεις συνάγεται ότι η συμμόρφωση της Διοικήσεως προς τις ακυρωτικές αποφάσεις πρέπει να είναι πλήρης και, κατά το δυνατόν, άμεση, υπό την έννοια ότι μετά την δημοσίευση της απόφασης η αρμόδια αρχή οφείλει να προβαίνει σε κάθε ενέργεια που είναι απαραίτητη για την υλοποίηση του ακυρωτικού αποτελέσματος και δεν επιτρέπεται να αδρανεί επικαλούμενη λόγους, οι οποίοι δεν εδράζονται στο Σύνταγμα και τον νόμο(Πρακτικά Τριμ. Συμβ. ΣτΕ 7/2021, 3-4/2018, 10-13/2014, 43/2010, 21/2008).

6. Επειδή, εξ άλλου, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 50 παρ. 5 του π.δ. 18/1989, το δεδικασμένο από τις ακυρωτικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας αφορά όχι μόνο στην νομική ύπαρξη της διοικητικής πράξης, η οποία θεωρείται εφεξής ως ουδέποτε εκδοθείσα, αλλά καλύπτει και κάθε ζήτημα που κρίθηκε με την απόφαση ότι συναρτάται προς το συμπέρασμα που έγινε δεκτό και αποτελεί αναγκαίο του στήριγμα (ΣΕ 4376/2015, 3802/2000 7μ., 484/1991, Πρακτ. Τριμ. Συμβ. 16/2010). Ειδικότερα το πιο πάνω δεδικασμένο καλύπτει και διοικητικής φύσεως ζητήματα που κρίθηκαν παρεμπιπτόντως, ακόμη και όταν στην ακυρωτική απόφαση δεν υπάρχει ρητή σκέψη γι’ αυτά, εφόσον όμως τα τελευταία συνδέονται αρρήκτως με το κύριο ζήτημα, κατά τρόπο ώστε η διαμόρφωση της τελικής γι’ αυτό κρίσης να προϋποθέτει κατά λογική αναγκαιότητα την προηγούμενη κρίση και των ζητημάτων αυτών. Αντιθέτως, το δεδικασμένο δεν καλύπτει ζητήματα που δεν συνδέονται κατά τρόπο στενό και άρρηκτο με το κριθέν κύριο ζήτημα, δηλαδή, όταν η διαμόρφωση της τελικής κρίσης δεν προϋποθέτει, κατά λογική αναγκαιότητα, την προηγούμενη γι’ αυτά κρίση. Τέλος, δεδικασμένο δεν δημιουργείται για θέματα που αναφέρονται αφηγηματικά στην ακυρωτική απόφαση (ΣΕ 2049/2011, 3802/2000 7μ., Πρακτ. Τριμ. Συμβ. 16/2010). Εξ άλλου, το δεδικασμένο που προκύπτει εξ απορριπτικής  αποφάσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας [ή του Διοικητικού Εφετείου, άρθ. 4 παρ. 1 του ν. 702/1977 (Α΄ 268)] ισχύει μόνον ως προς το διοικητικής φύσεως ζήτημα που ετέθη προς αντιμετώπιση κατά τον ακυρωτικό έλεγχο της νομιμότητας της προσβληθείσας διοικητικής πράξεως και κρίθηκε με την απορριπτική απόφαση. Το δεδικασμένο αυτό ισχύει μεταξύ των διαδίκων σε κάθε υπόθεση ή διαφορά και εμποδίζει την έκδοση πράξεως με αντίθετο προς αυτό περιεχόμενο, που να στηρίζεται στα ίδια πραγματικά και νομικά δεδομένα, όπως και την επανάκριση, βάσει των ιδίων τούτων δεδομένων, του ζητήματος που κρίθηκε από το Δικαστήριο και καλύπτεται από την απορριπτική απόφαση. Επομένως, εφόσον το εξ απορριπτικής αποφάσεως δεδικασμένο αφορά μόνο το κριθέν διοικητικής φύσεως ζήτημα, η Διοίκηση έχει την νόμιμη εξουσία, επιλαμβανόμενη της αυτής υποθέσεως, να θεωρήσει την ανεπιτυχώς προσβληθείσα πράξη ως παράνομη και να την ανακαλέσει, εφόσον ήθελαν προκύψει νεώτερα πραγματικά δεδομένα δεν αποτέλεσαν αντικείμενο κρίσεως κατά την προηγηθείσα ακυρωτική δίκη και δύνανται να στηρίξουν ή επιβάλλουν την εν λόγω ανάκληση (ΣΕ 209/1993 7μ., 3461/1984, Πρακτ. Τριμ. Συμβ. ΣτΕ 16/2010).

7. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από την απόφαση ΣΕ 2102/2019 Ολομ. και τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Το επίμαχο ακίνητο ευρίσκεται στο Ο.Τ. 55022 του σχεδίου πόλεως του Δήμου Αθηναίων (περιοχή Μακρυγιάννη) και εμπίπτει στον αναοριοθετημένο αρχαιολογικό χώρο των Αθηνών [απόφαση Α1/Φ43/ 7027/425/2004 της Υπουργού Πολιτισμού (Δ΄ 96)], δημιουργήθηκε δε με την συνένωση δύο επιμέρους ακινήτων, ιδιοκτησίας τρίτου. Στο πρώτο ακίνητο με οικοδομική άδεια της Πολεοδομίας Αθηνών επετράπη αρχικά η ανέγερση επταώροφης οικοδομής, κατόπιν εγκρίσεων εργασιών που χορηγήθηκαν από την Γ΄ Εφορεία Αρχαιοτήτων και της απόφασης 215087/ 24.3.2014 του Υπουργού Πολιτισμού που αφορούσε την μερική διατήρηση αρχαιοτήτων που βρέθηκαν στο υπόγειο και περιείχε τον ρητό όρο η τελική μελέτη της οικοδομής να υποβληθεί προς έγκριση σύμφωνα με τον αρχαιολογικό νόμο (ν. 3028/2002). Για το δεύτερο οικόπεδο χορηγήθηκε έγκριση της Γ΄ Εφορείας για την ανέγερση εξαώροφου κτιρίου γραφείων, πλην η ανέγερση και των δύο κτιρίων ματαιώθηκε λόγω της αγοράς και της συνένωσης των οικοπέδων από άλλη εταιρεία. Ακολούθως για το ενιαίο πλέον οικόπεδο εγκρίθηκε από την ήδη αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Αθηνών (ΕΦΑΠΑ) η ανέγερση οκταώροφου και ακολούθως δεκαώροφου ξενοδοχείου (εγκρίσεις 35538/20.2.2015, 148848/11.5.2016, 279438/30.8.2016 και 294288/14.9.2016). Τέλος, υπέρ της εταιρείας …., εκδόθηκαν η 288/2016 έγκριση δόμησης και η 15/2017 άδεια δόμησης της Πολεοδομίας του Δήμου Αθηναίων για την ανέγερση δεκαώροφου ξενοδοχείου με τρία υπόγεια, φυτεμένο δώμα και πισίνα, συνολικού ύψους 33 μ., ακολούθως δε, κατόπιν υποβολής αναθεωρημένων σχεδίων και βεβαίωσης της ΕΦΑΠΑ ότι δεν έχει αντίρρηση για τις αλλαγές στο κτίριο (πράξη 561061/3.12.2018), εκδόθηκε η 379/2018 έγκριση δόμησης και η 24/2019 άδεια δόμησης της Πολεοδομίας Αθηνών για την αναθεώρηση των προαναφερθεισών έγκρισης και άδειας δόμησης, αντιστοίχως. Κατά των πράξεων αυτών περίοικοι, μεταξύ των οποίων και οι αιτούντες, κατέθεσαν αίτηση ακυρώσεως στο Συμβούλιο της Επικρατείας (αριθ. Ε 943/2019). Εξ άλλου, μετά από αίτηση άλλων περιοίκων προς το Υπουργείο Πολιτισμού για τον έλεγχο του ύψους του επίμαχου ξενοδοχείου, το θέμα παραπέμφθηκε στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο (Κ.Α.Σ.), το οποίο, με το πρακτικό 16/23.4.2019, ανέβαλε την λήψη αποφάσεως εν όψει της εκκρεμούς αιτήσεως στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Επί της αιτήσεως ακυρώσεως (Ε 943/2019) εκδόθηκε η απόφαση ΣΕ 2102/2019 Ολομ. με την οποία η αίτηση απορρίφθηκε ως εκπρόθεσμη καθ’ ο μέρος στρεφόταν κατά της 15/2017 άδειας δόμησης, ενώ έγινε δεκτή καθ’ ο μέρος στρεφόταν κατά της 24/2019 άδειας αναθεώρησης (στην οποία ενσωματώθηκε η 379/2018 έγκριση) και ακυρώθηκε η άδεια αυτή. Ειδικότερα το Δικαστήριο, καθ’ ερμηνεία των άρθρων 24 παρ. 1 και 6 του Συντάγματος και 9 παρ. 1 και 6, 10 παρ. 3 και 6, 12 παρ. 1 και 4, 14 παρ. 2, 4 και 6 και 50 παρ. 4 περ. γ στοιχ. ββ του αρχαιολογικού νόμου (ν. 3028/2002), έκρινε ότι εφ’ όσον το επίδικο κτίριο ευρίσκεται εντός αρχαιολογικού χώρου και πλησίον της Ακρόπολης, η οποία αποτελεί μνημείο της παγκόσμιας κληρονομιάς  κατά τη σύμβαση της UNESCO, έπρεπε η μελέτη ανέγερσης αυτού να εγκριθεί από τον Υπουργό Πολιτισμού μετά από γνώμη του Κ.Α.Σ., ότι παρόμοια έγκριση δεν χορηγήθηκε ούτε για την 24/2019 αναθεώρηση ούτε για την αρχική οικοδομική άδεια 15/2017 και ότι η έλλειψη αυτή δεν αναπληρώνεται από τις εγκρίσεις της Εφορείας Αρχαιοτήτων, οι οποίες αφορούσαν προγενέστερες οικοδομές ή επιμέρους εργασίες του επίδικου κτιρίου, ενώ η 215087/24.3.2014 έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού αφορούσε συγκεκριμένες εργασίας και χορηγήθηκε υπό τον όρο της έγκρισης της τελικής μελέτης κατά τον αρχαιολογικό νόμο. Κατά την ακυρωτική απόφαση, ο έλεγχος του ύψους των κτιρίων της περιοχής, μεταξύ των οποίων και το επίδικο, καθίσταται επιτακτικότερος διότι η Διοίκηση επί μακρό χρόνο παρέλειψε να θεσπίσει ειδικούς όρους δόμησης για την περιοχή, που αποτελεί ενεργό αρχαιολογικό χώρο (σκ. 19). Μετά την δημοσίευση της ακυρωτικής απόφασης (1.11.2019), οι αιτούντες με την από 25.11.2019 αίτησή τους προς την υπηρεσία δόμησης του Δήμου Αθηναίων ζήτησαν την συμμόρφωση του Δήμου προς τα κριθέντα με την ακυρωτική απόφαση, και ειδικότερα α) τον χαρακτηρισμό των εργασιών της ακυρωθείσας 24/2019 αναθεώρησης ως αυθαιρέτων και την κατεδάφισή τους, και β) την ανάκληση της 15/2017 άδειας δόμησης η οποία, όπως κρίθηκε με την απόφαση ΣΕ 2102/2019, εκδόθηκε χωρίς την έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού μετά από γνωμοδότηση του Κ.Α.Σ., και την υπαγωγή του όλου κτιρίου στις διατάξεις περί αυθαιρέτων. Κατόπιν τούτου η εν λόγω υπηρεσία, με την απόφαση 23887/1232/30.1.2020, «ανακάλεσε» την 24/2019 άδεια δόμησης και την 370/2018 έγκριση δόμησης. Κατά το μέρος της πράξεως αυτής που απέρριψε τα υποβληθέντα αιτήματα, οι αιτούντες άσκησαν αίτηση ακυρώσεως στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, το οποίο με την απόφαση 767/2022 ανέβαλε την εκδίκαση λόγω μη αποστολής του φακέλου της υποθέσεως και απόψεων του Δήμου. Περαιτέρω, με την από 12.2.2020 αίτηση προς το Υπουργείο Πολιτισμού οι αιτούντες ζήτησαν την επανεισαγωγή του θέματος στο Κ.Α.Σ. Το τελευταίο, αφού εξήτασε την μελέτη και διενήργησε αυτοψία, με το πρακτικό 15/22.4.2020 γνωμοδότησε ομόφωνα α) υπέρ της μη έγκρισης της μελέτης ως προς το ύψος του κτιρίου διότι αυτό, με το υπερβολικό ύψος (36,65 μ.) και τον όγκο του βλάπτει τα μνημεία της Ακρόπολης και τον περιβάλλοντα χώρο τους, αλλοιώνει την φυσιογνωμία της περιοχής και παρεμποδίζει την έκθεση των γλυπτών του Παρθενώνα στο Μουσείο της Ακρόπολης διότι υπερβαίνει το επίπεδο των εκθεμάτων και β) ότι το μέγιστο ύψος του κτιρίου, κατά συνεκτίμηση του πέριξ διαμορφωμένου περιβάλλοντος και του ότι η ανέγερση έχει ολοκληρωθεί, δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 24 μ. συν 3 μ. για επιτρεπόμενες κατασκευές υπεράνω αυτού (απόληξη κλιμακοστασίου και πέργκολα), ήτοι κατ’ ανώτατο όριο 27 μ. Στο ύψος αυτό κατέληξε το Κ.Α.Σ. κατ’ οικονομίαν, ήτοι προκειμένου το επίδικο κτίριο να εναρμονισθεί κατά το δυνατόν προς τις όμορες οικοδομές, ιδίως την οικοδομή επί της οδού Φαλήρου 7 (ύψους 27 μ., βλ. σελ. 47, 63-64, 73-74, 79-80, 84-86 του πρακτικού). Ακολούθως, με τις αποφάσεις ΣΕ 705 και 706/2020 Ολομ. κρίθηκε ότι το ανώτατο ύψος των οικοδομών στην περιοχή Μακρυγιάννη είναι 21 μ., σύμφωνα με το ειδικό β.δ. της 30.8./9.9.1955 «Περί όρων δομήσεως εν Αθήναις» (Α΄ 249), και όχι τα ανώτατα ύψη που ορίζονται, σε συνάρτηση με τον σ.δ., από τις γενικές διατάξεις του ΓΟΚ/1985 (άρθ. 9 ν. 1577/1985, Α΄ 281) και του ΝΟΚ/2012 (άρθ. 15 ν. 4067/2012, Α΄ 79), όπως εσφαλμένως υπέλαβε η Διοίκηση κατά το παρελθόν. Τέλος, κατ’ επίκληση της γνωμοδότησης αυτής εκδόθηκε η απόφαση 116714/79457/2446/1259/22.7.2020 της Υπουργού Πολιτισμού, με την οποία δεν εγκρίθηκε η υπάρχουσα μελέτη του ξενοδοχείου ως προς το ύψος, με αιτιολογία αντίστοιχη προς αυτή του πρακτικού του Κ.Α.Σ. Ειδικότερα, στο προοίμιο της εν λόγω αποφάσεως επισημαίνεται ότι με την απόφαση ΣΕ 2102/2019 Ολομ. διαπιστώθηκε η μη νομιμότητα τόσο της 24/2019 πράξης αναθεώρησης όσο και της 15/2017 άδειας δόμησης λόγω μη έγκρισης των οικείων εργασιών από τον Υπουργό Πολιτισμού μετά από γνώμη του Κ.Α.Σ. (στοιχ. 11), ότι κατά τα παγίως κριθέντα η Διοίκηση υποχρεούται να λαμβάνει και κατασταλτικά μέτρα για την άρση της προσβολής και την αποκατάσταση του πολιτιστικού περιβάλλοντος (στοιχ. 12) και ότι, όταν ο Υπουργός Πολιτισμού κρίνει ότι οικοδομικές εργασίες εκτελεσθείσες χωρίς την  έγκριση του αρχαιολογικού νόμου βλάπτουν σοβαρά μνημείο, η πολεοδομική υπηρεσία υποχρεούται να ανακαλέσει την οικοδομική άδεια ασχέτως του διαδραμόντος χρόνου και της τυχόν αποπεράτωσης της οικοδομής (στοιχ. 13). Εν συνεχεία με την ίδια απόφαση αφενός δεν εγκρίθηκε η μελέτη ανέγερσης του επίμαχου ξενοδοχείου ως προς το ύψος διότι αυτό, λόγω της θέσης, του ύψους (36,65 μ.) και του όγκου του, βλάπτει και υποβαθμίζει την Ακρόπολη, τον περιβάλλοντα χώρο της και την ευρύτερη περιοχή, αφετέρου δε κρίθηκε ότι πρέπει να μειωθεί το ύψος του κτιρίου και ορίσθηκε ότι το μέγιστο ύψος του δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 24 μ. συν τις επιτρεπόμενες προσαυξήσεις (ήτοι, εν όψει της γνωμοδότησης 15/22.4.2020 του ΚΑΣ, 24+3=27 μ.). Παράλληλα η Διοίκηση (Υπουργεία Πολιτισμού και Περιβάλλοντος), εν όψει των κριθέντων με την ακυρωτική απόφαση, κίνησε την διαδικασία θέσπισης ειδικών όρων δόμησης για την περιοχή Μακρυγιάννη-Κουκάκι [βλ. ήδη π.δ. της 9.3.2022 (Δ΄ 111/10.3.2022), εκδοθέν κατόπιν των ΠΕ 92/2021 και 20/2022, το οποίο για την Ζώνη 1, όπου κείται το επίδικο ξενοδοχείο, προβλέπει ανώτατο ύψος κτιρίων 21 μ.+1 μ. σε περίπτωση φυτεμένου δώματος = μέγιστο ύψος 22 μ.]. Μετά την έκδοση της αποφάσεως της Υπουργού Πολιτισμού οι αιτούντες, με την από 27.7.2020 αίτησή τους προς την υπηρεσία δόμησης του Δήμου Αθηναίων (α.π. 175748/8394/ 31.7.2020) ζήτησαν εκ νέου την ανάκληση της άδειας δόμησης 15/2007 σύμφωνα με την απόφαση ΣΕ 2102/2019 και την ως άνω απόφαση της Υπουργού Πολιτισμού. Ήδη οι αιτούντες με την κρινόμενη αίτηση ζητούν την συμμόρφωση του Δήμου Αθηναίων προς τα κριθέντα με την απόφαση ΣΕ 2102/2019 Ολομ., εν όψει και της τελευταίας ως άνω αποφάσεως της Υπουργού Πολιτισμού, ιδίως δε την ανάκληση της 15/2017 άδειας δόμησης και την υπαγωγή του επίμαχου ξενοδοχείου, το οποίο εξακολουθεί να λειτουργεί, στις διατάξεις περί αυθαιρέτων.

8. Επειδή, η εταιρεία …. ζητεί με το υπόμνημά της την αναστολή της παρούσας διαδικασίας κατά το άρθρο 6 του π.δ. 61/2004 διότι κατά της παραλείψεως της υπηρεσίας δόμησης του Δήμου Αθηναίων να ανακαλέσει την 15/2017 άδεια δόμησης οι αιτούντες έχουν ασκήσει αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, η οποία, όπως εκτέθηκε στην προηγούμενη σκέψη, είναι εκκρεμής ενώπιον του δικαστηρίου αυτού.

9. Επειδή, το άρθρο 6 του π.δ. 61/2004 ορίζει ότι «1. Το συμβούλιο μπορεί, κατ’ εξαίρεση, να αναστείλει τη διαδικασία για τη διαπίστωση της μη συμμόρφωσης της Διοίκησης σε δικαστική απόφαση, εφόσον το ζήτημα της μη συμμόρφωσης εκκρεμεί ενώπιον δικαστηρίου που αποφαίνεται με δύναμη δεδικασμένου». Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής το Συμβούλιο Συμμόρφωσης διαθέτει ευχέρεια και όχι υποχρέωση να αναστείλει την διαδικασία διαπίστωσης της μη συμμόρφωσης της Διοίκησης σε δικαστική απόφαση, εφόσον παραλλήλως έχει αυτοτελώς ανοιχθεί δίκη ως προς το ζήτημα της συμμόρφωσης και, επιπλέον, υφίσταται ταυτότητα ανάμεσα στο αντικείμενο της εκκρεμούς δίκης και εκείνου της αίτησης συμμόρφωσης, όπως αυτό προκύπτει από τους λόγους και το αίτημά της (πρβλ. Πρακτικά Τριμ. Συμβ. 6/2020, 2/2020, 49/2010). Εξ άλλου, κατά πάγια νομολογία, η παράλειψη συμμορφώσεως προς δικαστική απόφαση δεν συνιστά παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας κατ’ άρθρο 45 παρ. 4 του π.δ. 18/1989 προσβλητή με αίτηση ακυρώσεως, αλλά ανήκει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του οικείου Συμβουλίου Συμμόρφωσης (ΣΕ 2503/2017, 1532/2014, 502/2013, 2725/2011 κ.ά.). Εν όψει τούτων δεν συντρέχει λόγος αναστολής της παρούσας διαδικασίας και το υποβληθέν αίτημα πρέπει να απορριφθεί διότι το ζήτημα της συμμόρφωσης της Διοίκησης προς την απόφαση ΣΕ 2102/2019 ανήκει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του παρόντος Συμβουλίου. Άλλωστε ότι η κρινόμενη αίτηση συμμορφώσεως επικαλείται και νεώτερα στοιχεία και δη την απόφαση 116714/79457/2446/1259/ 22.7.2020 της Υπουργού Πολιτισμού, με την οποία δεν εγκρίθηκε η μελέτη του επίμαχου κτιρίου λόγω υπερβολικού ύψους, καθορίσθηκε το ύψος αυτό και τονίσθηκε η υποχρέωση ανακλήσεως της 15/2017 άδειας δόμησης.

10. Επειδή, όπως έχει παγίως κριθεί, για την πλήρη συμμόρφωση προς δικαστική απόφαση με την οποία ακυρώνεται οικοδομική άδεια, η Διοίκηση υποχρεούται να προβεί στον χαρακτηρισμό όλων των κατασκευών που έχουν ανεγερθεί σε εκτέλεση των ακυρωθεισών πράξεων ως αυθαιρέτων και, ακολούθως, στις αναγκαίες υλικές ενέργειες για την κατεδάφισή τους (βλ. Πρακτικά Τριμ. Συμβ. 6/2016, 5, 7/2014, 28/2011, 13, 69, 82, 84/2010, 89/2008, 46/2006, αποφάσεις Τριμ. Συμβ. ΣτΕ 33/2015, 67/2012, 45/2011, 34/2009 κ.ά.). Εξ άλλου, όπως επίσης έχει κριθεί, σε περίπτωση που διαπιστώνεται είτε ότι οικοδομική άδεια για την ανέγερση κτιρίου επί ή πλησίον αρχαίου μνημείου έχει εκδοθεί χωρίς την έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού, είτε ότι ο Υπουργός Πολιτισμού έκρινε με πράξη του ότι οι οικοδομικές εργασίες που εκτελούνται ή εκτελέσθηκαν βάσει οικοδομικής άδειας που εκδόθηκε χωρίς την απαιτούμενη από τον αρχαιολογικό νόμο έγκριση, βλάπτουν σοβαρά την προβολή, ανάδειξη και αξιοποίηση του μνημείου αυτού, είτε η τυχόν χορηγηθείσα έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού ανακαλείται εκ των υστέρων, η πολεοδομική υπηρεσία υποχρεούται να ανακαλέσει την εν λόγω οικοδομική άδεια για λόγους δημοσίου συμφέροντος, αναγομένους στην προστασία των μνημείων, ανεξαρτήτως του χρόνου, ο οποίος παρήλθε από την χορήγηση της οικοδομικής άδειας και ασχέτως προς την εν τω μεταξύ δημιουργηθείσα, τυχόν, πραγματική κατάσταση, δηλαδή την έναρξη ή την αποπεράτωση των οικοδομικών εργασιών, οι οποίες έγιναν μη νομίμως, παρά την έλλειψη αδείας του Υπουργείου Πολιτισμού (βλ. ΣΕ 2103/2019 Ολομ., 3660, 3458/2000, πρβλ. ΣΕ 2519/1982, 3634/1987, 1402/1998).

11. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως εκτέθηκε ήδη, με την απόφαση ΣΕ 2102/2019 Ολομ. κρίθηκε, μεταξύ άλλων, α) ότι τόσο η πράξη αναθεώρησης 24/2019 όσο και η οικοδομική άδεια 15/2017 εκδόθηκαν παρανόμως χωρίς προηγούμενη έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού μετά γνώμη του Κ.Α.Σ. ιδίως ως προς το ύψος του κτιρίου και β) ότι ο έλεγχος του ύψους ήταν επιτακτικότερος λόγω της επί μακρόν παράλειψης της Διοικήσεως να θεσπίσει ειδικούς όρους δόμησης για την περιοχή, που αποτελεί ενεργό οικισμό εντός αρχαιολογικού χώρου. Οι κρίσεις αυτές, τόσο η ευθεία (παρανομία της αναθεώρησης 24/2019 λόγω μη έγκρισης του ΥΠΠΟ) όσο και παρεμπίπτουσες (παρανομία της οικοδομικής άδειας 15/2017 για τον ίδιο λόγο, παράλειψη θέσπισης ειδικών όρων δόμησης για την περιοχή) συνάπτονται στενά με το κριθέν διοικητικής φύσεως ζήτημα, ήτοι την παράνομη έκδοση της 24/2019 πράξης αναθεώρησης της 15/2017 άδειας δόμησης λόγω έλλειψης εγκρίσεως του ύψους του κτιρίου από τον Υπουργό Πολιτισμού σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας έκδοσης των οικοδομικών αυτών αδειών και συνεπώς στηρίζει αναγκαίως το διατακτικό της αποφάσεως (ακύρωση της 24/2019 αναθεώρησης). Κατ’ ακολουθίαν, από τις κρίσεις αυτές παράγεται δεδικασμένο που δεσμεύει τους διατελέσαντες διαδίκους στην δίκη εκείνη (μεταξύ των οποίων οι Υπουργοί Περιβάλλοντος και Πολιτισμού και ο Δήμος Αθηναίων), οι οποίοι, επομένως, υπεχρεούντο να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα για την πλήρη συμμόρφωση προς τα κριθέντα με την απόφαση ΣΕ 2102/2019 Ολομ. Στην υποχρέωση αυτή συμμορφώσεως ανταποκρίθηκαν, κατ’ αρχήν, τόσο ο Υπουργός Πολιτισμού, με την έκδοση της αποφάσεως 116714/79457/2446/1259/ 22.7.2020, μετά από το πρακτικό 15/2020 του Κ.Α.Σ., με την οποία δεν εγκρίθηκε η μελέτη του ξενοδοχείου ως προς το ύψος και καθορίσθηκε το ανώτατο ύψος αυτού σε 24+3=27 μ., όσο και ο Υπουργός Περιβάλλοντος, ο οποίος προώθησε την έκδοση π.δ/τος για την θέσπιση ειδικών όρων δόμησης της περιοχής (ήδη π.δ. της 9-10.3.2022), οι ειδικότερες δε ρυθμίσεις των πράξεων αυτών δεν αποτελούν αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας. Αντιθέτως, ο Δήμος Αθηναίων δεν συμμορφώθηκε προς τα κριθέντα με την απόφαση 2102/2019 Ολομ. Ειδικότερα ο Δήμος α) ώφειλε αμελλητί να χαρακτηρίσει τις εκτελεσθείσες βάσει της ακυρωθείσας αναθεώρησης 24/2019 εργασίες του δώματος ως αυθαίρετες και κατεδαφιστέες και να μεριμνήσει για την κατεδάφισή τους και β) δεσμευόμενος από την παρεμπίπτουσα κρίση της αποφάσεως περί πλημμέλειας της οικοδομικής άδειας 15/2017 λόγω έκδοσής της χωρίς την έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού, ώφειλε αρχικά μεν να ανακαλέσει την άδεια αυτή και να υπαγάγει το κτίριο στις διατάξεις περί αυθαιρέτων, ακολούθως δε, μετά την έκδοση της αποφάσεως 116714/79457/2446/ 1259/22.7.2020 της Υπουργού Πολιτισμού, με την οποία η μελέτη δεν εγκρίθηκε ως προς το ύψος του κτιρίου, το οποίο καθορίσθηκε δεσμευτικά σε 24+3=27 μ., ώφειλε να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει την οικοδομική άδεια κατά το αντίστοιχο μέρος, να χαρακτηρίσει ως αυθαίρετες και κατεδαφιστέες όλες τις κατασκευές που υπερβαίνουν το ύψος αυτό, να εκδώσει τις αναγκαίες διοικητικές πράξεις για την κατεδάφισή τους και να μεριμνήσει για την υλική εκτέλεση αυτών (πρβλ. Πρακτ. Τριμ. Συμβ. 16/2010). Αντί αυτού ο Δήμος προχώρησε μόνο στην «ανάκληση» της 24/2019 πράξης αναθεώρησης, η οποία όμως προδήλως δεν συνιστά συμμόρφωση και είναι περιττή, διότι μετά την ακύρωσή της η ως άνω πράξη δεν υφίσταται στον νομικό κόσμο. Εν όψει τούτων ο Δήμος Αθηναίων παρέλειψε να συμμορφωθεί προς την απόφαση ΣΕ 2102/2019 Ολομ., όλοι δε οι αντίθετοι λόγοι της εταιρείας …. είναι απορριπτέοι. Ειδικότερα, αβασίμως προβάλλεται ότι η συμμόρφωση δεν εκτείνεται και στην ανάκληση της άδειας δόμησης 15/2017, η οποία δεν ακυρώθηκε με την απόφαση ΣΕ 2102/2019 ούτε μνημονεύεται στο διατακτικό της, δεδομένου ότι, όπως εκτέθηκε ήδη, υποχρέωση συμμορφώσεως της Διοικήσεως ανακύπτει όχι μόνο εν σχέσει προς το διατακτικό της ακυρωτικής αποφάσεως αλλά και ως προς αναγκαίες για την στήριξη του συμπεράσματος κρίσεις που περιέχονται στο σκεπτικό της, όπως στην παρούσα υπόθεση. Αβασίμως επίσης προβάλλεται ότι η 15/2017 άδεια δόμησης κρίθηκε νόμιμη με την απόφαση 2551/2018 του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, που απέρριψε αίτηση ακυρώσεως άλλης αιτούσας κατ’ αυτής, προεχόντως διότι η εν λόγω απόφαση δεν είναι δεσμευτική εν προκειμένω και δεν παράγει δεδικασμένο αφενός λόγω ελλείψεως ταυτότητας διαδίκων και αφετέρου δεν έλαβε θέση επί του κρίσιμου εν προκειμένω ζητήματος της έλλειψης εγκρίσεως του Υπουργού Πολιτισμού.

12. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά, το Συμβούλιο διαπιστώνει ότι δεν έχει υπάρξει συμμόρφωση του Δήμου Αθηναίων προς την απόφαση 2102/2019 Ολομ. του Δικαστηρίου. Λαμβανομένου δε υπ’ όψιν ότι έχει παρέλθει χρονικό διάστημα άνω των δύο ετών και έξι μηνών από την δημοσίευση της ακυρωτικής αποφάσεως και ενός έτους και εννέα μηνών από την έκδοση της αποφάσεως της Υπουργού Πολιτισμού, πρέπει να ταχθεί στον Δήμο Αθηναίων τρίμηνη προθεσμία από την κοινοποίηση του παρόντος πρακτικού, προκειμένου αυτός να προβεί στις ενέργειες συμμορφώσεως που μνημονεύοναι στην 12η σκέψη του παρόντος, υπό  στοιχεία α) και β).

Πρακτικό Συμβ.Συμμ. 15/2023

9. Επειδή, λόγω της δυσχέρειας που αντιμετωπίζει η Διοίκηση και ειδικά ο Δήμος Αθηναίων να συμμορφωθεί ορθώς προς την απόφαση ΣΕ 2102/2019 παρά την πάροδο τριών και ημίσεος περίπου ετών από την κοινοποίηση της αποφάσεως αυτής και τεσσάρων μηνών από την κοινοποίηση του Πρακτικού 11/2022 του παρόντος Συμβουλίου, πρέπει, σύμφωνα με τα άρθρα 3 παρ. 2 του ν. 3068/2002 και 4 παρ. 1 και 2 του π.δ. 61/2004, να ορισθεί ως εντεταλμένος δικαστής ο Πάρεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας Χρήστος Παπανικολάου ο οποίος θα παρακολουθεί τη διαδικασία συμμορφώσεως και θα παρέχει, κατ’ αίτηση της Διοικήσεως ή και αυτεπαγγέλτως, την αναγκαία συνδρομή προς τις εμπλεκόμενες διοικητικές αρχές ως προς τον ενδεδειγμένο τρόπο συμμορφώσεως.

10. Επειδή, εν όψει του διαδραμόντος χρόνου από την κοινοποίηση της αποφάσεως ΣΕ 2102/2019 Ολομ. και του Πρακτικού 11/2022, αλλά και του αντικειμένου της υποθέσεως, που αφορά στην προστασία του σημαντικότερου μνημείου της κλασικής αρχαιότητας (ΣΕ Ολομ. 705, 706/2020, 2102/2019), επισημαίνεται ότι οι κατά τα ανωτέρω ενέργειες των εμπλεκόμενων υπηρεσιών για την ορθή συμμόρφωση προς την ακυρωτική απόφαση και η οργάνωση και υλική εκτέλεση της κατεδάφισης πρέπει να λάβουν χώρα στον συντομότερο δυνατό χρόνο, διότι η διατήρηση των επίμαχων αυθαίρετων κατασκευών προκαλεί σοβαρή βλάβη στα μνημεία του Ιερού Βράχου, το Μουσείο της Ακρόπολης και τον περιβάλλοντα χώρο, όπως διαπίστωσε το Κ.Α.Σ. Συναφώς, οι ισχυρισμοί της εταιρείας «ΜΠΛΕ ΚΕΔΡΟΣ», κατά τους οποίους η υλοποίηση της κατεδάφισης είναι αδύνατη εντός του «τριμήνου» που έταξε το Πρακτικό 11/2022 αφού η εκπόνηση των σχετικών μελετών απαιτεί διάστημα τουλάχιστον δεκατριών μηνών, πέραν του ότι προβάλλονται αορίστως και αναποδείκτως, είναι απορριπτέοι διότι η ταχθείσα με το Πρακτικό προθεσμία (σκ. 11) αφορούσε την έκδοση των αναγκαίων για τη συμμόρφωση διοικητικών πράξεων και την προώθηση της διαδικασίας κατεδάφισης και όχι ειδικώς την υλική εκτέλεση αυτής. Σε κάθε περίπτωση η ενδιαφερόμενη εταιρεία θα πρέπει ήδη να έχει μεριμνήσει για την εκπόνηση των αναγκαίων κατά την κρίση της μελετών προς τον σκοπό της κατεδάφισης, οι οποίες θα πρέπει κατ’ αρχήν να έχουν ολοκληρωθεί κατά τη λήξη της επιπλέον τρίμηνης προθεσμίας που τάσσεται με τη σκ. 11 του παρόντος Πρακτικού. Τέλος οι ισχυρισμοί περί παρανόμου της κατεδάφισης χωρίς την καταβολή αποζημίωσης είναι απαράδεκτοι διότι δεν συνάπτονται με το αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας, τυχόν δε σχετικές αξιώσεις προς αποζημίωση μπορούν να αχθούν ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις.

11. Επειδή, επομένως, πρέπει να διαπιστωθεί ότι ο Δήμος Αθηναίων δεν συμμορφώθηκε προς τα κριθέντα με την απόφαση ΣΕ 2102/2019 Ολομ. και το Πρακτικό 11/2022 του Τριμ. Συμβουλίου και να κληθεί ο Δήμος και οι οριζόμενες στο σκεπτικό υπηρεσίες να προβούν στις αντίστοιχες ενέργειες συμμορφώσεως εντός τριμήνου από την κοινοποίηση του παρόντος Πρακτικού. Επιφυλάσσεται δε το παρόν Συμβούλιο να εξετάσει στην επόμενη συνεδρίασή του την πορεία της διαδικασίας συμμόρφωσης και, σε περίπτωση αδικαιολόγητης μη συμμορφώσεως, να ενεργοποιήσει τις διατάξεις περί επιβολής χρηματικής ποινής υπέρ των αιτούντων, καθώς και των κυρώσεων και των μέτρων κατά των εμπλεκόμενων υπαλλήλων που προβλέπονται στα άρθρα 3 παρ. 3 έως 5 και 5 παρ. 1 έως 3 του ν. 3068/2002.

 

Πρακτικό Συμβ.Συμμ. 19/2023

10. Επειδή, όπως συνάγεται εκ των ανωτέρω, μετά τη δημοσίευση και την κοινοποίηση του πρακτικού 15/2023 του Τριμελούς Συμβουλίου Συμμόρφωσης, η Διοίκηση δεν επέδειξε αδράνεια, εφόσον προέβη σε ενέργειες, οι οποίες εντάσσονται στο πλαίσιο συμμόρφωσης που καθόρισε το τελευταίο αυτό πρακτικό. Ειδικότερα, ο μεν Δήμος Αθηναίων προέβη στην ορθή μερική ανάκληση της 15/2017 άδειας δόμησης του ξενοδοχείου εκδίδοντας πράξη με τη μορφή και το περιεχόμενο που περιέγραψε το ως άνω πρακτικό. Το δε Υπουργείο Τουρισμού εξέδωσε στις 17.8.2023 απόφαση ολικής σφράγισης του ξενοδοχείου έστω και εάν αυτή τελικώς δεν εκτελέστηκε λόγω των χορηγηθεισών προσωρινών διαταγών, οι οποίες αυτονοήτως ισχύουν μέχρι την εκδίκαση των αιτήσεων αναστολών. Το Σώμα Επιθεώρησης Νοτίου Ελλάδος και η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αττικής επελήφθησαν της υποθέσεως καθ’ ό μέρος τους αναλογούσε, ήτοι την πρόοδο της διαδικασίας κατεδάφισης, κατά τα αναφερόμενα στο Πρακτικό 15/2023 αλλά και κατά τα προβλεπόμενα στην οικεία νομοθεσία (βλ. σκέψεις 8 και 9 του παρόντος πρακτικού) εφόσον, όντας ήδη προετοιμασμένοι προς τούτο, προδιέγραψαν το σχέδιο ενεργειών τους στην περίπτωση κατά την οποία ο κύριος του ξενοδοχείου αρνείτο να αναλάβει την εκπόνηση των απαραίτητων μελετών κατεδάφισης, όπως και έγινε. Κατόπιν τούτων, το Συμβούλιο, εκτιμώντας την πορεία της υπόθεσης και την τεκμηριωμένη δυσχέρεια της διαδικασίας κατεδάφισης, κρίνει ότι πρέπει να παρασχεθεί στη Διοίκηση εξάμηνη προθεσμία, αρχομένη από την κοινοποίηση σε αυτήν του παρόντος πρακτικού, προκειμένου να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες για τη συμμόρφωση προς την προαναφερθείσα ακυρωτική απόφαση, με την περαιτέρω πρόοδο της διαδικασίας και κυρίως με την ταχεία προώθηση του διαγωνισμού για την εκπόνηση των απαραίτητων μελετών για την κατεδάφιση, όπως αυτές περιγράφονται στα ανωτέρω υπ’ αριθ. 74894/ 21.9.2023 και 76161/26.9.2023 έγγραφα της Διεύθυνσης Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής. Περαιτέρω, το Συμβούλιο επιφυλάσσεται να επανέλθει, μετά την πάροδο της τασσομένης, κατά τα ανωτέρω, προθεσμίας, προκειμένου να εξετάσει εκ νέου το αίτημα συμμορφώσεως και να διαπιστώσει την πρόοδο της σχετικής διαδικασίας.

Για να κάνουμε την εμπειρία πλοήγησής σου καλύτερη, χρησιμοποιούμε cookies. περισσότερα

Για να σας παρέχουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία πλοήγησης στη σελίδα μας χρησιμοποιούμε cookies. Αν συνεχίσετε να πλοηγείστε στην ιστοσελίδα μας χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις σας για τα cookies, ή πατήσετε στο κουμπί "Αποδοχή" παρακάτω, σημαίνει πως δίνετε τη συναίνεσή σας για αυτό.

Κλείσιμο